Ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου εἶναι ἡ ἀρχή ὅλων τῶν Δεσποτικῶν ἑορτῶν. Στό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς ψάλλουμε: «σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό κεφάλαιον καί τοῦ ἀπ’ αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις…». Τό περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς ἀναφέρεται στό γεγονός κατά τό ὁποῖο ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ ἐπισκέφθηκε μέ ἐντολή τοῦ Θεοῦ τήν Παναγία καί τήν πληροφόρησε ὅτι ἔφθασε ὁ καιρός τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, καί ὅτι αὐτή θά γίνει ἡ μητέρα Του (Λουκᾶ α’, 26-56). Ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ ἀπεκάλεσε τήν Παναγία «κεχαριτωμένη». Τῆς εἶπε: «Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ, εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξίν» (Λουκᾶ α’, 28-29). Ἡ Παναγία ἀποκαλεῖται «κεχαριτωμένη» καί χαρακτηρίζεται «εὐλογημένη», ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι μαζί της.
Παραμένοντας μέσα στά ἅγια τῶν ἁγίων τοῦ Ναοῦ εἶχε φθάσει στή θέωση καί πρίν ἀκόμη δεχθεῖ τήν ἐπίσκεψη τοῦ Ἀρχαγγέλου. Γιά τόν σκοπό αὐτό χρησιμοποίησε μιά εἰδική μέθοδο Θεογνωσίας καί Θεοκοινωνίας, ὅπως ἑρμηνεύει θαυμάσια καί θεόπνευστα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς.
Ἡ Ἐνσάρκωση ἦταν ἕνα θαῦμα! Διότι «ὅπου Θεός βούλεται νικᾶται φύσεως τάξις». «Ἐν τῇ συλλήψει τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ οἱ φυσικοί νόμοι τῆς συλλήψεως παρέμειναν ἀνενέργητοι» (Ἁγ. Θεοδώρου). «…. Καί ὅπως σ’ ὅλα τά θαύματα γίνεται ἀναστολή τῶν νόμων τῆς φύσεως, ἔτσι καί στήν περίπτωση τῆς συλλήψεως τοῦ Ἰησοῦ «ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου» «ἡ φύσις ἐκαινοτόμησεν», ἔγινε δηλαδή κάτι καινούργιο, «τό μόνον καινόν ὑπό τόν ἥλιον», ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, κάτι ἀσυνήθιστο, ἕνα θαῦμα μέ ἄμεση ἐπέμβαση τοῦ Δημιουργοῦ. Ἡ «ὑπέρ φύσιν» σύλληψη τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τήν Παρθένο ἀναφέρεται, εἰδικότερα, στό γεγονός ὅτι ἔγινε «ἄνευ σπέρματος» (ἀνδρός) ἤ, ὅπως λέει ὁ ἱερός Δαμασκηνός, «οὐκ ἐκ συνάφειας ἀνδρός»…
Μέ τήν πτώση (τῶν Πρωτοπλάστων) ὑπέστη ἀλλοίωση ἡ ἀνθρώπινη φύση (πόνος, φθορά, θάνατος)… Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὡς ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ, κληρονομοῦν τήν ἀλλοιωμένη μεταπτωτική φύση τῶν Πρωτοπλάστων. Ὁ Ἰησοῦς, ὅμως, πού ἐπρόκειτο νά ἀνακαινίσει τό ἀνθρώπινο γένος, ἔπρεπε ὁ Ἴδιος νά εἶναι «καινούριος» ἄνθρωπος· εἰδικότερα, ἔπρεπε νά διαθέτει μιά καινούρια ἀνθρώπινη φύση, ἀπαλλαγμένη ἀπό τήν ἀρρώστια τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου πού εἶχε προσβάλει τό ἀνθρώπινο γένος.
Γι’ αὐτό καί ἡ σύλληψη τοῦ Ἰησοῦ ἔγινε, ὄχι μέ τή συνηθισμένη διαδικασία τῆς σωματικῆς ἕνωσης τῶν συζύγων, ἀλλά μέ εἰδική δημιουργική ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ, «ἐκ Πνεύματος ἁγίου» (Ματθ. α’ 20). Ἔτσι, ἡ σύλληψη τοῦ Ἰησοῦ ἀποτελεῖ μιά νέα δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ δημιούργησε ἕνα νέο ἄνθρωπο, τό νέο Ἀδάμ τῆς Χάριτος, ὅπως ὀνομάζεται ὁ Χριστός.
Ὁ ἅγιος Εἰρηναῖος γράφει ὅτι, ὅπως ὁ πρῶτος Ἀδάμ δέν εἶχε ἄνθρωπο πατέρα, ἀλλά πλάσθηκε κατ’ εὐθείαν ἀπό τόν Θεό, ἔτσι καί ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Ἰησοῦς, ὁ δεύτερος γενάρχης τῆς ἀνθρωπότητας, δημιουργήθηκε μέ ἄμεση ἐπέμβαση καί δημιουργική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, κάνοντας σύγκριση ἀνάμεσα στούς δύο Ἀδάμ σημειώνει: «Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἐκ γῆς, χοϊκός, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος ὁ Κύριος ἐξ οὐρανοῦ» (Α’ Κορ. ιε’ 47).
Γι’ αὐτό καί οἱ Ὀρθόδοξοι Πατέρες παρομοιάζουν τή Θεοτόκο ὡς Παράδεισο, γιατί μέσα της ὁ Θεός δημιούργησε τό νέο Ἀδάμ, ὄχι πιά μέ χῶμα καί νερό, ἀλλά μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα: «Μυστικός εἶ, Θεοτόκε, Παράδεισος, ἀγεωργήτως βλαστήσασα Χριστόν…»!
Ὁ ὑπερφυσικός τρόπος σάρκωσης τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ εἶχε σκοπό νά ἀποκαταστήσει τήν ἀνθρώπινη φύση στήν ἀρχέγονη ἐλευθερία της καί, εἰδικότερα, στήν ἐλευθερία ἀπό τά πάθη καί τήν ἁμαρτία, πού διαφθείρουν τόν ἄνθρωπο καί καταστρέφουν τή ζωή του. Ἔτσι, κλείνοντας, ἄς σταθοῦμε ὅλοι στά λόγια τοῦ Ἀρχάγγελου πού πρέπει νά πλαισιώνουν τήν καρδιά καί τά χείλη μας:
«Χαῖρε, κεχαριτωμένη· ὁ Κύριος μετά σοῦ».
π. Κωνσταντῖνος Σιόντης
Ἐφημέριος Ἁγίου Νικολάου Ἀγορᾶς
πόλεως Ἰωαννίνων