Σήμερα, 2 τοῦ μηνὸς Φεβρουαρίου, ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τότε ποὺ τὸν δέχθηκε στὶς ἀγκάλες του ὁ δίκαιος Συμεών. Ἡ ἑορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς εἶναι Δεσποτικὴ ἑορτή, ἑορτὴ δηλαδὴ ἀφιερωμένη στὸ Δεσπότη Χριστό. Ὅταν πέρασαν σαράντα ἡμέρες ἀπὸ τὴν γέννηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ παναγία Μητέρα του καὶ ὁ δίκαιος Ἰωσήφ, σύμφωνα μὲ τὴ διάταξη τοῦ παλαιοῦ νόμου, τὸν πρόσφεραν στὸ ναό. Ὁ νόμος ὥριζε γιὰ τὴ μητέρα ὅτι σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴ γέννηση ἔπρεπε νὰ παρουσιαστῆ στὸ ναὸ γιὰ νὰ καθαριστῆ, καὶ γιὰ τὸ πρωτότοκο ἀρσενικὸ παιδὶ ὅτι ἔπρεπε νὰ ἀφιερωθῆ στὸ Θεό.
Τὸ Συναξάριο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς εἶν’ εὐαγγελικὸ· ὅ,τι δηλαδὴ ξέρομε καὶ μποροῦμε νὰ ποῦμε γιὰ τὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου μας τὸ διηγεῖται τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο. Στὸ δεύτερο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του, μὲ πληροφορίες, ποὺ θὰ πρέπει νὰ εἶχε ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο, ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς μᾶς διηγεῖται καὶ μᾶς περιγράφει ὅ,τι συνέβη στὸ ναὸ ἐκείνη τὴν ἡμέρα. Γι’ αὐτὸ τὸ καλύτερο ποὺ ἔχομε τώρα εἶναι νὰ ἐπαναλάβωμε τὸ εὐαγγελικὸ κείμενο σὲ ἀπόδοση στὴ δική μας γλώσσα. Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, ποὺ ἡ παράδοση τὸν θέλει νὰ ἦταν ζωγράφος, εἶναι πραγματικὰ ζωγράφος στὴ διήγηση καὶ περιγραφὴ τῶν γεγονότων τῆς ἱερῆς ἱστορίας.
Ὅταν συπληρώθηκαν οἱ ἡμέρες τοῦ καθαρισμοῦ, λέγει τὸ εὐαγγέλιο, σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Μωϋσῆ, ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία ἔφεραν τὸν Ἰησοῦ στὰ Ἱεροσόλυμα, γιὰ νὰ τὸν παρασουσιάσουν στὸν Κύριο, καθὼς εἶναι γραμμένο στὸ νόμο, ὅτι κάθε ἀρσενικὸ ποὺ ἀνοίγει μήτρα θὰ ἀφιερωθῆ στὸν Κύριο· καὶ γιὰ νὰ προσφέρουν θυσία, σύμφωνα πάλι μὲ τὸ νόμο Κυρίου, ἕνα ζευγάρι τρυγόνια ἤ δυὸ μικρὰ περιστέρια. Οἱ ἠμέρες τοῦ καθαρισμοῦ, γιὰ τὶς ὁποῖες λέγει ἐδῶ τὸ ἱερὸ κείμενο τοῦ Εὐαγγελίου, εἶναι σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴ γέννηση τοῦ παιδιοῦ. Ὁ σκοπὸς τῆς παρουσίασης στὸ ναὸ ἦταν διπλός· ὁ καθαρισμὸς τῆς μητέρας καὶ ἡ ἀφιέρωση τοῦ παιδιοῦ.
Ἦταν τότε στὰ Ἱεροσόλυμα ἕνας ἄνθρωπος ποὺ λεγότανε Συμεών, κι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν δίκαιος καὶ εὐλαβὴς καὶ περίμενε τὴν ἐκπλήρωση τῶν ἐπαγγελιῶν τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν Ἰσραήλ. Ἦταν ἐπάνω του τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τοῦ εἶχε προφητευτῆ πὼς δὲν θὰ πεθάνη πρὶν δῆ τὸ Χριστό, καὶ μὲ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἦλθε στὸ ναό. Ὅταν οἱ γονεῖς ἔφεραν τὸ παιδὶ Ἰησοῦ, γιὰ νὰ ἐκτελέσουν γι’ αὐτὸν τὰ ἔθιμα τοῦ νόμου, τότε ὁ Συμεὼν τὸν πῆρε στὴν ἀγκαλιά του, εὐλόγησε τὸ Θεὸ καὶ εἶπε· «Τώρα, Δέσποτα, πάρε μὲ εἰρήνη τὸ δοῦλο σου, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο σόν, γιατί εἶδα μὲ τὰ μάτια μου τὴ σωτηρία σου, ποὺ ἑτοίμασες γιὰ ὅλους τοὺς λαούς, τὸ φῶς ποὺ θὰ φωτίση τὰ ἔθνη καὶ θὰ δοξάση τὸ λαό σου τὸν Ἰσραήλ».
Κι ἐνῶ ὁ Ἰωσὴφ καὶ ἡ Μαρία θαύμαζαν γιὰ ὅσα λέγονταν γιὰ τὸν Ἰησοῦ, ὁ Συμεὼν τοὺς εὐλόγησε καὶ εἶπε στὴ Μαριάμ· «Αὐτὸς εἶναι προωρισμένος γιὰ νὰ πέσουν καὶ γιὰ νὰ ἀνυψωθοῦν πολλοὶ ἀνάμεσα στὸν Ἰσραήλ, κι αὐτὸς θὰ εἶναι πρόσωπο ἀντιλογίας, γιὰ νὰ φανερωθῆ τί σκέφτονται πολλοὶ μέσα τους, ἀλλὰ καὶ τὴ δική σου ψυχὴ θὰ περάση μαχαίρι».
Ἦταν ἐκεῖ καὶ κάποια προφήτισσα Ἄννα, θυγατέρα τοῦ Φανουὴλ ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Ἀσήρ. Αὐτὴ ἦταν σὲ πολὺ προχωρημένη ἡλικία. Εἶχε ζήσει μὲ τὸν ἄνδρα της ἑπτὰ χρόνια κι ὀγδοντατέσσερα χρόνια ὕστερα, ὡς χήρα, δὲν ἔφευγε ἀπὸ τὸ ναό, ἀλλὰ σὲ προσευχὲς καὶ νηστεῖες λάτρευε μέρα-νύχτα τὸ Θεό. Παρουσιάστηκε λοιπὸν ἐκείνη τὴν ὥρα, δοξολογοῦσε τὸ Θεὸ καὶ μιλοῦσε γιὰ τὸ παιδὶ σ’ ὅλους ποὺ περίμεναν λύτρωση τῆς Ἱερουσαλήμ.
Δὲν μποροῦμε νὰ προσθέσουμε τίποτε στὴ διήγηση τοῦ Εὐαγγελιστῆ καὶ δὲν θέλομε νὰ σχολιάσουμε οὔτε τὴν προσευχὴ οὔτε τὰ προφητικὰ λόγια τοῦ πρεσβύτη Συμεὼν γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό. Θὰ ἐπαναλάβωμε μόνο τὰ λόγια της Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν ὕμνο τῆς σημερινῆς ἑορτῆς· «Ὁ παλαιὸς ἡμερῶν, νηπιάσας σαρκί, ὑπὸ Μητρὸς παρθένου τῷ Θεῷ προσάγεται, τοῦ οἰκείου νόμου πληρῶν τὸ ἐπάγγελμα». Συμμορφώθηκε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς πρὸς τὸ νόμο καὶ ὑποβλήθηκε ἡ Παναγία στὶς διατάξεις τοῦ καθαρισμοῦ, γιὰ νὰ φανῆ πὼς ὅλοι χωρὶς ἐξαίρεση ὀφείλομε νὰ ἐκτελοῦμε μὲ ταπεινὸ φρόνημα ὅ,τι ἐντέλλεται ὁ Θεὸς καὶ ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία. Ἀμήν.