Ο εξομολόγος ποιμένας ή ο ψυχοθεραπευτής πρέπει να βρίσκει τα αληθινά γεγονότα πίσω από την «κρυμμένη έννοια

Είναι απαραίτητο ο ποιμένας ή ο ψυχοθεραπευτής να συνηθίσει να ακούει τόσο εκείνο που λέει όσο και εκείνο που εννοεί ο συνομιλητής του. Το μικρό αγόρι που λέει πως δεν του αρέσει το ποδόσφαιρο, πολύ πιθανόν να κάνει σαν την αλεπού «κρεμαστάρια» όσα δε φθάνει, αφού δεν έχει φίλους και είναι ανίκανο να ταιριάξει με τα αγόρια της ηλικίας του…

Ωστόσο, συνήθως, η παρουσία της κρυμμένης έννοιας δεν είναι τόσο εμφανής όσο στο πιο πάνω περιστατικό. Συχνά μόνο με πολύ προσεκτική παρατήρηση των παραδρομών της γλώσσας και της συμπεριφοράς και φυσικά και με άλλα στοιχεία μπορεί ο ποιμένας ή ο ψυχοθεραπευτής να αποκτήσει μια πλήρη ιδέα της καθολικής έννοιας των μηνυμάτων του συνομιλητή του.

Μια γυναίκα που την εγκατέλειψε ο άνδρας της, όταν κηρύττει ότι δεν θέλει να τον ξαναδεί, μπορεί να προσπαθεί μ’ αυτόν τον τρόπο να κρύψει τον έρωτά της γι’ αυτόν και τον πόνο και την ντροπή που της προκαλεί η τόσο ταπεινωτική γι’ αυτήν ενέργεια του.

Μερικές φορές οι συνομιλητές μας σχεδόν αναγγέλλουν την κρυμμένη έννοια. Κάποιος μπορεί να μας πει «δεν ξέρω ανησυχώ για τη δουλειά ή κάτι άλλο». Στην πρώτη μας συνάντηση μαζί του μπορεί να είναι σοφό να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας στη δουλειά, αλλά αργότερα ίσως να είναι απαραίτητο να κοιτάξουμε και γι’ αυτό το «κάτι άλλο».

Ένα καλό παράδειγμα κρυμμένης έννοιας είναι το ακόλουθο περιστατικό. Σε μια κοινωνική συγκέντρωση, όπου παρευρίσκονταν άνδρες και γυναίκες, μια κυρία έκανε τη δήλωση ότι οι παλιολλαδίτες άνδρες είναι αγροίκοι και άξεστοι. Όλοι οι παρευρισκόμενοι σχημάτισαν αμέσως δυο παρατάξεις και μερικοί συμφωνούσαν ενώ άλλοι διαφωνούσαν μ’ αυτή τη γενίκευση. Επακολούθησε μια πολύ έντονη και ατέλειωτη συζήτηση, στην οποία εξετάσθηκαν εξαντλητικά τα προτερήματα και τα ελαττώματα των παλιολλαδιτών. Με άλλα λόγια η δήλωση της κυρίας αυτής αντιμετωπίστηκε επιφανειακά και συζητήθηκε ανάλογα, αφού κανείς δε φάνηκε να είχε προσέξει το γεγονός ότι η κυρία αυτή είχε παντρευτεί ένα παλιολλαδίτη με τον οποίο είχε ζήσει δεκαπέντε χρόνια και από τον οποίο είχε χωρίσει πρόσφατα. Αν τώρα είχαν σκεφθεί μερικοί παριστάμενοι ότι η κυρία αυτή είχε εκφράσει τα αισθήματά της για τον άντρα της μάλλον, παρά για το χαρακτήρα των παλιολλαδιτών και ότι απλώς ο τρόπος που τα εξέφρασε προκάλεσε την πατριωτική αντίδραση των ακροατών της, αυτή τη σκέψη θα την κρατούσαν κρυφή και δε θα την εξέφραζαν δημόσια, γιατί αυτή είναι η φύση των καθώς πρέπει κοινωνικών επαφών.

Αλλά στον ποιμαντικό ή το θεραπευτικό διάλογο τα πράγματα έχουν αλλιώς. Αν η δήλωση αυτή γινόταν σ’ ένα ποιμαντικό ή θεραπευτικό διάλογο, ο ποιμένας ή ο ψυχοθεραπευτής δε θα έπρεπε να είχε παραπλανηθεί από το επιφανειακό περιεχόμενο της δηλώσεως. Θα περίμενε άγρυπνα για μια προσωπική αναφορά και μόλις θα μάθαινε για τον άντρα αυτής της γυναίκας θα κατεύθυνε τη συζήτηση προς αυτή την πλευρά αντί να συζητά για τον χαρακτήρα των παλιολλαδιτών.

Ακόμα θα ήταν προσεκτικός, να μην αφήσει συναισθήματα που τυχόν θα είχε για τους παλιολλαδίτες να παρεισφρήσουν στον διάλογο.

ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ π. ΦΙΛΟΘΕΟΥ ΦΑΡΟΥ «ΔΙΑΛΟΓΟΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΑΡΜΟΣ», 2016.

Related posts

Το μόνο σίγουρο…Χορχε Μπουκάι 

Πώς τακτοποιούνται οι παρεξηγήσεις

Να σου πω μια ιστορία