Το γράμμα που δεν έφτασε ποτέ…
Ένας ηλικιωμένος ιερέας συνήθιζε κάθε βράδυ να γράφει ένα μικρό γράμμα προς τον Θεό.
Δεν ήταν προσευχή ήταν σαν σημείωμα καρδιάς. Άλλες φορές έγραφε ευχαριστίες, άλλες πόνο, άλλες απορίες.
Μετά το δίπλωνε, το άφηνε στο περβάζι και έλεγε:
«Κύριε, Εσύ ξέρεις πού θα το βρεις.»
Μια μέρα, ένας δυνατός άνεμος πήρε το γράμμα και το πέταξε μακριά. Ο ιερέας στεναχωρήθηκε.
«Ίσως ήταν το πιο αληθινό μου γράμμα… και χάθηκε», είπε με θλίψη.
Μήνες αργότερα, μια νεαρή γυναίκα χτύπησε την πόρτα της ενορίας.
Στο χέρι της κρατούσε ένα τσαλακωμένο χαρτί.
«Το βρήκα σε μια όχθη, πάτερ. Δεν ξέρω πώς έφτασε σε μένα… αλλά οι λέξεις μέσα άλλαξαν τη ζωή μου. Ήμουν έτοιμη να τα παρατήσω όλα. Αυτό το γράμμα μού έδωσε ελπίδα.»
Ο ιερέας αναγνώρισε τον γραφικό του χαρακτήρα και χαμογέλασε.
«Βλέπεις, παιδί μου; Κανένα μήνυμα που γράφεται με πίστη δεν χάνεται. Ακόμη κι εκείνο που δεν έφτασε ποτέ… ο Θεός το έστειλε εκεί που χρειαζόταν.»