– Οι Άγιοι με την πολλή τους αγάπη μας προσφέρουν από τον ουράνιο άρτο και από το παραδεισένιο μέλι.
– Μόνον ο Θεός είναι πανταχού παρών· οι Άγιοι πηγαίνουν από το ένα μέρος στο άλλο με τέτοια ταχύτητα, που οι αποστάσεις καταργούνται· δεν υπάρχουν γι’ αυτούς κοντινές ή μακρινές αποστάσεις. Όταν ήμουν στο Σανατόριο, ήταν ένας, ο καημένος, χρόνια άρρωστος – Χαράλαμπο τον έλεγαν. Είχε αρραβωνιασθή και μια νοσοκόμα από το Σανατόριο. Τότε οι γιατροί δεν είχαν τα μέσα για την θεραπεία της φυματίωσης, και κινδύνευε να πεθάνη. Η μάνα του, πάνω στον πόνο της, πήγε σε ένα Μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής, για να προσευχηθή. Εν τω μεταξύ αυτόν τον είχαν στην εντατική και δεν άφηναν ούτε την αρραβωνιαστικιά του να μπή μέσα. Κάποια στιγμή την παίρνει τηλέφωνο η μάνα του και της λέει: «Μη στενοχωριέσαι. Η Αγία Παρασκευή μου είπε ότι ο Χαράλαμπος θα γίνη καλά. Μου είπε ακόμη: “Τώρα πάω και στο Σανατόριο της Λαμίας· κινδυνεύει κι εκεί κάποιος”». Εκείνη την ώρα ο άρρωστος έγινε καλά. Τηλεφωνεί μετά η νοσοκόμα στο Σανατόριο της Λαμίας και ακριβώς εκείνη την ώρα κάποιος που κινδύνευε εκεί έγινε καλά ως εκ θαύματος. Με τί ταχύτητα πήγε η Αγία! Αν έτρεχε ένα αυτοκίνητο με τέτοια ταχύτητα, θα είχε διαλυθή. Εκείνη ούτε βενζίνη σούπερ έκαψε, ούτε τα λάστιχα χάλασαν!
Αυτή είναι και η δουλειά όλων γενικά των Αγίων∙ να βοηθούν και να προστατεύουν εμάς τους ταλαίπωρους ανθρώπους από τους ορατούς και αοράτους πειρασμούς. Δική μας δουλειά είναι, όσο μπορούμε, να ζούμε πνευματικά, να μη στεναχωρούμε τον Χριστό, να ανάβουμε το καντηλάκι στους Αγίους και να τους παρακαλούμε να μας βοηθούν. Σε αυτήν την ζωή έχουμε ανάγκη βοηθείας, για να μπορέσουμε να πάμε κοντά στον Χριστό. Στην άλλη ζωή, εάν ο Θεός μας αξιώση και πάμε κοντά Του, ούτε και τους Αγίους θα «κουράζουμε», αλλά ούτε και θα υπάρχη λόγος να τους παρακαλούμε να μας βοηθήσουν. Το θαύμα είναι μυστήριο· μόνο ζήται και δεν εξηγείται· το μυαλό δεν μπορεί να το ερμηνεύση.
Πόσες φορές δεν στάθηκα μπροστά στην εικόνα Της, στο καντήλι της και δεν είχα τίποτε απολύτως να της πω.
Κενό, τίποτα, όλος, μάτια, όλος δάκρυα..
Λέξη δεν έβγαινε από τα ξεραμένα χείλη μου. Λέξη από τα ταραγμένο μου μυαλό.
Είναι τότε που ο πόνος σε κλειδώνει, που σε παγώνει στον πιο βαρύ χειμώνα της καρδιάς σου.
Σιωπή, βλέμμα κενό, καρδιά παραλυμένη.
Όταν πονάς δεν μιλάς, σιωπάς και είναι τόσο δυνατές οι κραυγές σου που δεν ακούγονται.
Έχω δει χείλη να πάλλονται δίχως να μιλάνε. Φωνές να βραχνιάζουν δίχως να λένε λέξη. Όλος ο άνθρωπος γίνεται μάτια, όλο το σώμα μια κραυγή, μια φωνή δίχως ήχο.
Σιωπή, σώμα σε στάση προσευχής, σε κατάσταση αναμονής…
Πόσες φορές προσευχήθηκα σε αυτή την απόλυτη σιωπή. Σε αυτά τα κρύα πατώματα της μοναξιάς σε νύχτες που έμοιαζαν αξημέρωτες.
Μόνη παρέα το εικόνισμα της Παναγίας, μια αγκαλιά, ένα χάδι Μάνας, μια ζεστή αγκαλιά και ένας ήχος στο αυτί «σσσσσσς, όλα θα πάνε καλά…….».
Αυτή είναι η Παναγία, που ακούει τις προσευχές των παιδιών της!
Αυτή είναι η Μαλεβή!
Ισιδώρας Μοναχής