Προσκυνοῦμέν σου τὴν Γένναν Χριστέ
Μὲ τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανοὺς ὅλου τοῦ κόσμου θὰ κληθοῦμε ἀπὸ τὴν Ἁγία Ἐκκλησία νὰ προσκυνήσουμε ὡς «παιδίον» εἰς τὰς ἀγκάλας τῆς ἁγίας Μητρός Του Αὐτὸν ποὺ εἶναι «ὁ ὢν καὶ ὁ ἦν καὶ ὁ ἐρχόμενος» (Ἀποκ. α´ 8), ὁ «μεγάλης βουλῆς ἄγγελος», ὁ «ἐξουσιαστής», ὁ «ἄρχων τῆς εἰρήνης», ὁ «πατὴρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος» (Ἡσ. θ´ 6).
Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ υμμετέχουν εἰς αὐτὴν τὴν προσκύνησιν. Ὅπως ψάλλει ἡ Ἐκκλησία: «Οἱ ἄγγελοι (προσφέρουν) τὸν ὕμνον, οἱ οὐρανοὶ τὸν ἀστέρα, οἱ μάγοι τὰ δῶρα, οἱ ποιμένες τὸ θαῦμα, ἡ γῆ τὸ σπήλαιον, ἡ ἔρημος τὴν φάτνην» καὶ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων «μητέρα Παρθένον», στὸν νηπιάσαντα Κύριο τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς. Καὶ τοῦτο, διότι τὸ βρέφος αὐτό, τὸ φαινομενικὰ ἀδύνατο, εἶναι ὁ Παντοκράτωρ, ὁ Λυτρωτής, ὁ Σωτήρ, ὁ Θεάνθρωπου. Θεωροῦντες τὰ πράγματα διὰ τῆς πίστεως γνωρίζομε ὅτι τὸ ἀδύνατο αὐτὸ βρέφος εἶναι ὁ «πρὸ αἰώνων Θεός», ὁ Κύριος τοῦ κόσμου καὶ τῆς ἱστορίας.
«Μέγα τὸ μυστήριον». Τὸ «μόνον καινὸν ὑπὸ τὸν ἥλιον», κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνό. Δὲν ἔχει προηγούμενο οὔτε μπορεῖ νὰ ἐπαναληφθῇ.
Βλέποντες τὴν ἱστορία μὲ τὴν προοπτικὴ αὐτή, μποροῦμε νὰ ἐλπίσουμε ὅτι Αὐτός, ὁ σαρκωθεὶς Θεός, θὰ βοηθήσῃ τὸν λαόν Του νὰ ὑπερβῇ τὴν παροῦσα κρίσι.
Eἶναι πολλὰ τὰ κοινὰ σημεῖα τῆς ἐποχῆς μας μὲ τὴν ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποία ἐγεννήθη ὁ Χριστὸς ἐπὶ «Καίσαρος Αὐγούστου», «ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας». Καὶ τότε ὑπῆρχε μία μορφὴ παγκοσμιοποιήσεως ἀνάλογη μὲ αὐτὴν ποὺ ἐπιχειρεῖται σήμερα. Ἡ φορολογία ἦταν ἀπάνθρωπη. Τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο συνετρίβετο, προκειμένου νὰ ἐπιτευχθοῦν οἱ στόχοι τοῦ Καίσαρος. Εἶναι γνωστοὶ οἱ ἐξανδραποδισμοὶ καὶ τὰ βασανιστήρια ποὺ ὑφίσταντο οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τοὺς τότε δυνάστας. Ἀκόμη εἶναι γνωστὰ τὰ ἔκλυτα ἤθη τῆς τότε κοινωνίας, ἀντίστοιχα πρὸς τὴν φαυλότητα τῶν “θεῶν” ποὺ ἐλάτρευαν οἱ ἄνθρωποι.
Καὶ σήμερα ἡ κρίσις ποὺ ἀντιμετωπίζουμε δὲν εἶναι μόνον οἰκονομικὴ ἀλλὰ καὶ ἠθικὴ καὶ θεολογική. Κρίσις οἰκονομική, διότι ἡ πτωχεία καὶ ἡ ἀνέχεια μαστίζει πολλοὺς ἀδελφούς μας. Κρίσις ἠθική, διότι ὁ πολιτισμός μας ὅλο καὶ περισσότερο ἑδράζεται στὴν φιλαυτία καὶ ὄχι στὴν ἀγάπη. Κρίσις θεολογική, διότι μεταίρονται ὅρια αἰώνια, τὰ ὁποῖα ἔθεσαν οἱ ἅγιοι Πατέρες (πρβλ. Παροιμ. κβ´ 28), καὶ ἀντικαθίστανται ἀπὸ ξενόφερτες “θεολογίες”. Αὐτὲς οἱ “θεολογίες” ἄδειασαν τὶς Ἐκκλησίες τῆς Εὐρώπης καὶ κινδυνεύουν νὰ ἀδειάσουν καὶ τοὺς δικούς μας Ναούς, ὅπως εἶπε Προτεστάντης θεολόγος, διότι καλλιεργοῦν τὸν ὀρθολογισμὸ καὶ τὸν σκεπτικισμό.
Ὅπως στὸν εὑρισκόμενο «ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου» κόσμο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης «φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς» (Ματθ. δ´ 16), ὁ Θεάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, προσφέροντάς του τὴν λύτρωσι, ἐλπίζουμε ὅτι καὶ στὴν παροῦσα κρίσιμη φάσι τῆς ἱστορίας τοῦ ἔθνους μας ὁ Παντοκράτωρ Κύριος δὲν θὰ μᾶς στερήσῃ τὴν Χάρι Του καὶ τὴν εὐλογία Του καὶ δὲν θὰ ἀφήσῃ νὰ χαθῇ τὸ πολυπαθὲς ἔθνος μας. Ὁ ἅγιος Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ὡς κριτὴς τοῦ κόσμου μπορεῖ νὰ ἐπέμβῃ γιὰ τὴν σωτηρία μας. Μπορεῖ νὰ ἐπέμβῃ καὶ νὰ ἐνεργήσῃ. Σεβόμενος ὅμως τὴν ἐλευθερία μας περιμένει καὶ τὴν δική μας συνέργεια, ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν προσευχή μας. Ἐκεῖνος θὰ ἐνεργήσῃ τὴν σωτηρία μας, ἐὰν ἐμεῖς συνεργήσουμε.
Εἶναι πάντοτε ἐπίκαιροι οἱ λόγοι τοῦ μεγάλου Σέρβου Ἱεράρχου, ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, ὁ ὁποῖος τὸ 1929 ἔγραφε: «Μέχρι πότε θὰ διαρκέσει ἡ κρίση; Ὅσο τὸ πνεῦμα τῶν ἀνθρώπων παραμείνει δίχως ἀλλαγή. Ὥσπου οἱ ὑπερήφανοι ὑπαίτιοι αὐτῆς τῆς κρίσης νὰ παραιτηθοῦν μπροστὰ στὸν Παντοδύναμο. Ὥσπου οἱ ἄνθρωποι καὶ οἱ λαοὶ νὰ θυμηθοῦν, τὴν ἀκαταλαβίστικη λέξη “κρίση”, νὰ τὴ μεταφράζουν στὴ γλώσσα τους, ὥστε μὲ ἀναστεναγμὸ καὶ μετάνοια νὰ φωνάξουν: “ἡ Θεία δίκη”!» («Δρόμος δίχως Θεὸ δὲν ἀντέχεται…», σελ. 35-36).
Ὅλος ὁ λαὸς καλούμεθα σὲ μετάνοια καὶ προσευχή, γιὰ νὰ ἐπέμβῃ ὁ Θεός, ὅπως ἔγινε στὴν Νινευΐ (Ἰωνᾶ γ´ 10).
Ἀλλ᾿ ἐὰν δὲν μετανοοῦν καὶ δὲν προσεύχωνται οἱ πολλοί, τοὐλάχιστον ἂς μετανοοῦμε καὶ ἂς προσευχώμεθα οἱ ὀλίγοι πιστοί, καὶ ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ μᾶς σώσῃ, ὅπως θὰ ἔσωζε τὰ Σόδομα καὶ τὰ Γόμμορα, ἐὰν ὑπῆρχαν ἔστω καὶ δέκα δίκαιοι (Γέν. ιη´ 20-32).
Πιστεύουμε ὅτι, ἂν ἔτσι ἐνεργήσουμε, ὁ Φιλάνθρωπος Κύριος, ὄχι μόνο θὰ μᾶς βοηθήσῃ νὰ ὑπερβοῦμε τὴν παροῦσα κρίσι, ἀλλὰ θὰ ἐξαγάγῃ ἀπὸ τὴν πικρίαν τῆς δοκιμασίας αὐτῆς καρποὺς γλυκεῖς καὶ σωτηρίους, ὅπως χαρακτηριστικὰ λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής: «Καὶ τοῖς γενομένοις κακοῖς ἀγαθοπρεπῶς κέχρηται πρὸς διόρθωσιν ἡμῶν ὁ Θεός» (PG 4 305 D).
Προσκυνοῦμε τὸ Θεῖον Βρέφος μὲ πίστι καὶ ἐλπίδα, ὅτι θὰ ἐπιβλέψῃ εὐμενῶς εἰς τὸν λαόν Του.
Εὐλογημένα καὶ Ἅγια Χριστούγεννα!
Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς Ὁσ. Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους
Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος
καὶ οἱ σὺν ἐμοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοὶ
10 Ἦν δὲ διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. 11 καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακύψαι εἰς τὸ παντελές. 12 ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· 13 καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. 14 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· Ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. 15 ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά· ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; 16 ταύτην δὲ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; 17 καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ’ αὐτοῦ.
Ερμηνεία
10 Ἐδίδασκε δὲ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου εἰς μίαν ἀπὸ τὰς συναγωγάς. 11 Καὶ ἰδοὺ παρευρίσκετο ἐκεῖ μία γυναῖκα, ἡ ὁποία ἐκ συνεργείας τοῦ πονηροῦ πνεύματος κατείχετο ὑπὸ ἀσθενείας ἐπὶ δεκαοκτὼ ἔτη, καὶ ἦτο δι’ αὐτὸ σκυμμένη διαρκῶς μὲ κυρτωμένον τὸ σῶμα καὶ δὲν ἠδύνατο νὰ σηκώσῃ ὀρθίαν τὴν κεφαλήν της ὁλοτελῶς. 12 Ὅταν δὲ τὴν εἶδεν ὁ Ἰησοῦς, τῆς ἐφώναξε καὶ τῆς εἶπε· Γυναῖκα, εἶσαι λυμένη καὶ ἐλευθερωμένη ἀπὸ τὴν ἀρρώστιάν σου. 13 Καὶ ἔβαλεν ἐπάνω της τὰς χεῖρας του. Καὶ τὴν ἰδίαν στιγμήν, ἐπανέκτησε τὴν ὀρθίαν στάσιν τοῦ σώματός της καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεὸν διὰ τὴν θεραπείαν της. 14 Ἔλαβε δὲ τὸν λόγον ὁ ἀρχισυνάγωγος, γεμᾶτος ἀγανάκτησιν, διότι κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου ἔκαμε τὴν θεραπείαν ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἔλεγεν εἰς τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ· Ἓξ ἡμέραι εἶναι εἰς τὴν διάθεσίν μας, κατὰ τὰς ὁποίας δικαιούμεθα καὶ πρέπει νὰ ἐργαζώμεθα. Κατ’ αὐτὰς λοιπὸν τὰς ἐργασίμους ἡμέρας νὰ ἔρχεσθε καὶ νὰ θεραπεύεσθε, καὶ ὄχι κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου. 15 Ἀπεκρίθη λοιπὸν εἰς αὐτὸν ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά, σὺ ποὺ ὑπὸ τὸ πρόσχημα τοῦ σεβασμοῦ τοῦ Σαββάτου κρύπτεις φθόνον καὶ μοχθηρίαν· ὁ καθένας σας κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου δὲν λύει τὸ βώδι του ἢ τὸν ὄνον του ἀπὸ τὴν φάτνην καὶ δὲν τὸ πηγαίνει νὰ τὸ ποτίσῃ, χωρίς, σύμφωνα μὲ τὴν ἐκ παραδόσεως ἀνεγνωρισμένην ἑρμηνείαν τῆς ἐντολῆς τοῦ Σαββάτου, νὰ θεωρῆται παραβάτης αὐτῆς; 16 Αὐτὴ δέ, ποὺ εἶναι κόρη καὶ ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, τὴν ὁποίαν ἔδεσεν ὁ σατανᾶς μὲ τὴν ἀρρώστιαν, ὥστε ἐπὶ δεκαοκτὼ ὁλόκληρα χρόνια νὰ μὴ δύναται νὰ σηκωθῇ ὀρθία, δὲν ἦτο πρέπον καὶ ἐπιβεβλημένον νὰ λυθῇ ἀπὸ τὸ μακροχρόνιον αὐτὸ καὶ ὀδυνηρὸν δέσιμον κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ Σαββάτου; 17 Καὶ ἐνῷ ἔλεγεν αὐτὰ ὁ Ἰησοῦς, ἐντροπιάζοντο ὅλοι οἱ ἀντίθετοί του. Καὶ ὅλος ὁ λαὸς ἔχαιρε δι’ ὅλα τὰ λαμπρὰ καὶ θαυμαστά ἔργα, ποὺ διαρκῶς ἐγίνετο ἀπὸ αύτόν.