ΠΩΣ ν’ αποκτήσω κατάνυξι στην προσευχή, Αββά; ρώτησε ένας Αδελφός τον Όσιο Σιλουανό, που είχε μεγάλη πείρα στα πνευματικά. Και του εμπιστεύθηκε πως έκανε μεγάλη προσπάθεια να ψάλλη μελωδικά για ν’ αντιστέκεται στον ύπνο που τον ενοχλούσε στην Ακολουθία.
– Η ψυχή, παιδί μου, δε συγκινείται τόσο από τη μελωδία, όσο από το περιεχόμενο του ψαλμού, εξήγησε ο Όσιος. Προσέχοντας μόνο να ψάλλης μελωδικά, κινδυνεύεις να πέσης σε κενοδοξία και να σκληρύνη πιο πολύ η καρδιά σου. Είτε προσεύχεσαι, είτε ψάλλεις, να έχης πάντοτε βαθειά συναίσθησι ότι βρίσκεσαι μπροστά στον Αγιο Θεό. Μην επιτρέπης στο νου σου να ρεμβάζη. Αγάπησε την ταπεινοσύνη, που γεννά την κατάνυξι. Μη θέλης να κάνης επίδειξη της σοφίας και των γνώσεων σου. Προτίμα να διδάσκεσαι παρά να διδάσκης. Κοντά στα παραπάνω, βλέποντας ο Θεός την αγαθή σου προαίρεσι, θα σου δώση το χάρισμα της κατανύξεως.
ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ
ΚΑΠΟΙΟΣ Μοναχός, είπε εμπιστευτικά στον Αββά Σισώη, πως είχε κατορθώσει τον τελευταίο καιρό να έχη διαρκώς το νου του στο Θεό.
– Αυτό, παιδί μου, του αποκρίθηκε ο διακριτικός Γέροντας, ούτε μεγάλο κατόρθωμα, ούτε δικό σου είναι, αλλά της θείας Χάριτος. Μεγάλο πράγμα είναι να νοιώθης τον εαυτό σου χειρότερο απ’ όλους τους ανθρώπους. Αυτό λέγεται ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ.
Για να διδάξη κανείς τον άλλον, πρέπει ο ίδιος να είναι υγιής ψυχικά και απαθής, λέγει ο αββάς Ποιμήν. Δεν είναι ανάγκη να οικοδομής το σπίτι του άλλου, καταστρέφοντας το δικό σου.
Εκείνος που διδάσκει τους άλλους, χωρίς να εφαρμόζη τίποτε από εκείνα που διδάσκει, λέγει πάλι ο ίδιος Πατήρ, μοιάζει με πηγή που ποτίζει και ξεπλένει τα γύρω της, ενώ είναι γεμάτη από κάθε λογιών ακαθαρσία.
Μία νύχτα πήγαν ληστές σε κάποιον Ερημίτη.
– Ήλθαμε να πάρωμε τα πράγματά σου, του είπαν άγρια.
– Κοπιάστε και πάρετε ό,τι σας αρέσει, αποκρίθηκε εκείνος, χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του.
Άδειασαν στη στιγμή τη φτωχική του καλύβη κι έφυγαν βιαστικοί. Λησμόνησαν όμως να πάρουν ένα μικρό φλασκί, που ήταν κρεμασμένο από το δοκάρι της στέγης. Ο Ερημίτης το ξεκρέμασε και, τρέχοντας πίσω από τους ληστές, φώναζε για να τον ακούσουν να σταματήσουν:
– Γυρίστε πίσω, αδελφοί, να πάρετε και τούτο.
Και τους έδειχνε από μακριά το μικρό φλασκί.
Εθαύμασαν την ανεξικακία του εκείνοι κι εγύρισαν, όχι για να πάρουν το φλασκί, αλλά για να του βάλουν μετάνοια και να του δώσουν πίσω, όλα του τα πράγματα.
– Αυτός μάλιστα, είναι πραγματικά άνθρωπος του Θεού, έλεγαν μεταξύ τους.