ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
στ΄ 14 – 21
Τὸ πρῶτο μάθημα ποὺ μαθαίνει ὁ στρατιώτης ὅταν πάει στὴ μάχη, εἶναι ὅτι δὲν πρέπει νὰ παραδοθεῖ στὸν ἐχθρό. Ὁ διοικητὴς τὸν προειδοποιεῖ πῶς ὅλοι οἱ στρατιῶτες ὀφείλουν νὰ προσέχουν γιὰ νὰ μὴν πέσουν στὶς παγίδες τοῦ ἐχθροῦ, νὰ μὴν ξεγελαστοῦν κι αἰχμαλωτιστοῦν. Ὁ στρατιώτης ποὺ εἶναι μόνος του καὶ γυμνός, πεινάει καὶ κρυώνει, ἀντιμετωπίζει μεγάλο πειρασμὸ ν’ αὐτομολήσει στὸν ἐχθρό. Ὁ πανοῦργος ἐχθρὸς θὰ ἐκμεταλλευτεῖ μὲ κάθε δυνατὸ τρόπο τὴ δυσχερῆ θέση του. Ἴσως νὰ πεινάει κι αὐτὸς (ὁ ἐχθρός). Σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση ὅμως θὰ δείξει τὴ γαλαντομία του, θὰ προσποιηθεῖ πῶς ἔχει ἀρκετὰ ἀγαθὰ καὶ θὰ δώσει ἕνα κομμάτι ψωμὶ στὸ στρατιώτη ποὺ παραδόθηκε. Ἴσως κι ὁ ἐχθρὸς νὰ κρυώνει, νά ‘ναι ρακένδυτος ἢ γυμνός. Τότε ὅμως θὰ δώσει κάποιο ροῦχο στὸ στρατιώτη, σὰ νά ‘τὰν ὁ ἴδιος πλούσιος καὶ καλοντυμένος, σὰ νὰ τοῦ περίσσευαν τὰ ροῦχα. Θὰ τοῦ δώσει φυλλάδια, ὅπου θὰ κομπάζει πῶς ἡ νίκη του εἶναι σίγουρη, θὰ πεῖ στὸ φτωχὸ στρατιώτη πῶς δεξιὰ κι ἀριστερά του ὑπάρχουν ὁμάδες πολλὲς φίλων καὶ συναδέλφων του ποὺ παραδόθηκαν, ἢ πῶς ὁ στρατηγός τους σκοτώθηκε ἢ πῶς ὁ βασιλιᾶς τους ζήτησε νὰ συνάψει εἰρήνη μαζί τους. Θὰ ὑποσχεθεῖ στὸ στρατιώτη σύντομη ἐπιστροφὴ στὸ πατρικό του σπίτι, μιὰ καλὴ θέση, λεφτὰ καὶ ὅσα ἄλλα ὀνειρεύεται ὁ ἄνθρωπος ποὺ βρίσκεται σὲ μεγάλη ἀνάγκη. Ὁ στρατηγὸς ἐπισημαίνει ὅλες αὐτὲς τίς παγίδες καὶ τὰ τεχνάσματα τοῦ ἐχθροῦ ἀπὸ τὴν ἀρχή, προειδοποιεῖ τοὺς στρατιῶτες του πῶς δὲν πρέπει νὰ τὰ πιστέψουν, ὁποιοδήποτε κι ἂν εἶναι τὸ τίμημα. Τοὺς συμβουλεύει νὰ μὴν ἐγκαταλείψουν τὴ θέση τους, νὰ μὴν παραδοθοῦν, ἀλλὰ νὰ μείνουν πιστοί, ἔστω κι ἂν χρειαστεῖ νὰ τὸ πληρώσουν αὐτὸ μὲ τὴ ζωή τους.
Ἡ μὴ παράδοση στὸν ἐχθρὸ εἶναι ἕνας ἰδιαίτερα σπουδαῖος κανόνας καὶ γιὰ τοὺς στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ, στὴ μάχη ποὺ δίνουν μὲ τὰ πονηρὰ πνεύματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Κι ὁ Χριστός, ποὺ στὴ μάχη αὐτὴ εἶναι ὁ Βασιλιᾶς καὶ στρατηγός μας, τὸ ἐπισημαίνει αὐτὸ καὶ μᾶς προειδοποιεῖ: «Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν» (Ματθ. κδ’ 25), εἶπε στοὺς μαθητές Του.
Ὁ κίνδυνος εἶναι μεγάλος. Ὁ ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρώπινου γένους εἶναι πιὸ φοβερὸς καὶ πιὸ πανοῦργος ἀπὸ κάθε ἄλλον ἐχθρὸ ποὺ θὰ μποροῦσες νὰ φανταστεῖς. Τὸ εἶπε αὐτὸ ὁ Κύριος σ’ ἕνα ἄλλο σημεῖο: «Ἰδοὺ ὁ σατανᾶς ἐξητήσατο ὑμᾶς τοῦ σινιάσαι ὡς τὸν σίτον» (Λουκ. κβ’ 31). Ὁ σατανᾶς θέλει νὰ σᾶς ξεκοσκινίσει, ὅπως τὸ σιτάρι μέσα στὸ κόσκινο. Κυνηγάει διαρκῶς τοὺς ἀνθρώπους, ἀπὸ τὴν ἴδια τὴ στιγμὴ ποὺ ἐξαπάτησε τὸν πρῶτο ἄνθρωπο – ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ ἀξίωσε δικαιώματα πάνω στοὺς ἀνθρώπους καὶ τὰ πῆρε ἀπό το Θεὸ γιὰ λογαριασμό του. Προσπαθεῖ νὰ σύρει κοντά του τὸ στρατιώτη τοῦ Χριστοῦ χρησιμοποιῶντας κάθε ἀπάτη, τὸν δελεάζει μὲ ψεύτικες ὑποσχέσεις καὶ τοῦ δείχνει φανταστικὰ πλούτη. Δὲν ὑπάρχει πιὸ πεινασμένη ὕπαρξη ἀπὸ κεῖνον, ἀλλὰ δείχνει τὸ ψωμὶ στοὺς πεινασμένους καὶ τοὺς καλεῖ νὰ παραδοθοῦν. Δὲν ὑπάρχει πιὸ γυμνὸ ὄν ἀπ’ αὐτόν, μὰ τραβάει τοὺς ἀνθρώπους μὲ τὰ χρώματα τῆς φανταστικῆς κι ἀπατηλῆς ἀμφίεσής του. Δὲν ὑπάρχει φτωχότερος ἀπ’ αὐτὸν ὅπως ὁ μάγος στὰ πανηγύρια ὅμως τρίβει δυὸ νομίσματα μεταξύ τους καὶ δείχνει στοὺς θεατές του τα ἑκατομμύρια ποὺ ὑποτίθεται πὼς ἔχει.
Δὲν ὑπάρχει κανένας ποὺ νά ‘χει πέσει τόσο πολὺ ὅσο ἐκεῖνος. Δὲν παύει ποτὲ μὲ τὰ ψέμματά του ὅμως νὰ παρουσιάζεται αὐτὸς σὰν νικητὴς κι οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ σὰν νικημένοι, σὰ νά ‘φυγε ἀπὸ τὸ πεδίο τῆς μάχης ὁ Χριστὸς καὶ κρύφτηκε. «Ψεύστης ἐστὶ καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ», εἶπε ὁ Κύριος (Ἰωάν. ἡ’44). Εἶναι ψεύτης, πατέρας τοῦ ψεύδους. Ὅλη του ἡ δύναμη κι ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα ἔχουν μόνο φανταστικὴ ὕπαρξη. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἐπισήμανε στοὺς μαθητές Του ὅλες τίς ἀπάτες καὶ τὰ ὅπλα τοῦ ἐχθροῦ καὶ τοὺς ἔδειξε τόσο μὲ λόγια ὅσο καὶ μὲ ἔργα πῶς ν’ ἀντισταθοῦν καὶ μὲ ποιά ὅπλα νὰ τὸν πολεμήσουν.
Τὸ κυριότερο ὅπλο γιά μας τοὺς χριστιανοὺς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Ἡ παρουσία Τοῦ ἀνάμεσά μας κι ἡ δύναμή Τοῦ μέσα μας εἶναι τὰ βασικά μας ὅπλα. Τὰ τελευταῖα λόγια Του ποὺ βλέπουμε στὸ εὐαγγέλιο εἶναι: «Ἰδοὺ ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κή’20). Ἡ παρουσία Του ἦταν ὁλοφάνερη στοὺς αἰῶνες ποὺ πέρασαν σὲ ἑκατομμύρια ἀτρόμητους στρατιῶτες Του – ἀποστόλους, μάρτυρες, ὁμολογητές, θεοφόρους πατέρες, ἀφοσιωμένες παρθένες καὶ ἁγίους ἄντρες καὶ γυναῖκες. Καὶ δὲ φανερωνόταν μόνο στὰ παλιὰ χρόνια ἀλλὰ καὶ στὶς μέρες μας, καθαρὰ κι ἀληθινά, σ’ ὅλους ἐκείνους ποὺ δὲν παραδόθηκαν στὸν πονηρό. Δὲ φανερώνεται σήμερα μόνο, ἀλλὰ θὰ φανερώνεται καὶ μέχρι τὴ συντέλεια, μέχρι τὸ τέλος τοῦ χρόνου, ἀφοῦ προφήτεψε πῶς στὸ τέλος τοῦ χρόνου θὰ ἐμφανιστοῦν μεγαλομάρτυρες (βλ. Ἀποκ. ια’ 3). Ἔχουμε καθαρῇ καὶ σίγουρη δύναμη ἀπὸ τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του, ἀπὸ τὸ Πάθος Του, το λόγο Του, τὸν τίμιο καὶ ζωοποιὸ Σταυρό, τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν ἀθάνατη δόξα Του.
Ἐσὺ ποὺ ἔχεις πειστεῖ γιὰ τὴν ἀκατανίκητη δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ διαπερνάει σὰν ἠλεκτρικὸ ρεῦμα τοὺς πιστούς, δεῖξε το καὶ στοὺς ἄλλους. Ἐσὺ ποὺ δὲν πείστηκες ἀκόμα, ἀλλὰ θέλεις νὰ πειστεῖς, κάνε ὅλα ὅσα σοῦ ζητάει τὸ εὐαγγέλιο. Ἐκείνους ποὺ ἐπιμένουν κακόβουλα ν’ ἀμφιβάλλουν, ἄσε τους στὴν ἀμφιβολία τους. Αὐτοὶ δὲν πληγώνουν το Θεὸ μὰ τὸν ἑαυτό τους. Δὲν ἀμφιβάλλουν γιὰ τὴν ἀπώλεια τοῦ Θεοῦ, μὰ γιὰ τὴ δική τους. Σύντομα θά ‘ρθεὶ ὁ καιρὸς ποὺ δὲ θὰ μποροῦν πιὰ ν’ ἀμφιβάλλουν, ἀλλὰ τότε δὲ θὰ μποροῦν καὶ νὰ πιστέψουν.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν παρουσία καὶ τὴ δύναμη τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι τὸ κύριο ὅπλο μας στὴ μάχη ἐνάντια στὶς πονηρὲς δυνάμεις, ὁ Κύριος Ἰησοῦς μας πρόσφερε κι ἄλλα εἴδη ὅπλων, γιὰ νὰ τὰ χρησιμοποιήσουμε μὲ τὴ βοήθειά Του. Τὰ ὅπλα αὐτὰ εἶναι τὰ ἑξῆς: διαρκὴς μετάνοια, διαρκὴς ἐλεημοσύνη, ἀδιάλειπτη προσευχή, συνεχὴς χαρὰ ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ, ὁ φόβος τῆς μέλλουσας κρίσης καὶ τῆς καταδίκης τῶν ψυχῶν μας, ἡ ἐπιθυμία νὰ ὑπομένουμε καρτερικὰ τὰ βάσανα γιὰ χάρη Του, μὲ πίστη κι ἐλπίδα, ἡ συγχώρηση τῶν προσβολῶν, ἡ θέαση τοῦ κόσμου αὐτοῦ σὰ νὰ μὴν ὑπῆρχε καθόλου, ἡ συμμετοχὴ στὰ ἅγια μυστήρια, οἱ ἀγρυπνίες κι ἡ νηστεία. Μνημονεύουμε τελευταῖα τὴ νηστεία ὄχι ἐπειδὴ σὰν ὅπλο δὲν εἶναι σπουδαῖο (μὴ γένοιτο!), ἀλλὰ ἐπειδὴ τὸ εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς ἡμέρας μιλάει γιὰ τὴ νηστεία καὶ σκοπεύουμε νὰ τὸ σχολιάσουμε ἰδιαίτερα.
Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τους ἀνθρώποις τὰ παραπτώμα« τα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοὺς ἀνθρώπους τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν» (Ματθ. στ14-15). “Ἄν συγχωρήσετε τὰ ἁμαρτήματα ποὺ σᾶς ἔκαναν οἱ ἄλλοι, θὰ συγχωρήσει καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας τὰ δικά σας ἁμαρτήματα: ἂν ὅμως ἐσεῖς δὲ συγχωρήσετε τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἄλλων, οὔτε καὶ τὰ δικά σας ἁμαρτήματα θὰ συγχωρήσει ὁ οὐράνιος Πατέρας.
Ἔτσι ἀρχίζει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο. Γιατί ἀρχίζει ἔτσι; Ἴσως διερωτηθεῖς: Τί σχέση ἔχει αὐτὸ μὲ τὴ νηστεία; Συνδέεται καὶ μάλιστα πολὺ στενά. Ὑπάρχει ἐπίσης πολὺ στενὴ σχέση ἀνάμεσα στὴ νηστεία καὶ στὸ τέλος τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου, ὅπου δὲν ἀναφέρεται ἡ νηστεία, ἀλλὰ ἡ θησαύριση τῶν ἀγαθῶν ὄχι στὴ γῆ ἀλλὰ στὸν οὐρανό, ἐκεῖ ὅπου οὔτε καὶ σκόρος ἢ ἡ σαπίλα μποροῦν ν’ ἀφανίσουν, ἀλλ’ οὔτε οἱ κλέφτες νὰ κλέψουν.
Ὅταν τὴ νηστεία τὴν κατανοοῦμε ὅπως πρέπει, μὲ χριστιανικὴ κι ὄχι μὲ νομικίστικη ἀντίληψη, δηλαδὴ μὲ φαρισαϊκὸ τρόπο, τότε ἡ συγχώρηση τῶν προσβολῶν καὶ ἡ ἀποχὴ ἀπὸ τὴν ἀπληστία εἶναι νηστεία καὶ μάλιστα ἡ πιὸ σπουδαία νηστεία ἤ, ἂν θέλεις, ὁ πολυτιμότερος καρπὸς τῆς νηστείας. Ἡ ἀποχὴ μόνο ἀπὸ τροφή, ἂν δὲν ἀποφεύγουμε ταυτόχρονα τὴν ἀνταπόδοση στὶς προσβολὲς ποὺ μᾶς ἔκαμαν ἢ ἂν προσκολλιόμαστε στὰ ἐγκόσμια πλούτη, ἔχει πραγματικὰ πολὺ λίγη ἀξία.
Ὁ Κύριος δὲ μᾶς δίνει ἐντολὴ μὲ τὴ δύναμη τῆς αὐθεντίας Του ὅταν λέει πῶς πρέπει νὰ συγχωροῦμε τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων. Μᾶς ἀφήνει στὴν ἐλεύθερη ἐπιλογή μας νὰ συγχωρήσουμε ἢ ὄχι. Τὴν ἐλευθερία μας δὲ θὰ τὴν παραβιάσει, δὲ θὰ μᾶς πιέσει νὰ κάνουμε κάτι, γιατί τότε τὸ ἔργο αὐτὸ δὲ θὰ εἶναι δικό μας ἀλλὰ δικό Του. Καὶ τότε δὲ θὰ ἔχει τὴν ἀξία ποὺ θὰ εἶχε ἂν τὸ κάναμε ἐλεύθερα, μὲ τὴ θέλησή μας. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι τίς ἐντολὲς δὲν τίς δίνει μὲ δύναμη ἐξουσίας, μὲ αὐθεντία. Ἁπλᾶ μας ἐπισημαίνει τί θὰ πάθουμε σὲ ἀντίθετη περίπτωση: Οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Καὶ ποιός ἄλλος, ἐκτὸς ἀπό το Θεό, θὰ συγχωρήσει τίς ἁμαρτίες μας; Κανένας, οὔτε στὸν οὐρανὸ οὔτε στὴ γῆ. Κανένας ἀπολύτως.
Οἱ ἄνθρωποι δὲ θὰ μᾶς συγχωρήσουν, ἐπειδὴ δὲν τοὺς συγχωρήσαμε. Ὁ Θεὸς δὲ θὰ μᾶς συγχωρήσει, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι δὲ μᾶς συγχωροῦν. Ποὺ βρισκόμαστε τότε καὶ ποὺ θὰ βρεθοῦμε; Θὰ περάσουμε τίς μέρες μας κάτω ἀπὸ ἕνα βουνὸ ἁμαρτίες. Καὶ στὴν ἄλλη ζωὴ τὸ βάρος αὐτοῦ τοῦ βουνοῦ θὰ βαρύνει ἀκόμα περισσότερο, σὲ ὅλη τὴν αἰωνιότητα. Γι’ αὐτὸ ἂς ἀσκηθοῦμε νὰ μὴν ἀνταποδίδουμε προσβολὲς στὶς προσβολὲς καὶ κακὸ στὸ κακὸ ἢ νὰ πληρώνουμε τὴν ἁμαρτία μὲ ἁμαρτία.
Ὅταν βλέπεις ἕναν μεθυσμένο πεσμένο στὴ λάσπη, θὰ ξαπλώσεις καὶ σὺ δίπλα του; Δὲ θὰ προσπαθήσεις νὰ τὸν σηκώσεις καὶ νὰ τὸν βγάλεις ἀπὸ τὴ λάσπη; Κάθε ἁμαρτία εἶναι λάσπη καὶ κάθε πάθος εἶναι μέθη. Ἄν ὁ ἀδερφός σου ἔχει βυθίσει τὴν ψυχή του στὴ λάσπη τῆς ἁμαρτίας, γιατί θ’ ἀφήσεις καὶ τὴ δική σου ψυχὴ νὰ κυλιστεῖ στὴν ἴδια λάσπη; Πρέπει ν’ ἀποφύγεις ἐκεῖνο ποὺ κάνει ὁ ἀδερφός σου, νὰ βιαστεῖς νὰ τὸν βγάλεις ἀπὸ τὴ λάσπη, νὰ τὸν καθαρίσεις, ὥστε ὁ οὐράνιος Πατέρας σου νὰ σηκώσει καὶ σένα, νά σε καθαρίσει ἀπὸ κάθε ἁμαρτία καὶ στὴν τελικὴ κρίση νά σε τοποθετήσει μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους.
Καὶ συνεχίζει ὁ Κύριος: «Ὅταν δὲ νηστεύετε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριται σκυθρωποὶ ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανώσει τους ἀνθρώποις νηστεύοντες: ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν» (Ματθ. στ’16). Ὅταν νηστεύετε δὲν πρέπει νὰ φαίνεστε σκυθρωποι καὶ κατηφεῖς, ὅπως οἱ ὑποκριτές. Αὐτοὶ ἄλλοιώνουν τὸ πρόσωπό τους γιὰ νὰ φαίνεται μαραμένο, ὥστε νὰ δείξουν στοὺς ἀνθρώπους πῶς νηστεύουν. Αὐτοὶ ὅ,τι μισθὸ εἶχαν νὰ πάρουν, τὸν πῆραν ἤδη.
Οἱ ὑποκριτὲς δὲ νηστεύουν γιά το Θεό, οὔτε γιὰ τὴν ψυχή τους. Αὐτοὶ τὸ κάνουν ἀπὸ ἀνθρωπαρέσκεια, γιὰ νὰ τοὺς βλέπουν οἱ ἄνθρωποι ὅτι νηστεύουν καὶ νὰ τοὺς ἐπαινοῦν. Ἀλλ’ ἐπειδὴ ὅλοι οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι δὲ γίνεται νὰ τοὺς παρατηροῦν κάθε μέρα τί τρῶνε καὶ τί πίνουν, αὐτοὶ ἀγωνίζονται νὰ φαίνονται πῶς νηστεύουν, νὰ τὸ διαβάζουν αὐτὸ οἱ ἄλλοι στὰ πρόσωπά τους. Παραμορφώνουν τὰ πρόσωπά τους, τὰ κάνουν νὰ φαίνονται ὠχρὰ καὶ λυπημένα, κάτισχνα καὶ μαραμένα. Δὲν πλένουν τὰ πρόσωπά τους, οὔτε καὶ χρησιμοποιοῦν ἀρώματα. Κι οἱ ἄνθρωποι τοὺς κοιτάζουν καὶ τοὺς θαυμάζουν, τοὺς ἐπαινοῦν. Οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἀνταμείβουν μέ το θαυμασμό τους, τοὺς δίνουν τὸ τίμημα τῆς νηστείας τους. Τότε τί ἄλλο μποροῦν νὰ περιμένουν ἀπὸ τὸ Θεό; Αὐτοὶ δὲ νήστεψαν γιά το Θεὸ ἀλλὰ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Τί σόϊ πληρωμὴ ἀναζητοῦν γιὰ τὴν ψυχή τους; Ἀφοῦ δὲ νήστεψαν γιὰ χάρη τῆς ψυχῆς τους ἀλλὰ γιὰ χάρη τῶν ἀνθρώπων. Κι οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἐγκωμίασαν γι’ αὐτό, τοὺς πλήρωσαν. Τὴν ἀνταμοιβή τους τὴν ἔλαβαν. Ὁ Θεὸς δὲν τοὺς χρωστᾷ τίποτα, οὔτε καὶ θὰ τοὺς ἀνταμείψει στὴ μέλλουσα ζωὴ γιὰ τὴ νηστεία τους.
«Σὺ δὲ νηστεύων», συνεχίζει ὁ Κύριος, «ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τους ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου το ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου καὶ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοὶ ἐν τῷ φανερῷ» (Ματθ. στ’17-18). Ἐσὺ ὅταν νηστεύεις νὰ περιποιεῖσαι τὰ μαλλιά σου καὶ νὰ πλένεις τὸ πρόσωπό σου, γιὰ νὰ μὴ δείχνεις στοὺς ἀνθρώπους πῶς νηστεύεις. Αὐτὸ ἂς τὸ βλέπει ὁ οὐράνιος Πατέρας σου ποὺ βλέπει καὶ τὰ πιὸ ἀπόκρυφα πράγματα. Κι Ἐκεῖνος ποὺ βλέπει τὰ κρυφά, θὰ σοῦ ἀνταποδώσει τὸν κόπο τῆς νηστείας σου φανερά.
Αὐτὸς εἶναι ὁ πιὸ σπουδαῖος κανόνας ποὺ μᾶς ἔχει δοθεῖ γιὰ τὴ νηστεία. Κι ἡ ἄμεση σημασία του εἶναι καθαρή. Τὴ νηστεία τὴν κάνεις γιά το Θεὸ καὶ γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς σου, ὄχι γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν ἔχει καμιὰ ἐντελῶς ἀξία ἂν οἱ ἄνθρωποι βλέπουν ἢ ξέρουν πῶς ἐσὺ νηστεύεις. Κι εἶναι πραγματικὰ πολὺ πιὸ καλὸ γιὰ σένα νὰ μὴν ξέρουν. Ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν περιμένεις καμιὰ ἀνταμοιβὴ γιὰ τὴ νηστεία σου. Τί μποροῦν νὰ σοῦ δώσουν ἐκεῖνοι, ἀφοῦ περιμένουν, ὅπως καὶ σύ, τὰ πάντα ἀπὸ τὸ Θεό; Ἐκεῖνο ποὺ ἔχει σημασία, ποὺ ἀξίζει, εἶναι νὰ βλέπει καὶ νὰ γνωρίζει ὁ Θεός. Κι ὁ Θεὸς θὰ δεῖ ὁπωσδήποτε. Εἶναι ἀδύνατο νὰ κρύψεις κάτι ἀπ’ Αὐτόν. Γι’ αὐτὸ μὴν ἐπιδείχνεις τὴ νηστεία σου μὲ ὁποιοδήποτε τρόπο. Ὁ Θεὸς τὸ διαβάζει μέσα σου αὐτό, στὴν ἴδια τὴν καρδιά σου. Ὅπως ἔβαζες ἀρωματικὸ λάδι στὸ κεφάλι σου προτοῦ νηστέψεις, τὸ ἴδιο κάνε καὶ τώρα. Ὅπως ἔλουζες τὸ πρόσωπό σου πρὶν ἀπὸ τὴ νηστεία, λοῦσε το κι ὅταν νηστεύεις. Εἴτε τὸ κάνεις αὐτὸ εἴτε δὲν τὸ κάνεις, δὲν πρόκειται ν’ αὐξήσει τὸ μισθό σου. Εἴτε τὸ κάνεις εἴτε ὄχι, οὔτε θὰ σὲ σώσει, οὔτε καὶ θά σε ὁδηγήσει στὴν ἀπώλεια.
Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Χριστοῦ ὅμως (ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι), ποὺ εἰπώθηκαν τόσο ἐπιγραμματικά, ἔχουν καὶ τὸ δικό τους βαθύτερο ἐσωτερικὸ νόημα. Ἄν ὁ Κύριος εἶχε κατὰ νοῦ μόνο τὸ σωματικὸ κεφάλι καὶ πρόσωπο, σίγουρα δὲ θὰ μᾶς ἔδινε τὴν ἐντολὴ πῶς, ὅταν νηστεύουμε, πρέπει ν’ ἀλείφουμε τὸ κεφάλι καὶ νὰ λούζουμε τὸ πρόσωπό μας. Θὰ εἶχε πεὶ πῶς, σχετικὰ μὲ τοὺς καρποὺς τῆς νηστείας, εἶναι ἐντελῶς δευτερεύουσας σημασίας τὸ γεγονὸς πῶς ἀλείφουμε ἢ ὄχι τὸ κεφάλι μας, λούζουμε ἢ δὲ λούζουμε τὸ πρόσωπό μας. Εἶναι φανερὸ πῶς στὰ λόγια αὐτὰ κρύβεται ἕνα ἄλλο, μυστικὸ νόημα. Διαφορετικά, αὐτὸς ποὺ ἐξηγεῖ τίς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ ἐπιφανειακὰ κι ὅταν νηστεύει ἀρχίζει ν’ ἀλείφει μὲ λάδι τὸ κεφάλι του καὶ νὰ λούζει τὸ πρόσωπό του, θὰ πέσει στὴν ἀντίθετη μορφὴ τῆς ὑποκρισίας. Γιατί θὰ φανερώνει πάλι στοὺς ἀνθρώπους τὴ νηστεία του, ἀλλὰ μὲ διαφορετικὸ τρόπο. Μὰ αὐτὸ εἶναι ποὺ ὁ Χριστὸς ἤθελε νὰ διδάξει στοὺς ἀνθρώπους, πῶς δὲν πρέπει νὰ κάνουν. Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία λοιπὸν πῶς ἡ ἐντολὴ αὐτὴ ἔχει τὸ βαθύτερο ἐσωτερικό της νόημα. Ποιό εἶναι αὐτό;
Τὸ νόημα τῆς ἐντολῆς αὐτῆς μοιάζει μὲ κεῖνο ποὺ ἔδωσε ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν περιτομή. Ὁ μεγάλος ἀπόστολος περισσότερη ἔμφαση ἔδωσε στὴν περιτομὴ τῆς καρδιᾶς, ποὺ τὴ θεώρησε ὡς σωστικὴ ἀρχή. Τὴν ἄλλη περιτομή, τὴ σωματική, τὴ λογάριασε σὰν δευτερεύουσας σημασίας, πῶς δὲν ἔχει καμιὰ διαφορὰ ἀπὸ τὴ μὴ περιτομὴ (βλ. Γαλ. στ΄ 15, Ρωμ. β’ 29). Άλειψόν σου τὴν κεφαλὴν ἑπομένως σημαίνει: Χρῖσε το νοῦ σοῦ μὲ τὸ Ἁγιο Πνεῦμα. Τὸ κεφάλι ὑπονοεῖ το νοῦ, τὴν ψυχὴ ὁλόκληρη. Τὸ ἄρωμα τοῦ μύρου μὲ τὸ ὁποῖο χρίεται τὸ κεφάλι ὑποδηλώνει τὸ Ἁγιο Πνεῦμα. Κι αὐτὸ σημαίνει πῶς πρέπει ν’ ἀπέχεις ἀπὸ κάθε πονηρὴ σκέψη καὶ ν’ ἀποφεύγεις κάθε ἀργὸ καὶ ἄσεμνο λόγο. Ἀντίθετα μάλιστα, πρέπει νὰ γεμίζεις το νοῦ σου μὲ σκέψεις θεϊκές, μὲ στοχασμοὺς ἱεροὺς γιὰ τὴν ἁγνότητα, τὴν πίστη, τὴν ἀγάπη καὶ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ προσελκύουν τὸ Ἁγιο Πνεῦμα. Τὸ ἴδιο νὰ κάνεις καὶ μὲ τὴ γλῶσσα σου, ἀφοῦ νοὺς καὶ γλῶσσα εἶναι τὸ ἴδιο. Φρόντιζε εἴτε ν’ ἀπέχεις ἐντελῶς ἀπὸ τὸ νὰ μιλᾷς ἤ, ὅταν διακόπτεις τὴ σιωπή σου, νὰ λὲς μόνο ὅσα ἀναφέρονται στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Μὰ καὶ μὲ τὴν καρδιά σου τὸ ἴδιο πρέπει νὰ κάνεις. Ν’ ἀπέχεις ἀπὸ τὸ φθόνο καὶ τὴν κακία, τὴ ζήλεια καὶ τὴν ὑπερηφάνεια, τίς βλασφημίες καὶ τίς ὕβρεις ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀνθρώπων, ἀπὸ κάθε ἁμαρτία ἢ καὶ ἁμαρτωλὴ ἐπιθυμία, ἀπὸ κάθε πάθος καὶ λαγνεία. Φυλάξου ἀπ’ όλ’ αὐτὰ καὶ ἄφησε ἐλεύθερο τὸ “Ἁγιο Πνεῦμα νὰ φυτέψει στὴν καρδιά σου κάθε ἀγαθὸ καὶ θεϊκὸ δέντρο, κάθε θεάρεστο καὶ οὐράνιο ἄνθος. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο νὰ χρησιμοποιήσεις τὴ θέληση τῆς ψυχῆς σου. Νήστεψε ἀπὸ κάθε ἁμαρτωλὴ κλίση, ἀπὸ κάθε ἁμαρτωλὴ πράξη, φύλαξε τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ κάθε πονηρό. Ἔτσι θὰ ἐπιτρέψεις στὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ χρίσει τὴ σκληρυμένη καρδιά σου μὲ τὸ ἅγιο μύρο, νὰ γειάνει τίς πληγές της, νὰ τὴ στρέψει πρὸς ἔργα ἀγαθὰ καὶ νὰ τὴ γεμίσει μὲ πόθο γιὰ ὁτιδήποτε καλὸ καὶ θεάρεστο.
Αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα τῆς φράσης ἄλειψαί σου τὴν κεφαλήν. Μὲ ἄλλα λόγια μας λέει ὁ Χριστὸς πῶς πρέπει νὰ χαλιναγωγήσουμε καὶ νὰ περιορίσουμε ἀπὸ κάθε κακία τὸν ἐσωτερικό μας ἄνθρωπο, ποὺ ἀξίζει περισσότερο ἀπ’ ὁτιδήποτε ἄλλο, καὶ νὰ τὸν στρέψουμε πρὸς κάθε ἀγαθό.
Τώρα, τί σημαίνουν τὰ λόγια καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι;
Τὸ πρόσωπο ὑποδηλώνει τὸν ἐξωτερικό, τὸν σωματικὸ καὶ αἰσθησιακὸ ἄνθρωπο – τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ψυχὴ ἀποκαλύπτεται στὸν κόσμο μέσα ἀπὸ τὸ σῶμα. Γιὰ τὸ Θεό, πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ ψυχή, γιὰ τὸν κόσμο ὅμως εἶναι τὸ σῶμα. Μὲ τίς σωματικὲς αἰσθήσεις καὶ τὰ αἰσθητήρια ὄργανα δείχνουμε στὸν κόσμο τί σκεφτόμαστε, τί νιώθουμε καὶ τί θέλουμε. Ἡ γλῶσσα λέει ὅσα ὁ νοῦς σκέφτεται, τὰ μάτια δείχνουν τὰ αἰσθήματα τῆς καρδιᾶς καὶ τὰ πόδια ὁδηγοῦν ἐκεῖ ποὺ ἡ ψυχὴ θέλει.
Τὸ πρόσωπόν σου νίψαι σημαίνει: Νὰ καθαρίσεις τὸ σῶμα σοῦ ἀπὸ τὴ διάπραξη κάθε ἁμαρτίας, κάθε ἀκαθαρσίας καὶ κάθε πονηρίας. Φύλαξε τίς αἰσθήσεις σοῦ ἀπὸ κάθε τί τὸ ἐπιπόλαιο καὶ ἐπικίνδυνο. Περιόρισε τὰ μάτια σου ὥστε νὰ μὴν περιεργάζονται διαρκῶς τὰ περίεργα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Περιόρισε τ’ αὐτιὰ σοῦ νὰ μὴν ἀκοῦνε αὐτὰ ποὺ δὲ συντελοῦν στὴν ψυχική σου σωτηρία. Περιόρισε τὴ μύτη σου, ὥστε ἡ ψυχὴ σοῦ νὰ μὴν ὀσμίζεται τὸ ἄρωμα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ποὺ γρήγορα μεταβάλλεται σὲ βρωμιά. Περιόρισε τὸ στομάχι σου, γιὰ νὰ μὴν ἐπιθυμεῖ συνέχεια περισσότερη τροφὴ καὶ ποτό. Χαλιναγώγησε τὸ σῶμα σου ὁλόκληρο, νὰ μὴ γίνει εὐαίσθητο καὶ ἀπαιτεῖ ἀπὸ σένα περισσότερα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴν ἐπιβίωσή του. Πρέπει νὰ συγκρατήσεις τὰ χέρια σου ὥστε νὰ μὴ χτυπᾶνε καὶ βασανίζουν ἀνθρώπους ἢ καὶ ζῶα. Συγκράτησε τὰ πόδια σοῦ γιὰ νὰ μὴ σὲ ὁδηγοῦν στὴν ἁμαρτία, σὲ ἀνόητες ψυχαγωγίες καὶ ἄθεες διασκεδάσεις, σὲ τσακωμοὺς καὶ σὲ κλοπές. Σὲ ἀντίθεση πρὸς όλ’ αὐτὰ πρέπει ν’ ἀλλάξεις τὸ σῶμα σου ὁλόκληρο, νὰ τὸ κάνεις πραγματικὸ ναὸ τῆς ψυχῆς κι ὄχι ταβέρνα ὅπου συχνάζουν οἱ λῃστὲς γιὰ νὰ μοιράσουν τὰ κλοπιμαῖα τους καὶ νὰ σχεδιάσουν καινούργιες ἐξορμήσεις. Τὸ σῶμα σου πρέπει νὰ τὸ κάνεις ναὸ τοῦ Ζῶντος Θεοῦ.
Αὐτὸ τὸ νόημα ἔχουν τὰ λόγια τὸ πρόσωπόν σου νίψαι. Αὐτὴ εἶναι ἡ νηστεία ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία. Αὐτὴ τὴ νηστεία συνιστᾷ ὁ Κύριος. Μιὰ νηστεία ποὺ εἶναι ἐλεύθερη ἀπὸ ὑποκρισία, ποὺ ἐκβάλλει τὰ πονηρὰ πνεύματα καὶ βοηθᾷ τὸν ἄνθρωπο νὰ καταγάγει ἔνδοξη νίκη, ποὺ θὰ τοῦ ἀποφέρει πλούσιους καρπούς, τόσο στὴν παροῦσα ζωὴ ὅσο καὶ στὴ μέλλουσα.
Ἀξίζει νὰ ἐπισημάνουμε πῶς ὁ Κύριος μιλάει πρῶτα γιὰ τὸ κεφάλι κι ὕστερα γιὰ τὸ πρόσωπο, πρῶτα γιὰ τὴν ψυχὴ κι ὕστερα γιὰ τὸ σῶμα. Οἱ ὑποκριτὲς νήστευαν μόνο σωματικὰ κι ἔδειχναν τὴ νηστεία τους στοὺς ἀνθρώπους μὲ σωματικὰ μέσα. Ὁ Χριστὸς ἀντίθετα, βάζει τὴν πνευματικὴ νηστεία στὴν πρώτη θέση. Πρώτη τοποθετεῖ τὴ νηστεία τῆς ψυχῆς κι ἔπειτα τὴν ἐξωτερική, τοῦ σώματος. Μ’ αὐτὸ δὲ θέλει νὰ ὑποβαθμίσει τὴ σωματικὴ νηστεία – ἀφοῦ κι ὁ ἴδιος ἄσκησε τὴ νηστεία αὐτή – ἀλλὰ γιὰ νὰ καθαρίσει πρῶτα τὴν ψυχὴ κι ἔπειτα τὸν καθρέφτη τῆς ψυχῆς.
Ὁ ἄνθρωπος πρέπει ν’ ἀγωνιστεῖ, νὰ ἐνστερνιστεῖ τὴ νηστεία πρῶτα μέ το νοῦ, τὴν καρδιὰ καὶ τὴ θέλησή του καὶ μετὰ νὰ τὴν ἐφαρμόσει πρόθυμα μὲ τὸ σῶμα, ὅπως κάνει κι ὁ καλλιτέχνης, ποὺ πρῶτα μορφώνει τὴν εἰκόνα στὴν ψυχή του καὶ μετὰ τὴν πραγματοποιεῖ μὲ τὰ χέρια του.
Ἡ σωματικὴ νηστεία πρέπει νὰ γίνεται μὲ χαρά, ὄχι μὲ λύπη. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ὁ Κύριος χρησιμοποιεῖ τίς λέξεις ἄλειψαι καὶ νίψον. Ὅπως οἱ οὐσίες αὐτὲς δίνουν εὐχαρίστηση καὶ ξεκούραση στὸ σῶμα ἔτσι καὶ ἡ νηστεία, τόσο ἡ σωματικὴ ὅσο κι ἡ ψυχική, πρέπει νὰ δίνει χαρὰ κι εὐχαρίστηση στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ νηστεία εἶναι ὅπλο, ἕνα πολὺ δυνατὸ ὅπλο στὸν πόλεμο μὲ τὰ πονηρὰ πνεύματα. Ὁ στρατιώτης ποὺ τὴν ὥρα τῆς μάχης θὰ χάσει τὸ ὅπλο του πέφτει κάτω, γιατί δὲν ἔχει ἄλλῃ ἐπιλογῇ. Εἴτε θὰ τραπεῖ σὲ φυγή, εἴτε θὰ παραδοθεῖ. Ὅταν ὅμως τοῦ δώσουν ὅπλα χαίρεται, γιατί τότε μπορεῖ νὰ σταθεῖ στὴ θέση του καὶ ν’ ἀποκρούσει τὸν ἐχθρό. Πῶς μπορεῖ νὰ μὴ χαρεῖ ὁ χριστιανὸς ὅταν ὁπλίζεται μὲ τὴ νηστεία ἐναντίον τῶν πιὸ φοβερῶν ἀντιπάλων του; Πῶς νὰ μὴ σκιρτήσει ἀπὸ χαρὰ ἡ καρδιά του καὶ νὰ μὴ λάμψει τὸ πρόσωπό του ὅταν κρατᾷ στὰ χέρια του ἕνα ὅπλο, ποὺ μὲ τὸ ποὺ τὸ βλέπουν οἱ ἐχθροί του συγχίζονται καὶ τὸ βάζουν στὰ πόδια;
Ἡ λαιμαργία κάνει μελαγχολικὸ τὸν ἄνθρωπο, τὸν φοβίζει, ἐνῶ ἡ νηστεία τὸν εὐφραίνει, τοῦ δίνει κουράγιο. Ἡ λαιμαργία προκαλεῖ κι ἄλλη λαιμαργία, ἀκόμα μεγαλύτερη, ἐνῶ ἡ νηστεία ἐνισχύει τὴν ἀντοχή, τὴν κάνει πιὸ ἰσχυρή. Ὁ βασιλιᾶς Δαβὶδ ἄσκησε τὴ νηστεία τόσο πολύ, ὥστε ἀναφωνοῦσε ὁ ἴδιος: «τὰ γόνατά μου ἠσθένησαν ἀπὸ νηστείας» (Ψαλμ. ρή’24). Ὅταν ὁ ἄνθρωπος συνειδητοποιεῖ τη χάρη ποὺ λαβαίνει ἀπὸ τὴ νηστεία, τότε θέλει νὰ νηστεύει ὅλο καὶ περισσότερο. Κι οἱ δωρεὲς ποὺ φέρνει ἡ νηστεία εἶναι ἀμέτρητες.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ ἄνθρωπος ἐλαφραίνει καὶ τὸ σῶμα καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ πνευματικοῦ σκότους καὶ τῆς παχύτητας. Τὸ σῶμα του γίνεται ἐλαφρύ, ζωντανὸ καὶ τὸ πνεῦμα του φωτεινὸ καὶ καθαρό.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ ἄνθρωπος ὑψώνει τὴν ψυχὴ τοῦ πάνω ἀπὸ τὰ γήινα δεσμὰ καὶ εἰσχωρεῖ μέσα ἀπὸ τὸ σκότος τῆς κτηνώδους ζωῆς στὸ φῶς τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, στὴν ἀληθινή του πατρίδα.
Ἡ νηστεία ἐνισχύει τὸν ἄνθρωπο, τὸν κάνει ἀποφασιστικὸ καὶ θαρραλέο μπροστὰ σὲ δαίμονες κι ἀνθρώπους.
Ἡ νηστεία κάνει τὸν ἄνθρωπο γενναιόδωρο, πρᾶο, εὔσπλαγχνο καὶ ὑπάκουο.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ Μωυσῆς ἀξιώθηκε νὰ λάβει τίς δέκα ἐντολὲς ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Θεό.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ Ἠλίας ἔκλεισε τοὺς οὐρανοὺς καὶ δὲν ἔβρεξε γιὰ τρία χρόνια. Μὲ τὴ νηστεία προκάλεσε τὴ φωτιὰ ποὺ ἔπεσε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ πάνω στοὺς εἰδωλολάτρες. Μὲ τὴ νηστεία ἐξαγνίστηκε τόσο πολύ, ὥστε ἀξιώθηκε νὰ συνομιλήσει στὸ ὄρος Χωρὴβ μέ το Θεό.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ Δανιὴλ σώθηκε ἀπὸ τὰ δόντια τῶν λεόντων καὶ οἱ τρεῖς παῖδες γλίτωσαν ἀπὸ τὴν κάμινο τοῦ πυρός.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ βασιλιᾶς Δαβὶδ ὕψωσε τὴν καρδιὰ τοῦ στὸν Κύριο καὶ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τὸν ἐπισκίασε. Ἔτσι ἔγραψε καὶ ἔψαλε τοὺς γλυκύτατους καὶ ἀνυπέρβλητους ψαλμοὺς ποὺ ἀνύψωναν ὅλους τοὺς πρὸ Χριστοῦ ἀνθρώπους στὸ Θεό.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ βασιλιᾶς Ἰωασαφὰτ κατατρόπωσε τοὺς ἐχθρούς του, τούς ‘Ἀμμωνίτες καὶ τοὺς Μωαβίτες.
Μὲ τὴ νηστεία οἱ Ἑβραῖοι σώθηκαν ἀπὸ τὴν καταδίωξη τοῦ Ἀμὰν (βλ. Ἐσθήρ, κεφ. δ’).
Μὲ τὴ νηστεία ἡ πόλη τῆς Νινευὶ σώθηκε ἀπὸ τὴν καταστροφὴ ποὺ εἶχε προφητέψει ὁ προφήτης Ἰωνάς.
Μὲ τὴ νηστεία ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς ἔγινε ὁ «μείζων ἕν γεννητοὶς γυναικών».
Ὁπλισμένος μὲ τὴ νηστεία ὁ ὅσιος Ἀντώνιος συνέτριψε τίς ὀρδὲς τῶν δαιμόνων καὶ τίς ἐκδίωξε. Ἀλλὰ τί λέω; Μόνο ὁ ὅσιος Ἀντώνιος; Ἀμέτρητο πλῆθος χριστιανῶν ἁγίων, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ἐξαγνίστηκαν μὲ τὴ νηστεία, ἐνδυναμώθηκαν μὲ τὴ νηστεία καὶ ἔγιναν οἱ μεγαλύτεροι ἥρωες στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Γιατί κατόρθωσαν νὰ κατανικήσουν ἐκεῖνον ποὺ ἦταν ὁ ἀνυπέρβλητος ἐχθρός τους: τὸν ἑαυτό τους. Καὶ μὲ τὴ νίκη κατα τοῦ ἑαυτοῦ τους, κατατρόπωσαν ταυτόχρονα τὸν κόσμο καί το σατανᾶ.
Ὁ ἅγιος Βασίλειος λέει: «Ἡ νηστεία ἐνδυναμώνει τὸ νού».
Ὁ ἅγιος Διόδωρος: «Οἱ πραγματικοὶ ἀσκητὲς ἀπέχουν ἀπὸ τροφὲς ὄχι ἐπειδὴ λογαριάζουν τίς ἴδιες σὰν κάτι κακό, ἀλλὰ γιατί μὲ τὴν ἀποχὴ καὶ τὴν ἔγκράτεια θέλουν νὰ χαλιναγωγήσουν τὰ φλέγοντα μέλη τους».
Κι ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος: «Στὸ Θεό, το Δημιουργὸ καὶ Κύριο τοῦ Σύμπαντος, ὁ ἦχος τοῦ στομαχιοῦ ποὺ γουργουρίζει δὲν εἶναι ἀπαραίτητος, χωρὶς αὐτὸν ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει ἁγνότητα».
Καὶ σὲ τελευταία ἀνάλυση, ὁ ἴδιος ὁ Κύριος δὲν ξεκίνησε τὸ θεῖο ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπινου γένους μὲ μιὰ μακρά, σαρανταήμερη νηστεία; Μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο δὲ μᾶς ἔδειξε καθαρὰ πῶς, σὰν χριστιανοί, πρέπει νὰ κάνουμε σοβαρὸ ξεκίνημα μὲ τὴ νηστεία; Πρῶτα ἡ νηστεία. Καὶ μετὰ ὅλα τ’ ἄλλα ἔρχονται μαζί της. Μὲ τὸ δικό του παράδειγμα ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε πόσο σπουδαῖο ὅπλο εἶναι ἡ νηστεία. Μὲ τὸ ὅπλο αὐτὸ κατατρόπωσε τὸ σατανᾶ στὴν ἔρημο καὶ ἀντιμετώπισε τὰ τρία σατανικὰ πάθη μὲ τὰ ὁποῖα τὸν πείραξε ὁ διάβολος, δηλαδὴ τὰ πάθη τῆς ἄνεσης, τῆς φιλοδοξίας καὶ τῆς φιλαργυρίας. Αὐτὲς εἶναι οἱ τρεῖς ὀλέθριες πλεονεξίες, οἱ τρεῖς μεγαλύτερες παγίδες ποὺ μέσα τους προσπαθεῖ ὁ ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρώπινου γένους νὰ παγιδεύσει τοὺς στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ. Ἡ φιλαργυρία ἀνοίγει τὴν πόρτα καὶ σὲ ἄλλα πάθη. Σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου, εἶναι ρίζα πάντων τῶν κακῶν» (Ἀτιμ. στ10). Γι’ αὐτὸ κι ὁ Κύριος τελειώνει τὴ διδαχή Του γιὰ τὴ νηστεία μὲ τὴν προειδοποίηση νὰ μὴν ἀγαπᾶμε τὸ χρῆμα, ν’ ἀποφεύγουμε τὴν ὀλέθρια συγκέντρωση ὑλικῶν ἀγαθῶν, ποὺ ἀπομακρύνει τὴν καρδιὰ μᾶς ἀπό το Θεὸ καὶ τὴν προσκολλᾷ στὴ γῆ. «Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σῆς καὶ βρῶσις ἀφανίζει καὶ κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι» θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν. ὅπου γὰρ ἔστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν» (Ματθ. στ19-21). Μὴ μαζεύετε θησαυροὺς στὴ γῆ, ποὺ κινδυνεύουν νὰ καταστραφοῦν ἀπὸ τὸ σκόρο ἢ νὰ κλαποῦν ἀπὸ τοὺς λῃστές. Εἶναι καλύτερα νὰ μαζεύετε θησαυροὺς στὸν οὐρανό, ὅπου δὲν κινδυνεύουν οὔτε ἀπὸ σκόρο οὔτε ἀπὸ λῃστές. Γιατί ἐκεῖ ποὺ βρίσκεται ὁ θησαυρός σας, ἐκεῖ θὰ εἶναι προσκολλημένη κι ἡ καρδιά σας.
Ὅποιος συνάζει ἐπίγεια ἀγαθά, εἶναι σὰ νὰ συγκεντρώνει φόβο καὶ βάσανα. Χάνεται ὁ ἴδιος μέσα στοὺς θησαυρούς του, ἡ καρδιά του μοιάζει νά ‘ναι καλυμμένη μὲ σκόνη. Ὁ ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνὸς λέει: «Πολλοὶ ἅγιοι τὸν παλιὸ καιρό, εἶναι ἀλήθεια ὅτι κατεῖχαν μεγάλα πλούτη, ὅπως ὁ ‘Ἀβραάμ, ὁ Ἰώβ, ὁ Δαβὶδ καὶ πολλοὶ ἄλλοι. Δὲν εἶχαν ὅμως τὸ πάθος τοῦ πλουτισμοῦ, γιατί λογάριαζαν ὅλα τὰ πλούτη τους σὰν ἀγαθὰ καὶ ὑπάρχοντα τοῦ Θεοῦ».
Βρισκόμαστε πάντα μαζὶ μὲ τοὺς θησαυρούς μας, εἴτε αὐτοὶ βρίσκονται στὴ γῆ εἴτε στὸν οὐρανό. Ἡ σκέψη μας εἶναι στοὺς θησαυρούς μας, ἡ καρδιά μας ἐπίσης, τὸ ἴδιο κι ἡ θέλησή μας – εἴτε στὴ γῆ εἴτε στὸν οὐρανό. Εἴμαστε τόσο δεμένοι μὲ τοὺς θησαυρούς μας, ὅσο κι ἕνα ποτάμι μὲ τὸν παραπόταμό του – εἴτε στὴ γῆ εἴτε στὸν οὐρανό. Ἄν συγκεντρώνουμε θησαυροὺς στὴ γῆ, γιὰ κάποιο διάστημα θὰ εἴμαστε πλούσιοι, στὴν αἰωνιότητα ὅμως θά ‘μαστε φτωχοί. Ἄν συνάζουμε θησαυροὺς στὸν οὐρανό, θά ‘μαστε στερημένοι γιὰ κάποιο διάστημα στὴ γῆ, ἀλλὰ πλούσιοι στὴν αἰωνιότητα. Στὴ θέλησή μας ἀπόκειται νὰ διαλέξουμε τὸ ἕνα ἢ τὸ ἄλλο. Στὴν ἐλευθερία τῆς ἐπιλογῆς αὐτῆς βρίσκεται ἡ δόξα μας, καθὼς καὶ τὰ βάσανά μας. Ἄν διαλέξουμε τοὺς αἰώνιους θησαυρούς, ποὺ δὲν κινδυνεύουν οὔτε ἀπὸ τὸ σκόρο οὔτε ἀπὸ τοὺς λῃστές, ἡ δόξα μας θά ‘ναι αἰώνια. Ἄν ὅμως διαλέξουμε τοὺς ἄλλους θησαυρούς, ποὺ πρέπει νὰ τοὺς προστατεύουμε ἀπὸ τὸ σκόρο καὶ τοὺς λῃστές, αἰώνια θὰ εἶναι τὰ βάσανά μας.
Τὸ βαθύτερο νόημα τῶν ἐπίγειων θησαυρῶν περιλαμβάνει βέβαια καὶ κάθε ἐγκόσμια γνώση, ἐπιστήμη καὶ πολιτισμό, ὅταν αὐτὰ διαχωρίζονται ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τὸ εὐαγγέλιο. Ἡ λήθη καταστρέφει το θησαυρὸ αὐτὸν ὅπως ὁ σκόρος, οἱ δυστυχίες καὶ τὰ βάσανα τῆς ζωῆς τὸν σαπίζουν ὅπως ἡ σκουριά, καὶ τὸ πονηρὸ πνεῦμα τὸν ὑποσκάπτει καὶ τὸν κλέβει σὰν κλέφτης καὶ λῃστής. Τὸ νὰ διαλέξουμε τὸν οὐράνιο θησαυρό, σύμφωνα μὲ τὸ βαθύτερο νόημα τῶν λόγων τοῦ Κυρίου, σημαίνει νὰ ἐμπλουτίσουμε το νοῦ μας μὲ τὴ γνώση τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ θελήματός Του, νὰ γεμίσουμε τίς καρδιὲς καὶ τίς ψυχές μας μὲ τὴ γνώση τοῦ εὐαγγελίου, ἀφοῦ τέτοιος θησαυρὸς δὲν ἐκτίθεται γιὰ νὰ φθαρεῖ ἢ νὰ κλαπεῖ. Ὅταν ἀποκτήσουμε τέτοιο θησαυρό, τὸν ἀποθέτουμε ἀμέσως στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ γιὰ ἀσφαλῆ φύλαξη. Καὶ ὅ,τι φυλάει ὁ Θεός, δὲν ἔχει κίνδυνο οὔτε ἀπὸ σκόρο οὔτε κι ἀπὸ λῃστές.
Τὸν θησαυρὸ αὐτὸ ὁ Θεὸς τὸν ἔχει ἕτοιμο γιὰ νὰ μᾶς προϋπαντήσει ὅταν, μετά το θάνατό μας, πορευτοῦμε νὰ τὸν συναντήσουμε. Ὁ θησαυρὸς αὐτὸς θὰ μᾶς ὁδηγήσει μπροστὰ στὸ Θεό. Ὅλοι οἱ ἄλλοι θησαυροὶ ποὺ εἴχαμε ἀποκτήσει στὴ γῆ καὶ ποὺ μᾶς χώριζαν ἢ μᾶς ἀπομάκρυναν ἀπὸ κοντά Του, θὰ μᾶς χωρίσουν καὶ θὰ μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπὸ Ἐκεῖνον στὸν οὐρανὸ αἰώνια. ‘Ἀφοῦ οἱ καρδιές μας προσκολλήθηκαν στοὺς ἐπίγειους θησαυρούς, οἱ ψυχές μας παραδόθηκαν στὸ σατανᾶ. Θὰ γίνουμε τότε σὰν τοὺς στρατιῶτες ποὺ δὲν πίστευαν στὸ σκοπό τους κι ἔτσι παραδόθηκαν στοὺς μανιασμένους καὶ ὕπουλους ἐχθρούς τους.
Ὅσο ἔχουμε ἀκόμα καιρό, ἂς ἀνοίξουμε τὰ μάτια μας. Ἄς πιστέψουμε μὲ σιγουριὰ πῶς ἡ τελικὴ νίκη δὲν ἀνήκει στὸ σατανᾶ καὶ τοὺς ὑπηρέτες του, ἀλλὰ στὸ Χριστό, το βασιλιᾶ καὶ ἀρχηγό μας. Ἄς κάνουμε γρήγορα λοιπόν, ἂς ἀναλάβουμε τὸ νικηφόρο ὅπλο μὲ τὸ ὁποῖο μᾶς ὅπλισε ὁ Χριστὸς γιὰ τὴ μάχη, τὴν πολύτιμη νηστεία. Τὸ ὅπλο αὐτὸ ποὺ ἔχουμε στὰ χέρια μας, τὸ λαμπρό, ποὺ ἐμεῖς τὸ κουβαλᾶμε μὲ καμάρι, ἀλλὰ γιὰ τὸν ἐχθρό μας εἶναι φοβερὸ καὶ τρομερό.
Ἄς ἀποφύγουμε τὸ ὑπερβολικὸ φαγητὸ καὶ ποτὸ γιὰ νὰ μὴν ἀποκάμει ἡ καρδιά μας, γιὰ νὰ μὴ βυθιστεῖ στὸ σκοτάδι καὶ τὴ φθορά.
Ἄς μὴν ἐπιδιώξουμε ἐπίγειους θησαυρούς, γιὰ νὰ μὴν ἐπιτρέψουμε στὸ σατανᾶ νὰ μᾶς κάνει νὰ παραιτηθοῦμε ἀπὸ τὴ μάχη καὶ νὰ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸ Χριστό.
Κι ὅταν νηστεύουμε, ἂς μὴ τὸ κάνουμε γιὰ νὰ μᾶς ἐπαινέσουν οἱ ἄνθρωποι ἀλλὰ γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας καὶ γιὰ τὴ δόξα τοῦ Κυρίου καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὸν δοξολογοῦν οἱ ἄγγελοι στὸν οὐρανὸ καὶ οἱ ὅσιοι καὶ δίκαιοι στὴ γῆ, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.