Κυρήγματα
Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
Τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς, καὶ ἂν καὶ δὲν θυμόμαστε συνεχῶς τὴν ἀνάγκη ποὺ ἔχουμε νὰ εἴμαστε εὐγνώμονες, πῶς μποροῦμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε μὲ εὐγνωμοσύνη σ’ ὅ,τι τὸ Εὐαγγέλιο φέρνει στὴ ζωή μας; Ὁ Θεὸς τόσο ἀγάπησε τὸν κόσμο ὥστε πρόσφερε τὸν μονογενῆ Του Υἱὸ γιὰ νὰ σωθεῖ ὁ κόσμος· καὶ ὁ Υἱὸς πρόσφερε ἐλεύθερα τὸν ἑαυτό Του σὲ μᾶς μέσα ἀπὸ τὴν κυρίαρχη ἐλευθερία τῆς Θεότητάς Του· κανεὶς δὲν ἔχει ἀφαιρέσει ἀπὸ Ἐκεῖνον τὴ ζωὴ- αὐτὰ εἶναι τὰ λόγια Του· πρόσφερε τὴ ζωή Του, ἐλεύθερα, πρόθυμα γιὰ νὰ ζήσουμε ἐμεῖς.
Καὶ σήμερα στὸ Εὐαγγέλιο βλέπουμε ἕνα μικρὸ παράδειγμα τοῦ τρόπου, ποὺ τὶς περισσότερες φορὲς, δεχόμαστε τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ. Δέκα ἄνδρες ἦλθαν στὸν Κύριο, μὲ καλυμμένο τὸ σῶμα τους ἀπὸ τὴ λέπρα, καταδικασμένοι σ’ ἕνα σκληρὸ θάνατο, ἀλλὰ ποὺ εἶχαν ἐπίσης ἀπορριφθεῖ σύμφωνα μὲ τὸ τυπικό τῆς κοινωνίας ἀπὸ τοὺς δικούς τους ἀνθρώπους ἐξαιτίας τῆς ἀκαθαρσίας αὐτῆς τῆς μολυσματικῆς ἀσθένειας. Ἦλθαν πρὸς Αὐτόν, στάθηκαν σὲ ἀπόσταση, ἐπειδὴ γνώριζαν ὅτι σύμφωνα μὲ τὸν Ἑβραϊκὸ Νόμο δὲν εἶχαν κανένα δικαίωμα, νὰ ἔλθουν κἄν κοντά Του, νὰ τὸν ἀκουμπήσουν. Καὶ ζήτησαν ἔλεος. Καὶ ὁ Θεὸς τοὺς ἔστειλε στοὺς ἱερεῖς γιὰ νὰ τοὺς φανερώσουν δεῖγμα τῆς εὐγνωμοσύνης τους γιὰ τὴν ἴαση ποὺ εἶχαν δεχτεῖ· καὶ πίστεψαν τὰ λόγια Του καὶ πῆγαν, καὶ θεραπεύτηκαν πρὶν πραγματοποιήσουν τὸν σκοπό τους. Θὰ περιμέναμε νὰ τρέξουν πίσω, νὰ πέσουν στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ, νὰ τὸν ἀγγίξουν σὲ ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης- ὄχι… Κανείς τους δὲν ἐπέστρεψε· τοὺς ἦταν ἀρκετὸ ποὺ θεραπεύτηκαν: αὐτὸ ἦταν ποὺ χρειάζονταν ἀπὸ τὸν Θεό. Ὡστόσο, ἕνας ἀπὸ αὐτούς, ἐπέστρεψε καὶ ἦλθε νὰ εὐχαριστήσει τὸν Κύριο.
Δὲν εἶναι μία εἰκόνα τούτη ἡ παραβολὴ γιὰ τὸν τρόπο ποὺ τόσο συχνὰ φερόμαστε; Προσευχόμαστε· ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Κύριο κάτι ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει: μπορεῖ νὰ μὴν εἶναι ζήτημα ζωῆς καὶ θανάτου, ἴσως νὰ εἶναι ἁπλὰ κάτι ποὺ τόσο πολὺ χρειαζόμαστε· ἢ ποὺ δὲν χρειαζόμαστε τόσο πολύ, ἀλλὰ ποὺ ἔχουμε τόσο μεγάλη λαχτάρα γι’ αὐτό. Καὶ τότε μᾶς δίνεται αὐτὸ ποὺ ζητᾶμε· καὶ παίρνουμε τὸ δῶρο, καὶ ὁρμᾶμε στὴ ζωὴ μὲ τὸ δῶρο στὰ χέρια, ὁρμᾶμε στὴ ζωὴ ἐπειδὴ μᾶς εἶναι ἀρκετὸ ποὺ ἐκπληρώθηκε ἡ προσευχή μας. Πόσο σπάνια ἐπιστρέφουμε, ἀφήνοντας τὸ δῶρο μας γιὰ νὰ τὸ χρησιμοποιήσουμε ἀργότερα, ἀλλὰ πρῶτα ἀπ’ ὅλα γιὰ νὰ στραφοῦμε στὸ Θεὸ καὶ νὰ τοῦ ποῦμε: Τί θαῦμα! Ποιὰ εἶναι ἡ ἀγάπη Σου! Πόσο σπουδαία, πόσο σπλαχνικά, πόσο ταπεινὰ- ἀνταποκρίθηκες στὴν προσευχή μου.. Ἀπὸ τοὺς δέκα ἀνθρώπους ὁ ἕνας ἐπέστρεψε στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό: πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς ἦλθαν ἀμέσως, πρὶν ἐπωφεληθοῦν ἀπὸ τὴ δωρεά, γιὰ νὰ στραφοῦν στὸν Θεὸ μὲ ἕνα χαμόγελο, ὅπως στρέφεται ἕνα παιδὶ καὶ λέει «Εὐχαριστῶ!», ἀκόμα καὶ μ’ ἕνα χαμόγελο, χωρὶς λόγια, πρὶν ἐπωφεληθεῖ ἀπὸ αὐτὸ ποὺ τοῦ δόθηκε. Καὶ χάνουμε τόσα πολλὰ ὅταν δὲν εἴμαστε εὐγνώμονες· ἐπειδὴ ἂν μαθαίναμε νὰ εἴμαστε εὐγνώμονες στὰ ἐμφανῆ δῶρα τοῦ Θεοῦ, θὰ ἀνακαλύπταμε σταδιακὰ ὅτι μποροῦμε νὰ εἴμαστε εὐγνώμονες σὲ πολὺ περισσότερα, γιὰ ὅλα τὰ πράγματα ποὺ ἡ Θεία Πρόνοια φέρνει στὸ δρόμο μας: ὄχι μόνο τὰ πράγματα ποὺ μᾶς χαροποιοῦν, ὄχι μόνο τὰ θαύματα τῆς ζωῆς, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τὶς προκλήσεις τῆς ζωῆς, τὰ πράγματα ποὺ ἀπαιτοῦν ἀπὸ ἐμᾶς κουράγιο, μεγαλεῖο, εὐγένεια, τὰ πράγματα ποὺ φοβόμαστε. Καὶ πόσο συχνὰ θὰ μπορούσαμε νὰ ξεπεράσουμε τὴν ματαιοδοξία μὲ τὴν εὐγνωμοσύνη ποὺ θὰ νοιώθαμε! Ἐπειδὴ ματαιοδοξία σημαίνει νὰ κοιτάζουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ νὰ σκεφτόμαστε: πόσο ὑπέροχοι εἴμαστε, ξεχνώντας ὅτι αὐτὸ ποὺ εἴμαστε, ὅλα ὅσα ἔχουμε εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ.
Ἂν μοναχά, κάθε φορὰ ποὺ ἔχουμε πεῖ, ποὺ ἔχουμε κάνει τὸ σωστό, κάθε φορὰ ποὺ εἴμαστε ἄξιοι τῆς ποιότητας, τοῦ μεγαλείου καὶ τῆς εὐγένειας τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ἐπίσης τοῦ ὀνόματος τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ – ἂν κάθε στιγμὴ στρεφόμασταν στὸν Θεὸ καὶ Τοῦ λέγαμε, «Ναί! Πόσο ὑπέροχα εἶναι τὰ λόγια ποὺ εἶπα, πόσο καλὴ εἶναι ἡ πράξη ποὺ ἔκανα –καὶ τὰ πάντα ἦταν ἀπὸ Ἐσένα: Ἐσύ μοῦ ἔδωσες τὴν εὐκαιρία, Κύριε! Ἤμουν σὲ θέση νὰ ἀντιληφθῶ τὴν ἀνάγκη ἐπειδὴ Ἐσὺ ψιθύρισες στὴν καρδιά μου: Κοίταξε!… Θὰ μποροῦσα νὰ καταλάβω γιατί ὁ νοῦς μου θὰ φωτιζόταν ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο! Ἡ καρδιά μου ἀνταποκρίθηκε ἐπειδὴ τὴν ἄγγιξες Ἐσύ, καὶ ἡ πέτρινη καρδιὰ ποὺ κουβαλῶ στὸ στῆθος τὶς περισσότερες φορές, ἔγινε μία καρδιὰ ἀπὸ σάρκα γεμάτη συμπόνια καὶ κατανόηση! Καὶ μοῦ ἔδωσες τὰ μέσα γιὰ νὰ συναντῶ τὴν ἀνάγκη, καὶ τὴν χαρὰ νὰ τὴν συναντῶ!…
Ἂν θὰ μπορούσαμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο στὸ κάθε τι, θὰ ἀνακαλύπταμε ὅτι ἡ ζωὴ εἶναι φτιαγμένη ἀπὸ μία πράξη λατρείας καὶ εὐγνωμοσύνης.
Ἂς μελετήσουμε τὸ θέμα αὐτό, πλησιάζουμε τὴν ἡμέρα ποὺ ἡ καρδιά μας θὰ πρέπει νὰ φλέγεται ἀπὸ εὐγνωμοσύνη: ὁ Θεὸς μᾶς ἀγάπησε τόσο πολὺ ὥστε νὰ γίνει ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς· ἂν καὶ ἤμασταν ξένοι, συχνὰ ἐχθρικοὶ ἀπέναντί Του, ἦρθε καὶ ἔδωσε τὴ ζωή Του γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ζήσουμε!…Πρέπει νὰ προετοιμαστοῦμε: ἡ χαρά, ἡ εὐγνωμοσύνη, ἡ πίστη, ἡ εἰλικρίνεια πρὸς τὸν Θεὸ δὲν ἔρχονται ξαφνικά· πρέπει νὰ ἑτοιμαστοῦμε γι’ αὐτό. Ἂς σκεφτοῦμε τί πρόκειται νὰ συμβεῖ· αὐτὸ ποὺ συνέβη σχεδὸν πρὶν 2000 χρόνια ποὺ θὰ θυμόμαστε σὰν ἕνα πραγματικὸ γεγονός· καὶ νὰ ἑτοιμαστοῦμε, μὲ καρδιὰ καλλιεργημένη, βαθιὰ χαραγμένη ἀπὸ πίστη, ἀπὸ σκέψη, ἔχοντας μελετήσει προσεχτικὰ ὅλη μας τὴ ζωή, ἕτοιμοι νὰ δεχτοῦμε τὸν Κύριο στὴν καρδιά μας μὲ ἁπλότητα καὶ ἁγνότητα, ὅπως ἕνας βοσκός, ἢ σὰν τοὺς Σοφοὺς Μάγους μέσα ἀπὸ τὴν βαθιὰ κατανόηση ποὺ προσφέρει ἡ σοφία. Ἀμήν!
Πηγή
Τέκνον Τιμόθεε, «νῆφε ἐν πᾶσι» (Β΄ Τιμ. 4,5)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἀκούγονται δύο σάλπιγγες, μία τοῦ ἀποστόλου καὶ ἡ ἄλλη τοῦ εὐαγγελίου· ἡ μία εἶνε ἡ φωνὴ τοῦ Παύλου καὶ ἡ ἄλλη ἡ φωνὴ τοῦ Προδρόμου τὴν ὁποία διέσωσε ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος. Ἐδῶ θὰ σαλπίσουμε μὲ τὴ σάλπιγγα τοῦ ἀποστόλου Παύλου· πού, ὅπως ἀκούσατε, ἀπευθύνει ὡρισμένες συμβουλὲς καὶ προτροπὲς στὸ πνευματικό του τέκνο τὸν Τιμόθεο ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε Χριστιανό.
Ποῦ ἦταν τότε ὁ Παῦλος ὅταν ἔγραφε αὐτά; Στὴ φυλακή . Γιατί; τί ἔκανε; ἔκανε κανένα ἔγκλημα; Ναί. Καὶ ποιό τὸ ἔγκλημά του; Κήρυττε τὸ εὐαγγέλιο, τὴν Ἀλήθεια (μὲ ἄλφα κεφαλαῖο). Γιατὶ ἀδέρφια μου, σὲ ἐποχὴ ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἔχουν φύγει ἀπ᾽ τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, ὅπως τότε ἐπὶ Νέρωνος, τὸ νὰ διαδίδῃς τὸν Χριστιανισμὸ εἶνε ἔγκλημα. Γι᾽ αὐτὸ τὸν συνέλαβαν, τὸν ἔρριξαν στὶς φυλακὲς τῆς Ῥώμης, κ᾽ ἐκεῖ ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα περίμενε νὰ τὸν ἐκτελέσουν.Τὶς παραμονὲς λοιπὸν τῆς ἐκτελέσεως ἔγραψε τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ στὸν Τιμόθεο, ποὺ βρισκόταν μακριά του. Ὁ Τιμόθεος εἶνε ὁ πρῶτος ἐπίσκοπος Ἐφέσου , ποὺ δυστυχῶς, ὅπωςκαὶ τόσες ἄλλες πόλεις τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, χάθηκαν. Γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας αὐτὲς οἱ «λυχνίες» τῆς Ἀποκαλύψεως(βλ. Ἀπ. 1,12-13,20· 2,1) ἔσβησαν.Τοῦ γράφει λοιπὸν καὶ μεταξὺ ἄλλων συμβουλῶν, τὸν προτρέπει· Τέκνον Τιμόθεε, παιδί μου Τιμόθεε, «νῆφε ἐν πᾶσι» (Β΄ Τιμ. 4,5) .Τί θὰ πῇ «Νῆφε ἐν πᾶσι» ;
Ἔχε τὰ μάτια σου ἀνοιχτά , δεκατέσσερα, τετρακόσα. Ζῇς σὲ κοινωνία διεφθαρμένη, ποὺ χρησιμοποιεῖ καὶ μαχαίρι καὶ δημίους καὶ κάθε ἄλλο μέσο γιὰ νὰ σφραγίσῃ τὸ στόμα ἐργατῶν τοῦ εὐαγγελίου.Σὲ μιὰ τέτοια ἐποχή, «νῆφε ἐν πᾶσι» .
Δὲν ἦταν ὁ Τιμόθεος ἁπλὸς Χριστιανός· ἦταν κληρικός, ἐπίσκοπος, ποιμένας . Κι ἂν κάθε Χριστιανὸς πρέπει νὰ προσέχῃ, πολὺ περισσότερο ἕνας πατέρας, μιὰ μάνα, ἕνας προϊστάμενος, ἕνας στρατηγός, ἕνας βασιλιᾶς, πρὸ παντὸς ἕνας ἐπίσκοπος, πρέπει νὰ ἀγρυπνῇ. Κοιμᾶται παρακαλῶ ὁ τσοπᾶνος ὅταν τὴ νύχτα γύρω ἀπ᾽ τὸ μαντρὶ οὐρλιάζουν λύκοι; κοιμᾶται ὁ καπετάνιος ὅταν τὰ κύματα ἀπειλοῦν νὰ πνί-ξουν τὸ πλοῖο; κοιμᾶται ἡ μάνα ὅταν τὸ παιδί της χαροπαλεύῃ; κοιμᾶται ὁ γιατρὸς ὅταν ὁ ἀσθενὴς κινδυνεύῃ; κοιμᾶται ὁ ἀξιωματικὸς ὅταν ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα ἐπίκειται αἰφνιδιασμὸς τοῦ ἐχθροῦ; Μένουν ἄγρυπνοι ὅπως ὁ πολυόμματος Ἄργος ὁ Πανόπτης τῆς μυθολογίας. Ἔτσι ἔπρεπε νὰ εἶνε καὶ ὁ ἐπίσκοπος Τιμόθεος·αὐτὸ τοῦ λέει σὲ γλῶσσα ἑλληνικὴ ὁ ἀπόστολος Παῦλος· Τέκνον Τιμόθεε, «νῆφε ἐν πᾶσι»· νὰ εἶσαι ξυπνητός, ἄγρυπνος μέρα – νύχτα στὴν ἔπαλξι τοῦ καθήκοντος τῆς ἀποστολῆς.
Ἀλλ᾽, ἀγαπητοί μου, οἱ δύο αὐτὲς λέξεις, «Νῆφε ἐν πᾶσι», δὲν ἀπευθύνονται μόνο στὸν Τιμόθεο, δὲν γράφτηκε ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ μόνο γι᾽ αὐτόν· γράφτηκε γιὰ κάθε ἱερέα, κήρυκα, ἐπίσκοπο, κάθε ἄνθρωπο μὲ εὐθύνη, γιὰ κάθε Χριστιανὸ καὶ Χριστιανή.
Ἡ φωνὴ αὐτὴ διαβαίνει τοὺς αἰῶνες καὶ φτάνει σ᾽ ἐμᾶς. Σ᾿ ἐμένα καὶ σ᾿ ἐσένα, ἀδελφέ μου, ἀπευθύνεται ἡ προτροπὴ αὐτή, τώρα μάλιστα στὸ μεταίχμιο τοῦχρόνου, καὶ λέει· Τέκνον,«νῆφε ἐν πᾶσι».
Πρέπει λοιπὸν κ᾽ ἐμεῖς νὰ εἴμαστε ξύπνιοι, ἄγρυπνοι.Ζοῦμε σὲ ἐποχή, ποὺ ἐγὼ τοὐλάχιστον τὴν χαρακτηρίζω ὡς τὴν χειρότερη τῆς ἱστορίας, ἐποχὴ Ἁρμαγεδῶνος (Ἀπ. 16,16) . Δὲν μιλῶ σὲ ἀθέους, ἀνθρώπους ἔξω ἀπὸ τὴ μάνδρα τοῦ Χριστοῦ·μιλῶ σὲ πιστὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀποτελοῦν τὸ «μικρὸν ποίμνιον» (Λουκ. 12,32) . Πρὸς ὅλους ἐμᾶς ἀπευθύνεται ἡ προτροπή, αὐτὸ τὸ σῆμα ποὺ στέλνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος σὰν στρατη-γὸς τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος. «Νῆφε ἐν πᾶσι» , λέει στὸν καθένα μας, διότι κινδυνεύουμε .
Κινδυνεύουμε σωματικῶς · καὶ τὸ σῶμα εἶνε καλλιτέχνημα, δῶρο Θεοῦ. Ἀφ᾽ ὅτου λ.χ. ἐφευ-ρέθηκε τὸ αὐτοκίνητο –εὐλογημένη ἡ ἐποχὴ ποὺ οἱ ἄνθρωποι πήγαιναν μὲ τὰ πόδια καὶ τὰ γαϊδουράκια–, ἀπὸ τότε μέχρι σήμερα πόσα ἑκατομμύρια ἔχουν φονευθῆ σὲ τροχαῖα δυστυχήματα! Στάζουν οἱ δρόμοι ἀπὸ τὰ αἵματα.Βγαίνεις τὸ πρωὶ ἀπ᾽ τὸ σπίτι καὶ δὲν ξέρεις ἂντὸ βράδυ σὲ φέρουν νεκρὸ ἢ τραυματισμένο.Κινδυνεύουμε ἀπὸτὰ μέσα συγκοινωνίας. Κιν-
δυνεύουμε ἀκόμη ἀπὸ ἀσθένειες ποὺ σαρώ-νουν· καὶ θὰ γίνῃ ἡ προφητεία τοῦ Κοσμᾶ τοῦΑἰτωλοῦ, ὅτι θὰ βαδίζῃς χιλιόμετρα γιὰ νὰ συ-ναντήσῃς ἄνθρωπο νὰ τοῦ πῇς καλημέρα.Κινδυνεύουμε σωματικῶς, ἀλλὰ πρὸ παντὸς κινδυνεύουμε ψυχικῶς καὶ πνευματικῶς .
Στοὺς πνευματικοὺς καὶ ψυχικοὺς κυρίως κινδύνους ἀναφέρεται ἡ προτροπὴ «Νῆφε ἐν πᾶσι» .Εἴμαστε σὲ ἐποχὴ σὰν ἐκείνη γιὰ τὴν ὁποία ὁ ἀπόστολος Παῦλος –λίγο παραπάνω–λέει, ὅτι «ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί» (Β΄ Τιμ. 3,1) , θά ᾽ρθουνχρόνια δύσκολα, ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ βουλώσουν τ᾿ αὐτιά τους νὰ μὴν ἀκοῦνε τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Ἂν σήμερα μιλήσῃς γιὰ ἔρωτες, χρηματιστήριο, πολιτικὴ κι ἄλλα τέτοια,σ᾿ ἀκοῦνε μὲ αὐτιὰ ὀρθάνοιχτα· ἂν ὅμως ἀνοίξῃς τὸ Εὐαγγέλιο, ἂν τοὺς διαβάσῃς συναξάρια καὶ βίους ἁγίων, θὰ τοὺς δῇς νὰ χασμουριοῦνται.
Ἀρέσκονται σὲ λόγια ποὺ διεγείρουντὶς αἰσθήσεις γιὰ ἀπολαύσεις σαρκικές . Θὰ «ἐπισωρεύσουν» , λέει, «διδασκάλους» πλά-νης (ἔ.ἀ. 4,3) , θὰ παρουσιαστοῦν ψευδοπροφῆτες .Καὶ ὄντως παρουσιάστηκαν. Τοὺς βλέπεις κα ὶἐξωτερικῶς εἶνε ἄψογοι, εὐγενέστατοι, μέλι στάζει ἡ γλῶσσα τους, ἀλλὰ κάτω ἀπ᾽ τὸ μέλι κρύβεται τὸ φαρμάκι τῆς αἱρέσεως. Ἐννοῶ τοὺς «μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ», τοὺς χιλιαστάς. Προ-τιμότερο νὰ σὲ δαγκώσῃ ὀχιὰ παρὰ νὰ σὲ πλησιάσῃ ἕνας τέτοιος ψευδοπροφήτης, ποὺ θὰ προσπαθήσῃ νὰ σὲ ἀποπλανήσῃ. Γι᾽ αὐτὸ «νῆφε ἐν πᾶσι» , πρόσεχε νὰ μὴ χάσῃς τὴν πίστι σου,πρόσεχε τὴν Ὀρθόδοξο πίστι ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ, πρόσεχέ την σὰν τὰ μάτια σου. «Νῆφε ἐν πᾶσι» ἀκόμα, διότι κινδυνεύειςκαὶ ἀπὸ τὸ οἰκιακό σου περιβάλλον · ἀπὸ τὸν ἄντρα ἢ τὴ γυναῖκα σου ἂν εἶνε ἄπιστοι, ἀπὸ τὰ παιδιά σου ἂν πῆραν δρόμο κακό, ἀπὸ τοὺς δικούς σου. Πολλὲς φορὲς τὸ κακὸ ποὺ γίνε-ται δὲν τὸ κάνουν ἐχθροὶ ἀλλὰ συγγενεῖς καὶφίλοι. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς εἶπε –καὶ ὁ λόγοςτου εἶνε αἰώνιος– ὅτι «ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ» (Ματθ. 10,36) .
«Νῆφε ἐν πᾶσι» , πρόσεχε ἀπὸ τοὺς ψευδο-προφῆτες, ἀπὸ ἀνθρώπους τοῦ σπιτιοῦ σου· «νῆφε ἐν πᾶσι» ἀκόμα, γιὰ νὰ μὴ σὲ παρασύ-ρῃ τὸ ῥεῦμα τῆς μόδας . Ὅπως τὸ χειμῶνα τὰποτάμια πλημμυρίζουν καὶ παρασύρουν κορ-μοὺς καὶ βράχους, ἔτσι εἶνε ῥεῦμα καὶ οἱ νέες ἰδέ ες ποὺ παρασύρουν τὸν κόσμο. Δὲν ἐννοῶ τὶς καλὲς ἰδέες, ἐννοῶ τὶς μοντέρνες ἰδέες καὶ τὴ μοντέρνα ζωή. Σιγὰ – σιγὰ ἡ ἁγνὴζωὴ μὲ τὶς παραδόσεις τῶν πατέρων καὶ τῶνπρογόνων μας, ἡ ὀρθόδοξος χριστιανικὴ ζωή ,πάει πλέον· ἔρχεται μιὰ μοντέρνα ζωή, ποὺδὲν θέλει ν᾽ ἀκούῃ οὔτε γιὰ νηστεῖες οὔτεγιὰ ἑορτὲς καὶ πανηγύρεις χριστιανικές· πε-ριφρονεῖ τὰ ὅσια καὶ ἱερὰ τοῦ γένους μας.
Κινδυνεύουμε λοιπὸν ἀπὸ ὅλα αὐτά. Ἀλλὰ ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος, ἀδελφοί μου, εἶνε ἀ-πὸ τὸν ἀόρατο ἐχθρό, ἀπὸ τὶς σκοτεινὲς δυνάμεις «τοῦ ἀέρος» (Ἐφ. 2,2) · κινδυνεύουμε ἀπὸ τὸνδιάβολο , ὁ ὁποῖος ἰδίως στὴν ἐποχή μας ἔχεικηρύξει πανστρατιά. Πολλὰ μηχανήματα ἔχει, ἀλλὰ τὸ κυριώτερο εἶνε ἡ ἀναβολή . Ὅταν πρό κειται νὰ κάνῃς τὸ καλό, σοῦ λέει «Αὔριο, αὔριο»· ὅταν πρόκειται νὰ κάνῃς τὸ κακό, σοῦ λέει «Τώρα ἀμέσως!». Τὸ αὔριο ὅμως δὲν εἶνε δικό μας, εἶνε τοῦ Θεοῦ· δικό μας εἶνε τὸ σήμε-ρα. Ὁ διάβολος στρώνει τὸ δρόμο γιὰ τὴν κόλασι μὲ «θά…»· ὁ ἕνας λέει «Θὰ ἐξομολογηθῶ» καὶ οὐδέποτε ἐξομολογεῖται, ὁ ἄλλος «Θὰ κοινωνήσω» καὶ οὐδέποτε κοινωνεῖ, ὁ ἄλλος«Θὰ συγχωρήσω» καὶ οὐδέποτε συγχωρεῖ. Ὁ σατανᾶς μᾶς παρασύρει νὰ σπαταλοῦμε τὸ χρόνο ὁ ἕνας στὸ καφφενεῖο, ἄλλος σὲ φλυαρίες καὶ κατακρίσεις, ἄλλος σὲ θεάματα, ἄλλος σὲ ταξίδια καὶ τουρισμό, ἄλλος σὲ χαρτοπαίγνια καὶ καζῖνο. Πῶς νὰ μείνῃ χρόνος μετὰγιὰ μελέτη, ἐνδοσκόπησι, ἀνάτασι;Ἕνας ἠθοποιός, γιὰ νὰ εἰσπράξῃ χρήματα,κάλεσε ὅλους στὸ γήπεδο. Ἔμπηξε στὴ γῆ ἕνα κοντάρι, κάρφωσε στὴν κορυφή του μιὰ βελόνα, καὶ μετά, καλπάζοντας ἔφιππος, πλησίασε τὸ κοντάρι καὶ –φανταστῆτε τὴ δυσκολία–πέρασε μιὰ κλωστὴ στὴν τρύπα τῆς βελόνας!
Ὅλοι χειροκρότησαν, ὁ βασιλιᾶς ὅμως τὸν κάλεσε καὶ τοῦ λέει· –Πόσο καιρὸ κοπίασες γιὰ νὰ τὸ πετύχῃς αὐτό; –Δώδεκα χρόνια. Διατάζει λοιπόν· –Σ᾽ αὐτὰ τὰ χρόνια μποροῦσε νὰ κάνῃ πολλὰ σπουδαιότερα πράγματα, κι αὐτὸς τὰ σπατάλησε · γι᾽ αὐτὸ κλεῖστε τον στὴ φυλακή.Ἀδελφοί μου, μὴν πάθουμε κ᾽ ἐμεῖς τὸ πά-θημα αὐτό. Ἂς ἀκούσουμε τὴ φωνὴ τοῦ Παύλου «Νῆφε ἐν πᾶσι» , τὴ φωνὴ τοῦ Προδρόμου «Μετανοεῖτε» (Ματθ. 3,2)διότι «κάθε δέντρο ἄκαρποκόβεται καὶ ῥίχνεται στὴ φωτιά» (ἔ.ἀ. 7,19) , καὶ τὴ φωνὴ τῆς Ἐκκλησίας μας «Τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καὶ μετανοίᾳ ἐκτελέσαι παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα»· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-