Μαζὶ μὲ Τὸν Ἰησοῦ
Ἡ σκηνὴ τῆς ὁδοιπορίας πρὸς Ἐμμαοὺς ἐνέπνευσε πολλοὺς ζωγράφους καὶ ποιητὲς μὲ τὴν ὀμορφιά της. Ποιὸς δὲν θὰ ποθοῦσε ἕναν περίπατο στὴ φύση συντροφιὰ μὲ τὸν Ἰησοῦ!
Τὰ δύσκολα ἀρχίζουν ὅταν περάσουμε στὶς συγκεκριμένες συνθῆκες ὑπὸ τὶς ὁποῖες συντελεῖται συνήθως αὐτὴ ἡ πορεία. Συγκεκριμένα, στὴν βαρειὰ καρδιά, ἀφοῦ εἶχαν προηγηθεῖ τὰ γεγονότα τοῦ Πάθους.
Κάπως ἔτσι συμβαίνει καὶ στὴ ζωή. Ὅταν ἡ καρδιὰ εἶναι βαρειὰ δὲν νιώθεις τὰ πράγματα ὅπως τὰ εἶχες φανταστεῖ. Ἴσως καὶ νὰ μὴν τ’ ἀναγνωρίζης πιά. Τότε καὶ τὰ ὡραιότερα ὄνειρα, ὅταν ἔρχεται ἡ ὥρα νὰ πραγματοποιηθοῦν, φαίνονται χλωμὴ καὶ ἀνούσια καθημερινότητα.
Τότε ἀναδεικνύεται καὶ ἡ τραγικότητα τοῦ ἀνθρώπου· νὰ συμπορεύεται μὲ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ μὴν τὸν ἀναγνωρίζει! Καὶ νὰ συνεχίζει νὰ ὑποφέρει τὸ ἴδιο!
Κοινὴ ἐμπειρία ὅλων μας. Καὶ πολλοὶ καὶ ποικίλοι οἱ τρόποι.
Νὰ ἀγωνιζόμαστε πνευματικὰ καὶ νὰ νιώθουμε ἀβοήθητοι, ἐνῶ Αὐτὸς εἶναι στὸ πλευρό μας καὶ χωρὶς τὴ δική Του βοήθεια τίποτα δὲν θὰ εἶχε συντελεστεῖ. Νὰ βυθιζόμαστε στὸν Ἅδη τῆς ψυχῆς μας καὶ νὰ ἀπελπιζόμαστε –ἐνάντια στὴ συμβουλὴ ποὺ ἔδωσε στὸν Ἅγιο Σιλουανὸ, ‘κράτα τό νοῦ σου στόν ἅδη καί μή ἀπελπίζου’– ἐπειδὴ δὲν Τὸν βλέπουμε ἐκεῖ. Ποιόν; Αὐτὸν ποὺ ἔκανε καὶ τὸν Ἅδη σπίτι του.
Νὰ προσπερνᾶμε, καὶ καμιὰ φορά, νὰ ποδοπατᾶμε τὸν διπλανό μας δίχως νὰ διακρίνουμε σὲ αὐτὸν τὸ πρόσωπό Του, ὅπως μᾶς εἶχε ἀψευδῶς δηλώσει.
Πορεία μὲ τὸν μὴ ἀναγνωρισμένο Χριστό. “Μας εἶπαν” ὅτι τὸν εἶδαν ἀναστημένο ἀλλὰ ἐμεῖς δὲν βλέπουμε.
«Ἀνόητοι καὶ βραδεῖς τῇ καρδίᾳ». Δὲν μᾶς ἀποκάλεσε ἀργοὺς στὸ μυαλό, ἀλλὰ ἀργοὺς στὴν καρδιά. Ἐκεῖ πρέπει νὰ ἀναζητήσουμε τὴν ρίζα τοῦ προβλήματος.
Καρδιὰ ἀργή ἐπειδὴ εἶναι βραχυκυκλωμένη ἀπὸ ἄγχη καὶ μέριμνες, ἀπὸ ἡδονὲς καὶ ἀποχαύνωση, ἀπὸ ναρκισσισμοὺς καὶ ἀνταγωνισμούς. Καρδιὰ ποὺ ἔχασε τὰ αἰσθητήρια της, ἀλλοτριωμένη, παραλυμένη, ἀγχωμένη, ἀγριεμένη, ἀποδιοργανωμένη.
Ἀλλὰ νά! Ἡ ἴδια ἡ καρδιὰ ποὺ φταίει ἀνέλαβε νὰ ἐπανορθώσει. “Δὲν καιγόταν ἡ καρδιά μας στὴ διαδρομή;”.
Ναί, ἀναδρομικὴ ἀναγνώριση, ἀρκεῖ ἡ καρδιὰ νὰ κρατάει κάτι ἀπὸ τὴ γνησιότητά της. «Εἰ ἔχεις καρδίαν δύνασαι σωθῆναι» λέει στὸ Γεροντικό. Δηλαδὴ νὰ μὴν πνιγεῖ ὁ ψίθυρός της ἀπὸ τοὺς θορύβους τῆς πολυτάραχης ζωῆς μας. Νὰ τῆς δοθεῖ ἀνάσα, δυνατότητα νὰ αἰσθανθεῖ καὶ νὰ μιλήσει.
Ἡ βαρειὰ καὶ ἀργή μέν, ἀλλὰ καθαρὴ καρδιὰ στάθηκε στὸ νῆμα ποὺ κράτησε τὴν ἐπαφὴ μέχρι τὴν ὥρα τῆς ἀποκάλυψης. Ἂν παραμένουν ζωντανὲς νησίδες μέσα της, ὑπάρχει ἐλπίδα. Ἂν διατηρεῖ τὴν ἱκανότητά της νὰ καίγεται θὰ ἔλθει ἡ ὥρα τῆς ἐπιγνώσεως.
“Καὶ διηνοίχθησαν αὐτῶν οἱ ὀφθαλμοί”. Τότε ἀνοίγουν τὰ μάτια στὸν νέο κόσμο. Ἡ ἐπίγνωση τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ γίνεται ἄνοιγμα σὲ νέα δημιουργία.
Καὶ τρέχουν νὰ μεταφέρουν τὸ μήνυμα καὶ στοὺς ἄλλους. Ἡ ἐμπειρία γίνεται ἱεραποστολή. Ἡ μόνη ἀξιόπιστη ἱεραποστολή.
Ἡ πορεία πρὸς Ἐμμαοὺς συλλαβίζει τὴ διαδρομὴ τῆς προσωπικῆς ἀναγεννήσεως. Φανερώνει τὴ μεταβολὴ τοῦ ταλαιπωρημένου πιστοῦ σὲ χαρούμενο Πολίτη τῆς Βασιλείας. Γίνεται ὁ καταστατικὸς χάρτης τῆς μεταβάσεως ἀπὸ τὴν καθημερινὴ φθορὰ στὴ δοξολογικὴ ἀναγγελία τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Αἰώνιου Συνοδοιπόρου.
π. Βασίλειος Θερμὸς
Πηγή:http://kirigmata.blogspot.com/