«Ἰδού Κύριος κάθηται ἐπί νεφέλης κούφης καί ἥξει εἰς Αἴγυπτον, καί σεισθήσονται τά θεμέλια Αἰγύπτου ἀπό προσώπου αὐτοῦ» (Ἡσ. ιθ’1). Μ’ αὐτόν τόν τρόπο περιγράφει ὁ μεγάλος προφήτης Ησαΐας τό γεγονός τῆς φυγῆς τοῦ Ἰησοῦ στήν Αἴγυπτο. Εἶναι ἡ φυγή τοῦ Κυρίου ἀπό τό ξίφος τοῦ Ἡρώδη, ἡ φυγή τοῦ Κυρίου ἀπό τό δοῦλο Του, τοῦ ἀθώου ἀπό τή διαφθορά, τοῦ ἰσχυροῦ ἀπό τόν ἀδύνατο.
Ποιός θά ‘πρεπε νά ὑποθέσουμε ὅτι εἶναι ἡ «κούφη νεφέλη» (νεφέλη ἐλαφρά) που μετέφερε τόν Κύριο στήν Αἴγυπτο; Καί βέβαια ἡ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Ἦταν ἐλαφρά ἐπειδή δέν ἔφερε τό βάρος τῆς ἁμαρτίας, ἐπειδή ἦταν ἐλεύθερη ἀπό τήν κατάρα, ἐπειδή εἶχε τό κάλλος τῆς ἀθωότητας καί τῆς πλούσιας εὐλογίας τοῦ Θεοῦ. Ήταν ἔνσαρκη, ἀλλά λειτουργοῦσε σχεδόν σάν ἄσαρκη. Ἦταν σάν νεφέλη, ἀλλά νεφέλη ἐλαφρά. Σε παλιότερα χρόνια ὁ Θεός πήγαινε μπροστά ἀπό τούς Ισραηλίτες «ὡς στῦλος νεφέλης» (Εξ. ιγ’22) γιά νά τούς ὁδηγήσει μακριά ἀπό τή δουλεία τῆς Αἰγύπτου. Τώρα ὁ Θεός πηγαίνει ἐπί νεφέλης κούφης στήν Αἴγυπτο, γιά ν’ ἀποφύγει τό ξίφος τοῦ ἴδιου αὐτοῦ λαοῦ.
Γιατί ὁ Ζωοδότης Κύριος καί Θεός φεύγει μακριά ἀπό θνητούς ἀνθρώπους; Δέ θά μποροῦσε νά τακτοποιηθεῖ τό θέμα μέ συντομότερο καί ἁπλούστερο τρόπο; Δέ θά μποροῦσε ὁ Θεός, ὁ Κύριος τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, νά δώσει ἐντολή σ’ ἕναν ἄγγελο καί νά πάρει τήν ψυχή τοῦ Ἡρώδη, ἀντί νά δώσει στόν Ἰωσήφ ἐντολή να φύγει στήν Αἴγυπτο, για να γλιτώσει ἀπό τόν Ἡρώ δη;
Ἴσως ἡ λύση αὐτή νά ἦταν πιό ἱκανοποιητική γιά τή δική μας, τήν ἀνθρώπινη αντίληψη, μά θά ἀνέτρεπε τό πάνσοφο σχέδιο τῆς σωτηρίας μας. Πῶς θά φανερωνόταν στό εὐαγγέλιο ἡ φοβερή διαστροφή τῆς ἀνθρώπινης φύσης ἀπό τήν ἁμαρτία, καθώς κι ἡ ἀνάγκη τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν ἴδιο τό Θεό, ἂν ὁ Θεός τή νύχτα ἐκείνη σταματοῦσε τίς πονηρές προθέσεις τοῦ Ἡρώδη μέ τό θάνατο; Πῶς θά ‘βλεπε ὁ πνευματικά τυφλός ἄνθρωπος τό λάκκο τῆς ἁμαρτίας ὅπου εἶχε πέσει ὁ κόσμος πού εἶχε ἀπορρίψει τόν ἀληθινό Θεό ἀπό ὁδηγό του, ἄν ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν ἔφευγε μακριά ἀπό τούς ἀνθρώπους για να γλιτώσει;
Μόλις ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τή Βηθλεέμ οἱ πρῶτοι προσκυνητές πού ἦρθαν ἀπό τήν Ανατολή, «ιδού ἄγγελος Κυρίου φαίνεται κατ ̓ ὄναρ τῶ Ἰωσήφ λέγων· ἐγερθείς παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ καί φεῦγε εἰς Αἴγυπτον, καί ἴσθι ἐκεῖ ἕως ἂν εἴπω σοι· μέλλει γάρ Ἡρώδης ζητεῖν τό παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό» (Ματθ. β ́13).
Ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ παραμένει διαρκῶς ἄγρυπνος καί προφυλάσσει τό θεῖο βρέφος ὥστε νά μήν τοῦ συμβεῖ κανένα κακό. Ἐκεῖνοι πού Τόν ὑπηρετοῦσαν ἀπό τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου στό ἀθάνατο βασίλειο, τώρα Τόν ὑπηρετοῦν στό πρόσκαιρο βασίλειο. Θαυμάζουν πάντα, ἐξίστανται. Πῶς καταδέχτηκε ὁ ἀθάνατος Κύριος τῆς ζωῆς να φορέσει τήν ἀνθρώπινη σάρκα καί νά ἐκτεθεῖ σέ χιλιάδες κινδύνους; Πῶς ὁ Κύριος πῆρε τή μορφή δούλου (πρβλ. Φιλιπ. β’7); Βέβαια ἦρθαν κι ἄγγελοι και συνομίλησαν μέ ἀνθρώπους. Μά ἐκεῖνοι ἦταν ἀόρατοι καί γιά τή δική μας αἴσθηση ἀσώματοι. Ὅταν ἐμφανίζονται στούς ἀνθρώπους μέ ἀνθρώπινη μορφή, τό σῶμα τους δέν εἶναι σάν τό δικό μας, δέν μπορεῖ κανείς οὔτε νά τό πληγώσει οὔτε νά τό θανατώσει. Ὁ Χριστός ὅμως γεννήθηκε μέ πραγγματικό, ανθρώπινο σώμα, πού μπορεῖ καί νά πληγωθεῖ καί νά θανατωθεῖ. Αποφεύγει τό ξίφος, γιά νά διαπιστώσουμε κι ἐμεῖς πώς ἦταν πραγματικός ἄνθρωπος κι ὄχι ὅραμα ἤ ὀπτασία, ὅπως πίστευαν κάποιοι αἱρετικοί. Γι’ αὐτό κι ἦταν ἀπαραίτητη ἡ διαρκής παρουσία τῶν ἀγγέλων, γιά νά τόν προστατεύουν καί νά τόν προσέχουν σάν ἀδύνατο παιδί.
Μέλλει γάρ Ἡρώδης ζητεῖν τό παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό. Γιά τό μέλλον μιλάει ὁ ἄγγελος. Αὐτό σημαίνει πώς ὥς τότε ὁ Ἡρώδης δέν εἶχε προβεί σε καμιά ἐνέργεια ἐναντίον τῆς ζωῆς τοῦ παιδιοῦ. Ὁ Ἡρώδης ὅμως ἔχει μέσα του ἕνα διαρκή κι ἄσβεστο φόβο γιά τό θεῖο βρέφος καί θέλει νά τό σκοτώσει. Κανένας ἄνθρωπος στή γῆ δέ γνωρίζει ἀκόμα τίς προθέσεις του. Οἱ σκέψεις τῶν ἀνθρώπων ὅμως εἶναι φανερές στο Θεό, τίς διαβάζει σάν σέ ἀνοιχτό βιβλίο. Ἐκεῖνος μόνο γνωρίζει τί κρύβει στο μυαλό του ὁ Ἡρώδης ἐναντίον τοῦ Ἰησοῦ. Μόνο Ἐκεῖνος μπορεῖ ν’ ἀποκαλύψει το μυστικό πού εἶναι κρυμμένο στο πονηρό μυαλό τοῦ Ἡρώδη. Καί τό ἀποκάλυψε στόν Ἰωσήφ μέ ἄγγελο. Κι ὁ Ἰωσήφ πῆρε ὑπάκουα τό παιδί καί τή μητέρα Του κι ἔφυγε για τήν Αἴγυπτο, «ἵνα πληρωθῇ τό ρηθέν ὑπό τοῦ Κυρίου διά τοῦ προφήτου λέγοντος· ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τόν υἱόν μου» (Ματθ. β ́15).
Αὐτό βέβαια δέν ἔγινε ἐπειδή ἔτσι τό εἶπε ὁ προφήτης Ωσηέ. Ο προφήτης τό εἶπε ἐπειδή τό προεῖδε μέ ἔμπνευση ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γι’ αὐτό κι ὅταν ὁ εὐαγγελιστής λέει «ἵνα πληρωθῇ», θέλει να δείξει πώς ἡ προφητεία ἐκπληρώθηκε.
Τίποτα στό ἅγιο εὐαγγέλιο δέν εἶναι τυχαῖο. Δέν ἔχει καμιά σημασία ἄν ὁ εὐαγγελιστής χρησιμοποιεῖ τη μιά ἤ τήν ἄλλη λέξη. Είναι στο θέλημα τῆς θείας πρόνοιας νά ἐπισημάνει τη σπουδαιότητα τῶν ἀγαπημένων καί ζηλωτών προφητῶν Του τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Εἶναι στο θέλημα τῆς θείας πρόνοιας νά μᾶς διδάξει πώς ὁ Θεός ἐκπληρώνει τά λόγια ἐκείνων πού τόν εὐαρεστοῦν, ὅπως κι ἐκεῖνοι ἐκπλήρωσαν τούς λόγους καί τό θέλημά Του. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι ὑπακούουν τό Θεό, τότε κι Ἐκεῖνος τούς ἀκούει. Κανένας θνητός δέν μπορεῖ να ξεπεράσει τό Θεό στήν ὑπακοή καί τήν ὑπηρεσία τῶν ἀνθρώπων, ὅταν ἐκεῖνοι τόν ὑπηρετοῦν ὑπάκουα. Ἐκεῖνα πού οἱ προφῆτες προφήτεψαν από παλιά γιά τό Χριστό, τά εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Πῆραν ἐκεῖνο πού τούς εἶπε ὁ Θεός καί τό ἔδωσαν στον κόσμο. Δέν τό ἀνέφεραν σάν δικό τους, οὔτε καί τό λογάριαζαν δικό τους, γιατί τό εἶχαν λάβει ἀπό τό Θεό. Ὁ Θεός τό ἔδωσε αὐτό στούς πιστούς δούλους Του κι ὁ ἴδιος τώρα τούς δοξάζει, ἐμπνέοντας τόν εὐαγγελιστή να γράψει πώς αὐτά πού εἶπε ὁ προφήτης θά ἐκπληρωθοῦν. Αὐτός εἶναι ὁ τρόπος πού γράφουν οἱ ἀπόστολοι κι οἱ εὐαγγελιστές σ’ ολόκληρη τήν Καινή Διαθήκη. Ὁ Θεός εὐφραίνεται να δίνει χαρά στους πιστούς δούλους Του. Ὁ Θεός δοξάζει ἐκείνους πού τόν ἀντιδοξάζουν, τούς ταπεινούς καί ζηλωτές δούλους Του.
Παράλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ καί φεῦγε εἰς Αἴγυπτον. Αὐτή ἦταν ἡ ἐντολή τοῦ ἀγγέλου στόν Ἰωσήφ. Καί γιατί κατευθείαν στήν Αἴγυπτο; Γιατί εἰδικά στήν Αἴγυπτο; Γιατί ὄχι σέ κάποια πιο κοντινή χώρα, στη Συρία ἄς ποῦμε; Ἡ Δαμασκός δέν ἀνῆκε στήν ἐπικράτεια τοῦ Ἡρώδη. Γιατί ὄχι στή Μωάβ; Ἤ σέ κάποια ἄλλη κοντινή ἐπαρχία, ὅπου ὁ Ἡρώδης δέ θά μποροῦσε νά τόν συλλάβει;
Ἡ Αἴγυπτος εἶναι πολύ μακριά. Σήμερα γιά νά φτάσει κανείς μέ τό τρένο στα σύνορα τῆς Αἰγύπτου πρέπει να ταξιδέψει ὁλόκληρη καλοκαιρινή μέρα. Καί γιά νά φτάσει ἀπό κεῖ στο Κάιρο θέλει μισή μέρα παραπάνω. Καί σύμφωνα μέ τήν παράδοση ἡ ἁγία οἰκογένεια ἐγκαταστάθηκε στο Κάιρο. Τώρα πόσες μέρες χρειαζόταν κανείς γιά νά διασχίσει τήν ἀμμοσκέπαστη ἔρημο ἀπό τή Γάζα ἴσαμε τόν ἰσθμό, ὅπου τώρα εἶναι τό κανάλι; Πιό εὔκολα μποροῦσε κανείς να ταξιδέψει στη Συρία και να γυρίσει πίσω ἀρκετές φορές παρά να ταξιδέψει μιά φορά στο Κάιρο. Γιατί ὁ Θεός δέ φώτισε τον προφήτη να μιλήσει γιά μιάν ἄλλη πόλη, ὥστε ὁ Σωτήρας μας να βρεῖ καταφύγιο ὅσο πιό κοντά στήν Ιουδαία ἦταν δυνατό; Γιατί ἔπρεπε νά ἐκπληρώσει κατά γράμμα τά λόγια τοῦ προφήτη; Γιατί νά ἐπιτρέψει στο βρέφος Ἰησοῦ καί τή μητέρα Του πού μόλις είχε γεννήσει, να κάνει ἕνα τόσο μεγάλο ταξίδι;
Πόσο βιαζόμαστε να κάνουμε τίς λογικές παρατηρήσεις καί τά ἐπιπόλαια ἐρωτήματά μας! Ὅταν κάνουμε τέτοιες ἐρωτήσεις, εἶναι σά νά ξεχνᾶμε πώς τό σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου τό ἔκανε ἡ ἴδια ἡ ̔Αγία Τριάδα. Στο σχέδιο αὐτό ἑπομένως ἀποκλείεται νά ὑπάρχουν λάθη. Ἐκπληρώνοντας τά λόγια τοῦ προφήτη ὁ Θεός δέν ὑπακούει στα προφητικά λόγια, μά στα δικά Του. Γιά νά στείλει τόν Ἰησοῦ στήν Αἴγυπτο ὁ Θεός εἶχε διάφορους στόχους, ὅπως γίνεται καί μέ ὅλα τά ἔργα Του. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ὅταν κάνουμε κάτι σπάνια ἔχουμε παραπάνω ἀπό ἕνα στόχο. Ὁ Θεός ὅμως ὅταν προβαίνει σε κάποια ἐνέργεια σπάνια ἔχει μόνο ἕνα στόχο. Μποροῦμε ἄνετα νά ἰσχυριστοῦμε πώς ὁ Θεός, μέ τήν ἄπειρη σοφία Του, ἔχει ἄπειρους στόχους σε κάθε μιά ἀπό τίς ἐνέργειές Του. Στέλνοντας τόν Ἰησοῦ στήν Αἴγυπτο, στόχος τοῦ Θεοῦ πρίν ἀπ’ ὅλα ἦταν να σώσει τη ζωή τοῦ Υἱοῦ Του ἀπό τή σφαγή πού θά ἀκολουθοῦσε στη Βηθλεέμ.
Ἐκτός ἀπ ̓ αὐτόν ὅμως ὁ Θεός εἶχε καί πολλούς ἄλλους στόχους. Ὅταν τά παιδιά τοῦ Ἰακώβ θέλησαν ἀπό φθόνο να σκοτώσουν τόν ἀδελφό τους τόν Ἰωσήφ, ὁ τελευταῖος δέ βρήκε καταφύγιο στήν Αἴγυπτο; Τώρα πού ὁ Ἡρώδης θέλει ἀπό φθόνο να σκοτώσει τόν Ἰησοῦ, βρίσκει κι Αὐτός καταφύγιο στην Αἴγυπτο. Μ’ αὐτόν τόν τρόπο ὁ Θεός θέλησε νά ἐπαναλάβει τό ἴδιο μάθη μα στον σκληροτράχηλο ισραηλιτικό λαό.
Οἱ Ἰσραηλίτες ἦταν φουσκωμένοι ἀπό ὑπερηφάνεια ἐπειδή λογαριάζονταν καθαροί καί πίστευαν στόν ἕνα Θεό. Ἔτσι ἔσπευσαν ἀπό φθόνο να σκοτώσουν τόν καθαρότερο ἀπό τούς καθαρούς. Κι Ἐκεῖνος φεύγει από κοντά τους ὅπως παλιότερα είχε κάνει ὁ Ἰωσήφ καί βρίσκει καταφύγιο στήν Αἴγυπτο, ἕναν τόπο πού οἱ Ἰουδαῖοι περιφρονοῦσαν καί μισοῦσαν πολύ. Τί περίεργο! Ἡ περιφρονημένη καί μισητή Αἴγυπτος ὑποδέχεται τό Μεσσία πού ἡ ὑπερήφανη καί «σοφή» Ἱερουσαλήμ θέλει να σκοτώσει μέ ξίφος. Ὁ Θεός εἶχε δώσει τό μάθημα αὐτό στούς Ἰουδαίους περισσότερα από χίλια χρόνια πρίν μέ τό νεαρό καί ἀθῶο Ἰωσήφ. Τώρα τό ἐπαναλαμβάνει, γιά νά δείξει στούς Ἰουδαίους ὅτι παραμένουν ἀδιόρθωτοι. Στή διεφθαρμένη Αἴγυπτο, ἐκεῖ πού οἱ ἄνθρωποι θεοποιοῦσαν τους κροκοδείλους, βρῆκαν καταφύγιο ἡ ἀθωότητα κι ἡ ἁγνότητα πού καταδιώκονταν στήν Ἱερουσαλήμ ἀπό ἀνθρώπους πού καυχῶνταν γιά τήν πίστη τους στόν ἀληθινό Θεό. Γίνεται τώρα, στήν ἐποχή τοῦ Ἡρώδη, τό ἴδιο πού ἔγινε στόν καιρό τοῦ προπάτορά μας Ἰακώβ. Κι ὁ Θεός θέλει νά τό ὑπενθυμίσει αὐτό στούς Ἰσραηλῖτες μέ τό να στείλει τόν Υἱό Του να βρεῖ καταφύγιο στήν Αἴγυπτο. Αὐτός εἶναι ὁ λόγος πού Τόν ἔστειλε στήν Αἴγυπτο κι ὄχι στη Δαμασκό ἤ κάπου ἀλλοῦ[1].
Ανάμεσα στόν Ἰωσήφ καί τόν Ἰησοῦ ὅμως μπορεῖ να γίνει κι ἄλλη μιά διδακτική σύγκριση. Ὅπως ὁ Ἰωσήφ πού διώχτηκε πρῶτος γίνεται μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ φύλακας καί προστάτης τῆς Αἰγύπτου καί τῶν ἀδελφῶν του τελικά, λόγω τῆς καθαρότητάς του, ἔτσι κι ὁ διωκόμενος Ἰησοῦς θά γίνει ὁ προστάτης καί δότης τοῦ Ἄρτου τῆς Ζωῆς τόσο τῆς Αἰγύπτου ὅσο καί τοῦ Ἰσραήλ ἀλλά καί τοῦ κόσμου ὁλόκληρου. Τώρα ἡ Ἱερουσαλήμ τόν πετροβολεῖ. Ἐκεῖνος ὅμως ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα θά τῆς τό ἀνταποδώσει, ἀλλ ̓ ἀντί γιά πέτρες θά τῆς δώσει ψωμί.
Από τήν περικοπή αὐτή ὅμως παίρνουμε κι ἄλλο μάθημα. Ὁ Φαραώ παλιά εἶχε δώσει ἐντολή να σκοτωθοῦν ὅλα τ’ ἀρσενικά παιδιά τῶν Ἑβραίων. Ἐκεῖνον ὅμως πού ὁ Θεός τόν εἶχε προορίσει νά γίνει ἡγέτης τῶν Ἰσραηλιτῶν κι ἐλευθερωτής τους, τό Μωυσή δηλαδή, ὁ Φαραώ ὄχι μόνο δέν μπόρεσε νά τόν σκοτώσει, μά τόν πῆρε καί στήν αυλή του, τόν ἀνέθρεψε καί τόν μόρφωσε. Τώρα ὁ Ἡρώδης διατάζει να σκοτωθοῦν ὅλα τά παιδιά τῆς Βηθλεέμ, ὥστε νά σκοτωθεί μαζί τους κι ὁ μικρός Ἰησοῦς. Ὁ Θεός ὅμως ἔκανε τόν Ἰησοῦ ὁδηγό τοῦ λαοῦ Του, βασιλιά του. Κι ἡ βασιλεία Του δέν ἔχει τέλος.
Ὁ Ἡρώδης δέν στάθηκε ἱκανός οὔτε νά πειράξει τόν Ἰησοῦ. Κι ὄχι μόνο αὐτό. Ὅταν ὁ ἀναστημένος Κύριος Ἰησοῦς δοξαζόταν σέ οὐρανό καί γῆ ὡς Βασιλιάς τῶν βασιλιάδων, ὁ Ἡρώδης κι ὅλοι οἱ ἄθεοι τῆς Ἱερουσαλήμ εἶχαν γίνει σκόνη. Αὐτό ἄς γίνει μάθημα σέ μᾶς. Ἕνα μάθημα πώς ὅταν ἐμεῖς ἐμπιστευόμαστε τόν ἑαυτό μας στα χέρια τοῦ Θεοῦ, δέν μπορεῖ νά μᾶς ἀγγίξει ἀνθρώπου χέρι.
Αλλά ὑπάρχει κι ἄλλο μάθημα. Ὁ Θεός κάποτε ἔστειλε τόν Ἰσραήλ στήν Αἴγυπτο σέ ἀναζήτηση τροφῆς. Οἱ Ἰσραηλίτες ὅμως ἔγιναν ἀγνώμονες κι ἀνυπάκουοι. Ἄρχισαν μέ τόν καιρό νά ἐγκαταλείπουν τήν ὀρθή πίστη τους καί ν’ ἀποδέχονται τά εἴδωλα τῶν Αἰγυπτίων. Σιγά σιγά υἱοθέτησαν τή διαφθορά τους. Ὁ Θεός τούς ἔδωσε γιά ὁδηγό τό Μωυσή καί ὁδήγησε τό λαό Του μακριά ἀπό τήν Αἴγυπτο. Στη μακρά αὐτή διαδρομή ἔκανε μπροστά στα μάτια τους αμέτρητα θαύματα. Τούς ἔδωσε τροφή και νερό στήν ἔρημο. Παρ’ ὅλ ̓ αὐτά ἐκεῖνοι για σαράντα χρόνια γόγγυζαν ἐναντίον Του μέ ἀγνωμοσύνη καί παρακοή. Ὁ Θεός ἐξολόθρευσε ὅλους τούς ἐχθρούς τοῦ λαοῦ Του καί τόν ὁδήγησε στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, πού τήν εἶχε προετοιμάσει κι ἐμπλουτίσει. Οἱ Ἰσραηλίτες ὅμως ἐξακολουθοῦσαν νά γογγύζουν μέ ἀχαριστία.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς, ἀντίθετα, πορεύτηκε στήν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου ἀγόγγυστα, ἀδιαμαρτύρητα. Ἔζησε στην ξένη αὐτή χώρα με φτώχεια. Γύρισε πάλι ἀπό τήν ἴδια ἔρημο στό Ισραήλ χωρίς να κάνει το παραμικρό παράπονο, χωρίς να κάνει οὔτε σκέψη διαμαρτυρίας πρός τόν οὐράνιο Πατέρα Του. Τόσο Ἐκεῖνος ὅσο κι ἡ Παναγία Μητέρα Του κι ὁ δίκαιος Ἰωσήφ συμπυκνώνουν σέ βραχύ χρονικό διάστημα ὁλόκληρη τήν ἱστορία τῆς ταλαιπωρίας τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀλλά μέ καρδιά γεμάτη εὐγνωμοσύνη, ἀφοσίωση κι ὑπακοή πρός τόν Ὕψιστο. Κι αὐτό λειτουργοῦσε σάν ψόγος πρός τούς ἀνυπάκουους καί θεληματάρηδες Ισραηλίτες καί σάν παράδειγμα σέ ὅλους μας.
Τελικά ὑπάρχει κι ἕνας γενικά σπουδαῖος λόγος που ὁ Κύριος πῆγε στήν Αἴγυπτο κι ὄχι σέ κάποια ἄλλη χώρα. Τήν ἐπίγεια αποστολή Του δέν τήν ξεκίνησε στα τριάντα Του, τότε πού ἄνοιξε τά θεϊκά χείλη του κι ἄρχισε νά διδάσκει. Τήν ἀποστολή Του τήν ξεκίνησε ἀπό τήν ἴδια τή στιγμή τῆς σύλληψής του. Από τήν ἴδια ἐκείνη στιγμή είχε ἤδη ἕναν ἀκόλουθο. Αὐτή ἦταν ἡ ἁγία Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰωσήφ δέν εἶχε προσηλυτιστεῖ πρίν ἀπό τή γέννησή Του; Ὅταν γεννήθηκε δέν ἄνοιξε ὁ οὐρανός γιά τούς ποιμένες, δέν γέμισε ἡ ψυχή τῶν μάγων τῆς ̓Ανατολῆς μέ ἀλήθεια, προσευχή καί ἀθανασία; Δέν ἀπομακρύνθηκαν από κοντά Του καί δέν στράφηκαν ἐναντίον του ὁ Ἡρώδης κι οἱ σκληρόκαρδοι γραμματεῖς τῆς Ἱερουσαλήμ, ἐνῶ Ἐκεῖνος κείτονταν ἀκόμα στη φάτνη; Από τη στιγμή της σύλληψής του ἔγινε ὁ «ἀκρογωνιαῖος λίθος» στό χῶρο τῆς σωτηρίας καί ὁ «λίθος προσκόμματος» στούς ἄλλους. Από τη στιγμή τῆς σύλληψής Του ὁ κόσμος γύρω Του ἄρχισε νά χωρίζεται σε πρόβατα καί ἐρίφια. Κυρίως ὅμως γιά κάποιο διάστημα διαφωνοῦσαν γι ̓ Αὐτόν ἡ Μαρία κι ὁ Ἰωσήφ. Ἡ Μαρία γνώριζε πώς ἦταν καρπός Πνεύματος Ἁγίου. Ὁ Ἰωσήφ ὅμως νόμιζε πώς ἦταν καρπός ἁμαρτίας. Ἡ διάσταση αυτή κράτησε λίγο μόνο διάστημα. Ἡ διάσταση πού δημιουργήθηκε μέ τή γέννησή Του ὅμως ἀνάμεσα στόν Ἡρώδη καί τούς σοφούς τῆς Ἱερουσαλήμ ἀπό τή μιά καί στούς ποιμένες καί τούς μάγους τῆς Ἀνατολῆς ἀπό τήν ἄλλη, δέν εἶχε ποτέ τελειωμό. Ὁ Σωτήρας μας ἦρθε γιά νά σπείρει, ταυτόχρονα ὅμως καί νά λιχνίσει. Καί τό ἔργο αὐτό τό ξεκίνησε ἀπό τήν κατά σάρκα σύλληψή Του ὥς τό θάνατο καί τήν ἔνδοξό Του ἀνάσταση, ἀπό τήν ἀνάσταση ὥς σήμερα κι ἀπό σήμερα ὥς τήν τελική Κρίση. Δέν ἦρθε στόν κόσμο σάν ἕνας σκεπτικιστής. Εισχώρησε στο δράμα καί τό σκοτάδι τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς γιά νά γίνει φῶς καί ὁδηγός, θυσία καί νικητής. Τό ἔργο Του στον κόσμο τό ξεκίνησε πραγματικά τή στιγμή πού ὁ ἀγγελιοφόρος Του, ὁ μέγας ἀρχάγγελος Γαβριήλ, ἦρθε στη Ναζαρέτ κι εὐαγγελίστηκε τη γέννησή Του.
Στή φυγή Του στήν Αἴγυπτο λοιπόν δέν πρέπει νά δοῦμε μόνο μιά φυγή γιά νά σώσει τόν ἑαυτον τό Του, ἀλλά μιά πράξη τοῦ σχεδίου γιά τή σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ποιά εἶναι ἡ πράξη αὐτή; Εἶναι ἡ διαρκής ἐπαφή μέ τή χαμιτική φυλή. Γεννήθηκε στη σημιτική φυλή. Ἡ ἀποστολή Του ὅμως δέν περιοριζόταν μόνο σέ μιά φυλή, στόχευε σ ̓ ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἔπρεπε νά ἔρθει σ ̓ ἐπαφή μέ τίς τρεῖς κύριες φυλές τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτός εἶναι ὁ κύριος λόγος τῆς φυγῆς Του στήν Αἴγυπτο. Οἱ Σημίτες ἦταν στήν Ἰουδαία. Οἱ Χαμίτες στήν Αἴγυπτο. Μέ τήν τρίτη φυλή, τούς Ἰαφεθίτες, ποῦ ἦρθε σέ ἐπαφή; Οἱ Ρωμαῖοι, πού ἦταν ἀπό τή φυλή τῶν Ἰαφεθιτῶν, δέν κυβερνοῦσαν τήν Αἴγυπτο; Μά κι ὁλόκληρη ἡ Μικρά Ασία κι ἡ ̓Αφρική δέν ἦταν γεμάτη Ἕλληνες ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Μεγάλου Αλεξάνδρου κι ἔπειτα; Αλλά κι ὁλόκληρη ἡ Καινή Διαθήκη είχε γραφτεί στή γλώσσα τῶν Ἰαφεθιτῶν, στήν Ἑλληνική. Ὁ Πιλάτος πού καταδίκασε τό Χριστό σέ θάνατο κι ὁ ἐπικεφαλῆς τῆς φρουρᾶς στο Γολγοθά, πού τόν ὁμολόγησε ὡς Υἱό τοῦ Θεοῦ, δέν ἦταν κι οἱ δυό τους αφεθίτες; Τούς Χαμίτες τους και ταράστηκε ὁ προπάτοράς μας Νῶε, λόγω τῆς ἀσέβειας πού ἔδειξε ὁ Χάμ στόν πατέρα του (βλ. Γέν, θ’22-27). Τούς Σημίτες καί τούς Ἰαφεθίτες ὅμως τούς εὐλόγησε.
Ὅταν ὁ Κύριος ἦρθε στόν κόσμο δέν ἔκανε διάκριση ἀνάμεσα στους καταραμένους καί τούς εὐλογημένους, ἀφοῦ ἄλλωστε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στή γῆ εἶχαν δεχτεῖ τήν κατάρα, ὅλοι ἦταν δέσμιοι τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. Ὁ Κύριος δέν εἶχε μόνο στην πρώιμη παιδική Του ἡλικία ἐπαφή μέ τούς Χαμίτες αλλά κι ἀργότερα, ὡς διδάσκαλος καί θεραπευτής στις περιοχές της Τύρου καί τῆς Σιδῶνος (βλ. Μάρκ. ζ’24 και γ’8).
Αν ρωτήσει κάποιος τώρα τί θά μποροῦσε νά ὠφελήσει τούς ἀπογόνους τοῦ Χάμ στην Αἴγυπτο το νήπιο Ἰησοῦς, ἀφοῦ ἀκόμα δέν μποροῦσε νά μιλάει καί νά θαυματουργεῖ, ἡ ἀπάντηση πού θά πάρει θά εἶναι κι αυτή μιά ἐρώτηση: Ὑπῆρχε ἔστω καί μιά στιγμή στην πρώιμη ζωή τοῦ Ἰησοῦ πού δέ μιλοῦσε καί δέ θαυματουργοῦσε; Καί δέν ἐννοοῦμε ὅτι εἶναι ὑποχρεωτικό να μιλάει κανείς μέ τή γλώσσα. Ὁ ἥλιος δέν ἔχει γλώσσα. Σ’ ἐκείνους πού μποροῦν ν’ ἀκοῦνε ὅμως λέει κάθε μέρα πολλά πράγματα. Δέν ἔχει χέρια γιά νά θαυματουργεῖ. Σ’ αὐτούς πού μποροῦν νά βλέπουν ὅμως, καθημερινά θαυματουργεί.
Ἐμεῖς οἱ θνητοί δέν μποροῦμε νά ἐκτιμήσουμε πόση ἐπίδραση εἶχε ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στήν Αἴγυπτο. Τό ὅτι ἡ ἐπίδρασή Του αυτή ὅμως ἦταν πολύ μεγάλη δέν πρέπει νά ὑπάρχει καμιά αμφιβολία. Η αἱμορροούσα γυναίκα δέν ἔλαβε τή θεραπεία της μέ τό πού ἄγγιξε μόνο τά ἱμάτιά Του; Πῶς θά μποροῦσε τότε να περάσει ἀπαρατήρητη ἡ καθαρή θαυματουργική παρουσία Του ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους αὐτούς τῆς Αἰγύπτου; Ἄλλωστε τήν ἐπίδραση τῆς παρουσίας Του στή γῆ τοῦ Χάμ μποροῦμε νά τή διαπιστώσουμε ἀπό τή μετέπειτα ἱστορία τοῦ χριστιανισμοῦ. Στήν Αἴγυπτο ἦταν πού ἀναπτύχθηκε περισσότερο ὁ μοναχισμός μέ ἱδρυτή καί ἀρχηγό του τόν ἅγιο Αντώνιο. Στήν Αἴγυπτο χύθηκε τό αἷμα πολλῶν μαρτύρων που δόξασαν τήν Ἐκκλησία. Καί μόνο τίς ἁγίες Αἰκατερίνα καί Βαρβάρα να μνημονεύσουμε εἶναι ἀρκετό. Ἡ Αἴγυπτος μᾶς ἔδωσε ἔξοχους χριστιανούς θεολόγους και φιλοσόφους. Οἱ χριστιανοί τῆς Αἰγύπτου ἔδωσαν τρομερές μάχες μέ τόν Ἄρειο, τόν χειρότερο αἱρετικό τοῦ χριστιανισμοῦ. Καί τόν φίμωσαν, τόν κατατρόπωσαν κι ἔδωσαν ἔτσι μιά ἀνεκτίμητη νίκη στήν Ἐκκλησία. Τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, ὅπως διαμορφώθηκε στήν Αἴγυπτο, ἔγινε ἀποδεκτό από τήν Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Νίκαιας, τότε πού ὁ ἅγιος Αθανάσιος τῆς ̓Αλεξάνδρειας ἔλαμψε σάν λαμπρό ἄστρο στην κάποτε σκοτισμένη γῆ τῶν Φαραώ.
Ὅλοι αὐτοί οἱ λόγοι βέβαια δέ νομίζουμε ὅτι εἶναι ἀρκετοί γιά νά ἐξαντλήσουν ὅλο τό φάσμα τῶν ἀγαθῶν ἐπιδράσεων πού εἶχε ἡ παρουσία τοῦ Ἰησοῦ στήν Αἴγυπτο, ὅταν πῆγε ἐκεῖ γιά να κρυφτεῖ ἀπό τόν Ἡρώδη. Ὁμολογοῦμε ἀντίθετα πώς οὔτε κάν ἔχουμε ἀπαριθμήσει ὅλους τούς λόγους πού μπορεῖ νά συλλάβει ὁ θνητός ἄνθρωπος, πολύ περισσότερο δέ ὅλα τά μυστήρια πού εἶναι «κεκρυμμένα» στο θησαύρισμα τῆς πρόνοιας τοῦ Θεοῦ.
Αλλ ̓ ἄς γυρίσουμε τώρα στο κακούργημα τοῦ Ἡρώδη. Ας δοῦμε ποῦ μπορεῖ νά φτάσει ἡ κακία τοῦ ἀνθρώπου ὅταν κυριαρχεῖται ἀπό τό πάθος τῆς ἐξουσιολαγνείας, πού τόν μετατρέπει σε θηρίο ἄγριο.
«Τότε Ἡρώδης, ἰδών ὅτι ἐνεπαίχθη ὑπό τῶν μάγων, ἐθυμώθη λίαν, καί ἀποστείλας ἀνεῖλε πάντας τούς παῖδας τούς ἐν Βηθλεέμ καί ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς ἀπό διετοῦς καί κατωτέρω, κατά τόν χρόνον ὅν ἠκρίβωσε παρά τῶν μάγων» (Ματθ. β’16). Γιά νά ποῦμε τήν ἀλήθεια, οἱ μάγοι ἀπό τήν Ανατολή δέν ἐξαπάτησαν τόν Ἡρώδη. Δέν τοῦ εἶχαν ὑποσχεθεί τίποτα. Τό εὐαγγέλιο ἀναφέρει: «Οἱ δέ ἀκούσαντες τοῦ βασιλέως ἐπορεύθησαν» (Ματθ. β’9). Ὁ Ἡρώδης ὅμως ἦταν τύραννος. Κάθε λόγος καί ἐντολή πού ἔδινε, ἤθελε νά ἐφαρμόζεται ἀπό ὅποιον κι ἄν τήν ἄκουγε. Ἔτσι τό γεγονός ὅτι οἱ μάγοι δέν γύρισαν στήν Ἱερουσαλήμ γιά νά τόν ἐνημερώσουν γιά τό θεῖο βρέφος, τό λογάριασε ἐξαπάτηση. Γι’ αὐτό καί ἐθυμώθη λίαν.
Ὁ θυμός ἦταν κάτι συνηθισμένο στο περιβάλλον τοῦ Ἡρώδη. Ήταν καθημερινή του συνήθεια, ὅπως γίνεται χωρίς ἐξαίρεση μέ τούς ἀνθρώπους πού εἶναι σκλάβοι τῶν παθῶν τους. Αὐτό μποροῦμε νά τό διαπιστώσουμε καί σέ μᾶς τούς ἴδιους. Ὅσο περισσότερο γινόμαστε δοῦλοι κάποιου πάθους μας, τόσο περισσότερο γινόμαστε παιδιά τοῦ θυμοῦ. Κι ὁ θυμός εἶναι πατέρας τοῦ ἐγκλήματος, ὁδηγεῖ ἄμεσα στό φόνο. Ο Κάιν στό θυμό του ἐπάνω σκότωσε τόν Αβελ. Ὁ Σαούλ ἐξοργίστηκε ἐναντίον τοῦ γιοῦ του Ιωνάθαν καί τοῦ πέταξε ἕνα ξίφος γιά νά τόν σκοτώσει. Ὁ βασιλιάς Ναβουχοδονόσορας «ἐπλήσθη θυμοῦ» ἐναντίον τῶν τριῶν παίδων Σεδράχ, Μισάχ καί Αβδεναγώ κι ἔδωσε ἐντολή νά τούς ρίξουν στήν κάμινο τοῦ πυρός. Ὁ ἀρχιερέας τῶν Ἰουδαίων κι οἱ γραμματεῖς «διεπρίοντο τάς καρδίας αὐτῶν καί ἔβρυχον τούς ὀδόντας ἐπ’ αὐτόν» (Πράξ. ζ’54-58), δηλαδή σχίζονταν οἱ καρδιές τους ἀπό ἀγανάκτηση καί ἔτριζαν τα δόντια τους ἐναντίον τοῦ πρωτομάρτυρα Στέφανου, καί μετά τόν λιθοβόλησαν.
Ὁ Ἡρώδης ἦταν δοῦλος ὅλων τῶν θεομίσητων παθῶν στή γῆ. Εξοργίστηκε πολύ καί στήν ὀργή του ἐπάνω ἔστειλε τους δημίους του να σφάξουν ὅλα τά παιδιά τῆς Βηθλεέμ καί τῆς γύρω περιοχῆς, ὅσα εἶχαν ἡλικία μέχρι δύο χρονῶν. Αὐτό πού εἶχε κάνει ὁ Φαραώ στην Αἴγυπτο, τό ἐπαναλαμβάνει τώρα ὁ Ἡρώδης στα παιδιά τῆς Βηθλεέμ.
Συχνά συμβαίνει νά μᾶς βαρύνει μιά ἁμαρτία πού δίνουμε ἐντολή νά τήν διαπράξουν ἄλλοι. Ἡ Γραφή δέ λέει πώς οἱ δήμιοι ἔσφαξαν τά παιδιά, μά πώς τό ἔκανε ὁ Ἡρώδης. Ὁ εὐαγγελιστής θέλει να δείξει ἔτσι πώς ὅλη ἡ εὐθύνη καί τό φταίξιμο γιά τήν αἱμοσταγή αυτή πράξη βαρύνει αὐτόν πού ἔδωσε τήν ἐντολή, τόν Ηρώδη, ὄχι αὐτούς πού τήν ἐκτέλεσαν. Ενώπιον τοῦ Θεοῦ ὁ Ἡρώδης ἦταν ὑπεύθυνος, ὄχι οἱ ἐκτελεστές τῆς ἐντολῆς του. Ἕνα τόσο σατανικό σχέδιο δέν μπορεῖ νά τό ἔκαναν οἱ δήμιοι, να σφάξουν δηλαδή τόσα ἀθῶα παιδιά γιά να βγάλουν ἀπό τή μέση τόν Ἕνα πού βρέθηκε στο δρόμο τους. Μοναδικός ἔνοχος ἦταν ὁ Ἡρώδης. Ὁ εὐαγγελιστής θέλει νά μᾶς διδάξει μ’ αὐτό πώς πρέπει να προσέχουμε καί νά μήν ἁμαρτάνουμε μέ ὄργανα ἄλλους. Αν συστήσουμε σε κάποιον να σκοτώσει, ἐμεῖς φταῖμε γιά τό φόνο, ὄχι ὁ φονιάς. Αν πιέσουμε κάποιον νά πεῖ ψέμματα, εἶναι σά νά εἴπαμε ἐμεῖς ψέμματα, ὄχι ἐκεῖνος. Αν ποῦμε σέ ἄλλον να κλέψει, εἶναι σά νά κλέψαμε ἐμεῖς κι ὄχι ἐκεῖνος. Ἂν ἀναγκάσουμε κάποιον νά κάνει ὁποιαδήποτε ἁμαρτία, ἐμεῖς ἁμαρτήσαμε, ὄχι αὐτός. Αν ὁ εὐαγγελιστής μιλοῦσε γιά τήν ἁμαρτία κάποιου ἀνθρώπου πού ἐμεῖς σπρώξαμε γιά νά ἁμαρτήσει, τό δικό μας ὄνομα θά ‘βαζε, ὄχι τό δικό του. Γι’ αὐτό καί τώρα ἀναφέρει μόνο τόν Ἡρώδη ὡς δήμιο κι ὄχι τούς ἐκτελεστές, πού οὔτε κάν τούς μνημονεύει. Ἡρώδης… ἀποστείλας ἀνεῖλε. Δέ λέει ποιούς ἔστειλε, ὁ Ἡρώδης, ἀλλά μόνο πώς ἔστειλε. Εἶναι ἀδιάφορο τό ποιούς ἔστειλε, γιατί στήν κρίση τοῦ Θεοῦ μόνο ὁ Ἡρώδης θά κληθεῖ νά λογοδοτήσει γιά τό ἔγκλημα αυτό.
Τό ὅτι ἦταν πολλά τά παιδιά που σκοτώθηκαν μέ αὐτή τήν αἱμοσταγή πράξη τοῦ Ἡρώδη, φαίνεται ἀπό τήν ἔμφαση πού δίνει ὁ εὐαγγελιστής στις λέξεις πάντας (ὅλα) γιά τά παιδιά καί πᾶσι (ὅλα) γιά τά περίχωρα ὅπου ἔλαβε χώρα ἡ σφαγή. Θά μποροῦσε νά πεῖ ὅτι «σκότωσε παιδιά στη Βηθλεέμ καί στά περίχωρα», ἀλλά ἐπισημαίνει: «πάντας τοὺς παῖδας τούς ἐν Βηθλεέμ καί ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις αὐτῆς». Σκότωσε ὅλα τά παιδιά στή Βηθλεέμ καί σ’ ὅλα τά περίχωρα. Και καθώς ἡ Βηθλεέμ ἦταν πόλη καί ἡ γύρω περιοχή είχε πολλά χωριά, εἶναι φανερό πως ἦταν πολλά τά παιδιά που σκοτώθηκαν.
Ἔτσι οἱ πρῶτοι που μαρτύρησαν γιά τό Χριστό ἦταν παιδιά. Ο πρόωρος μαρτυρικός θάνατός τους ἐξηγεῖται ἀπό τό βάθος τῆς ἁμαρτίας τοῦ ἀνθρώπου. Καί δικαιώνεται μέ τό στέφανο τῆς δόξας καί τῆς ἀθανασίας πού ἔλαβαν στή βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. Τά παιδιά, πού τόσο ἀγαποῦσε ὁ Χριστός, δοκιμάστηκαν πρῶτα γι ̓ Αὐτόν. Ἐκεῖνα πού ἀγκάλιασε καί εὐλόγησε ὁ ἴδιος (βλ. Μάρκ. (6), ἦταν τά πρῶτα πού ἔλαβαν μέρος στην κοινωνία τοῦ μαρτυρίου τῆς Καινῆς Διαθήκης. Στήν Παλαιά Δια θήκη πέθαιναν οἱ προφῆτες γιά τό Θεό. Στην Καινή Διαθήκη γιά τό Θεό πεθαίνουν τά παιδιά κι ὅσοι εἶναι ἁγνοί καί καθαροί σάν τά παιδιά. Μιά ἀπό τίς ἀρχές στήν Καινή Διαθήκη εἶναι ἡ ἑξῆς: «ἐάν μή στραφῆτε καί γένησθε ὡς τά παιδία, οὐ μή εἰσέλθητε εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. ιη’3). Ὅσοι μετανοοῦν καί γίνονται σάν τά μικρά παιδιά θά βροῦν στό δρόμο τους τό δικό τους Ἡρώδη, αἱμοσταγή σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό. Από φθόνο θά τούς κυνηγήσει, θά τούς χτυπήσει ἤ καί θά τούς σκοτώσει ἴσως. Κανένας ἀπ’ ὅσους μαρτύρησαν γιά τό Χριστό δέ θά στερηθεῖ τό στεφάνι στη Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. Οὔτε ἕνας μοναδικός Ηρώδης δέ θά γλιτώσει ἀπό τήν αὐστηρή τιμωρία, ὅπως δέν κατόρθωσε νά τήν ἀποφύγει ὁ ἴδιος ὁ Ἡρώδης, οὔτε στή γῆ οὔτε στόν οὐρανό.
Κάθε ἁμαρτωλός, ὅσο βαρύ ὁπλισμό κι ἄν ἔχει, αὐταπατᾶται ἄν νομίζει πώς εἶναι πιό δυνατός ἀπό ἕνα ἀθῶο παιδί. Τίποτα στον κόσμο δέν εἶναι πιό ισχυρό ἀπό τήν ἁγνότητα καί τήν ἀθωότητα, ἀφοῦ τους αθώους καί τούς ἁγνούς τούς περιβάλλουν ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ μέ τίς πύρινες ρομφαίες τους. Ὅλοι ἐμεῖς πού εἴμαστε τυφλωμένοι ἀπό τήν ἁμαρτία καί νομίζουμε ὅτι μέ τή δύναμή μας, μέ τήν ἐξουσία καί τόν ὁπλισμό μας εἴμαστε πιό δυνατοί ἀπό ἕνα δίχρονο, ἀδύναμο κι ἀνυπεράσπιστο παιδί, πλανιόμαστε οἰκτρά. Ἀρκεῖ ν’ ἀκούσουμε τήν ἐξομολόγηση κάποιου παιδοκτόνου γιά νά μᾶς πιάσει τρόμος. Φτάνει ν ̓ ἀκούσουμε πῶς κυνηγοῦν τούς δήμιούς τους μέρα νύχτα τά δολοφονηθέντα παιδιά, στά ὄνειρά τους ἤ σέ δράματα, καί δέ βρίσκουν ἀνάπαυση ωσότου τούς φέρουν σέ μετάνοια ἤ οἱ δήμιοι διαλέξουν να ἀπαγχονιστοῦν μόνοι τους για να γλιτώσουν. Ὅποιος σκοτώνει τόν ἀθῶο εἶναι σά νά σκοτώνει τόν ἑαυτό του. Ἐκεῖνος πού πεθαίνει ἀθῶος σώζεται, εἶναι νικητής. Ἰσχυροί δέν εἶναι οἱ βασιλιάδες, ἀλλά τά παιδιά. Νικητές δέν εἶναι οἱ βασιλιάδες, ἀλλά τά παιδιά.
Αὐτές εἶναι καινούργιες ειδήσεις γιά τόν παλιό κόσμο. Εἶναι ὅμως ὁ πιό σπουδαῖος κανόνας γιά τό Νέο Κόσμο τοῦ Χριστοῦ. Τό πρῶτο παράδειγμα τῆς κατάρας τοῦ τύραννου καί τῆς μακαριότητας τῶν παιδιῶν πού μαρτύρησαν στη Νέα Κτίση, μᾶς τό δίνει ὁ Ἡρώδης καί τά σφαγιασθέντα νήπια τῆς Βηθλεέμ. Από τη στιγμή που γράφτηκε και διαβάστηκε ἡ Καινή Διαθήκη, ὁ Ἡρώδης δέχεται κάθε μέρα τήν κατάρα καί τά νήπια τῆς Βηθλεέμ δέχονται τήν εὐλογία.
Τί κέρδισε ὁ Ἡρώδης μέ τήν πονηρή καί βδελυρή πράξη του; Τίποτα ἀπ’ αὐτά πού στόχευε κι ὅλα ὅσα τοῦ ἄξιζαν. Μέ τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ ἡ τιμωρία μερικές φορές ἔρχεται ἀμέσως στόν ἐγκληματία μετά τό ἔγκλημα που διέπραξε κι ἄλλες φορές αργότερα. Πάντα ὅμως εἶναι ἀναπάντεχη, ἀπροσδόκητη. Ὁ Θεός τιμωρεῖ τήν αἱματοχυσία. Τήν θυμᾶται. Δέν ξεχνᾶ τή φωνή τῶν ἀθώων. Ὅταν ὁ ἄγριος καί κακός πατέρας τῆς ἁγίας Βαρβάρας ὁδήγησε την κόρη του στόν τόπο τῆς ἐκτέλεσης κι ἔκοψε το κεφάλι της μέ τά ἴδια του τά χέρια, ἐπειδή ἐκείνη εἶχε ἀποδεχτεῖ τήν πίστη στον Κύριο Ἰησοῦ, ἕνας κεραυνός ἔπεσε τήν ἴδια μέρα στο σπίτι του καί τόν σκότωσε. Ὅταν ὁ βασιλιάς Ἡρώδης κατέσφαξε τά ἀθῶα νήπια τῆς Βηθλεέμ δέν ἔπεσε ἀμέσως κεραυνός στό σπίτι του, ἀλλ ̓ αὐτό πού τόν βρῆκε ἦταν κάτι πολύ χειρότερο ἀπό τόν κεραυνό. Πολύ σύντομα κρεβατώθηκε ἀπό μιά φοβερή και μακρόχρονη ἀσθένεια. Είχε συνέχεια πυρετό, τρέμουλο, ἐπίπονη οὐρική ἀρθρίτιδα, ἀνοιχτές πληγές καί αἱμορραγία. Φοβερότερη ἀπ ̓ὅλες ὅμως ἦταν ἡ πάθησή του στα γεννητικά ὄργανα. Ὅπως γράφει γι’ αὐτόν ὁ Ἰώσηπος, τά ὄργανα αὐτά ἀποσυντέθηκαν ἀπό τή σήψη καί γέμισαν σκουλήκια. Ὁ παιδοκτόνος τιμωρήθηκε μέ τήν πιό φοβερή δοκιμασία στά σωματικά ἐκεῖνα ὄργανα, πού ὁ Θεός ἔφτιαξε γιά τή δημιουργία τῶν παιδιῶν. Ἡ δυσωδία πού ἐξέπεμπε ὁ Ἡρώδης τούς ἀπομάκρυνε ὅλους ἀπό τό παλάτι του. Κι ἔτσι μόνος του καί μέ σωματικούς πόνους ἀφόρητους, παραφρόνησε. Καί τελικά παρέδωσε τή μαύρη ψυχή του γιά νά συνεχίσει να βασανίζεται ἐκεῖ μετά τό σωματικό θάνατο πού ἀπελευθέρωσε τό σῶμα του.
Ἡ Νέα Κτίση ἀνοίγει ὄχι μόνο μέ τή χαρά τῶν ἀγγέλων καί τῶν ποιμένων τῆς Βηθλεέμ, ἀλλά καί μέ τίς φωνές τῶν παιδιῶν, τούς θρήνους τῶν μητέρων καί τό κακούργημα ἑνός ὀργισμένου τύραννου. «Φωνή ἐν Ραμᾷ ἠκούσθη, θρῆνος καί κλαυθμός καί ὀδυρμός πολύς· Ραχήλ κλαίουσα τά τέκνα αὐτῆς, καί οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι, ὅτι οὐκ εἰσίν» (Ματθ. β ́19).
Τά παιδιά αὐτά εἶναι ἀπόγονα τῆς Ραχήλ, ἀπό τήν ὁποία καταγόταν ἡ φυλή Βενιαμίν, πού ἐγκαταστάθηκε στήν Ιουδαία μαζί μέ τή φυλή τοῦ Ἰούδα. Ἡ ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου ἄρχισε ἀπό τήν ἀρχαιότητα μέ αἷμα καί κακουργήματα. Ὁ ἀδελφός σκότωσε τόν ἀδελφό (ὁ Κάιν τόν Αβελ). Ἡ ἀνθρωπότητα πήγαινε ὅλο καί χειρότερα, ἀπό ἁμαρτία σέ ἁμαρτία, ἀπό κακό σέ κακό, ὡσότου ἔφτασε στα βάθη τῆς ἁμαρτίας. Γιατί ὁ Θεός ἐπέτρεψε να συνεχίζονται τα κακά καί στή Νέα Κτίση; Γιατί δέ σταμάτησε τη σφαγή τῶν νηπίων ἀπό τόν Ἡρώδη; Γιά νά δείξει σε ποιό βάθος κακῶν καί σέ ποιά ἄβυσσο ἁμαρτίας είχε φτάσει ὁ ἄνθρωπος, γιά νά τόν βγάλει ἀπ’ ἐκεῖ ὁ Μεσσίας. Τελικά ποιός δρόμος ἔχει μικρότερο πόνο και λιγότερα δάκρυα, ὁ φαρδύς καί γλιστερός πού ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια ἤ ὁ στενός καί ἀγκάθινος δρόμος πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία; Ο Θεός δέν ἐπιτρέπει νά ὑποστεῖ καμιά δοκιμασία ὁ ἁμαρτωλός πού να μήν τήν ἀναλάβει ὁ ἴδιος ὁ ἀναμάρτητος Κύριος Ἰησοῦς. Τά νήπια πού ἔσφαξε ὁ Ἡρώδης ἔφεραν τά σημάδια τῆς ἁμαρτίας καί τῆς κατάρας τοῦ Αδάμ. Ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος Ἰησοῦς, θα θανατωθεῖ ἄν κι εἶναι ἀναμάρτητος, ἐλεύθερος ἀπό κατάρα καί πηγή κάθε καλοῦ καί εὐλογίας.
Μετά το θάνατο τοῦ Ἡρώδη ἄγγελος Κυρίου ἐμφανίστηκε στόν Ἰωσήφ καί τοῦ ἔδωσε ἐντολή να γυρίσει στην πατρίδα του μαζί μέ τό παιδί καί τήν ἁγία Παρθένο, ἀφοῦ ὅπως εἶπε, «τεθνήκασι οἱ ζητοῦντες τήν ψυχήν τοῦ παιδίου» (Ματθ. β’20). Ὁ ἄγγελος ἐδῶ μιλάει στόν πληθυντικό, «τεθνήκασι». Αὐτό σημαίνει πώς δέν εἶχε πεθάνει ὁ Ἡρώδης μόνο, ἀλλά κι ἄλλοι πού ἤθελαν νά σκοτώσουν το μικρό Χριστό. Ποιοί ἦταν αὐτοί οἱ ἄλλοι; Οπωσδήποτε μερικοί από τούς πρεσβυτέρους καί τούς γραμματεῖς τῆς Ἱερουσαλήμ πού ταράχτηκαν καί φοβήθηκαν μέ τή εἴδηση τῆς γέννησης κάποιου καινούργιου βασιλιά (βλ. Ματθ β’2-3).
Νέα δύσκολα ταξίδια ἄρχισαν τώρα γιά τόν Κύριο Ιησοῦ, πού ἔπρεπε νά περάσει τόσο ἀπό τήν ἀμμουδερή ἔρημο ὅσο κι ἀπό τήν ἔρημο τῶν ἀνθρώπων. Τό πρῶτο ἀπ’ αὐτά ξεκινοῦσε ἀπό τήν Αἴγυπτο κι ἔφτανε στην Ἰουδαία. Στήν Ἰουδαία τότε ὅμως βασίλευε ὁ ̓Αρχέλαος, γιός τοῦ Ἡρώδη, ἕνα νέο βλαστάρι που ξεφύτρωσε ἀπό σάπιο κλαδί. Γι’ αὐτό καί προτοῦ φτάσει ἡ ἁγία οἰκογένεια στήν Ἱερουσαλήμ, ὁ ἄγγελος τοῦ Θεοῦ τους εἶπε νά πᾶνε στή μακρινή Γαλιλαία. Τό δεύτερο δύσκολο ταξίδι ἦταν ἀπό τήν Ιουδαία στη Γαλιλαία, στη Ναζαρέτ, γιά νά ἐπαληθευτοῦν τά λόγια πού εἶπε ἀργότερα ὁ Χριστός: «Αἱ ἀλώπεκες φωλεούς ἔχουσι καί τά πετεινά τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσεις, ὁ δέ υἱός τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἔχει ποῦ τήν κεφαλήν κλίνῃ» (Ματθ. η’20).
«Καί ἐλθών κατώκησεν εἰς πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ, ὅπως πληρωθῇ τό ρηθέν διά τῶν προφητῶν ὅτι Ναζωραίος κληθήσεται» (Ματθ. β’23).
Στα προφητικά βιβλία πού σώζονται, πουθενά δέ φαίνεται ὅτι ὁ Κύριος θά ὀνομαστεῖ Ναζωραίος. Εἶναι πιθανό ἡ προφητεία αὐτή ν ̓ ἀναφερόταν σε κάποιο ἀπό τά βιβλία πού χάθηκαν στις συχνές μετακινήσεις τῶν Ἰσραηλιτῶν ἤ νά ἦταν κάποια ἀπό τίς προφορικές παραδόσεις πού μεταδίδονταν ἀπό γενιά σε γενιά. Στήν Καινή Διαθήκη ὑπάρχουν κι ἄλλες προφητικές παραπομπές πού κάνουν οἱ ἀπόστολοι σά νά ἦταν πολύ γνωστές, ἀλλά δέν ὑπάρχουν στήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπως για παράδειγμα δυό χωρία τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Ἰούδα (α’9, 14). Ὅλοι οἱ λαοί ἔχουν περισσότερες προφορικές παρά γραπτές παραδόσεις. Πολύ πιθανό λοιπόν τό ἴδιο να γινόταν καί μέ τούς Ἰουδαίους.
Βλέπουμε λοιπόν πώς ὁ Κύριος Ἰησοῦς ξαναγύρισε στη Ναζαρέτ. Είχε φύγει ὅταν ἦταν στην κοιλιά τῆς μητέρας Του. Τώρα γυρίζει στήν ἀγκαλιά Της. Πόσα περίεργα καί διδακτικά πράγματα ἔγιναν ἀπό τότε πού ἔφυγε ωσότου γύρισε! Ἡ ἀναχώρησή Του ἀπό τή Ναζαρέτ ἔγινε μετά ἀπό ἐντολή ἀνθρώπων. Ἡ φυγή στην Αἴγυπτο ἀπό τήν ὀργή τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἐπιστροφή στήν Ἰουδαία ἐπειδή πέθαναν ἐκεῖνοι πού ἤθελαν νά τόν σκοτώσουν. Ἡ φυγή ἀπό τήν Ιουδαία ἐξαιτίας ἄλλων κακῶν ἀνθρώπων καί τελικά ξαναγύρισε στη Ναζαρέτ. Οἱ ἄνθρωποι ἐνεργοῦν παντοῦ. Μά κι ὁ Θεός παντοῦ ἐκτελεῖ τό θέλημά Του καί ἐκπληρώνει το σχέδιο τῆς σωτηρίας.
Από τότε πού ἔφυγε ἀπό τή Ναζαρέτ ωσότου ξαναγύρισε δέν πέρασε πολύς καιρός. Επιτεύχθηκε ὅμως μιά μεγάλη καί θεϊκή αποστολή. Σ’ αὐτό τό μικρό διάστημα, προτοῦ προλάβει ν ̓ ἀνοίξει τό στόμα Του ὁ Χριστός, πόσα μυστήρια ἄνοιξε στούς ἀνθρώπους! Αμέτρητα. Τούς ἔκανε φοβερά μαθήματα καί τούς ἀποκάλυψε τήν ἀκαταμάχητη φύση τῆς θεϊκῆς Του δύναμης. Ὑπάκουσε στο κάλεσμα τοῦ Καίσαρα καί πῆγε στη Βηθλεέμ γιά τήν ἀπογραφή, γιά ν’ ἀποδώσει «τά τοῦ Καίσαρος Καίσαρι». Ἔδωσε ἔτσι παράδειγμα ὑποταγῆς στούς νόμους καί τήν ἐξουσία. Γεννήθηκε στο σπήλαιο, γιά νά μᾶς δώσει τό παράδειγμα τῆς ἄκρας ταπείνωσής του, μά κι ἕνα μάθημα πώς ἡ ἀξία τοῦ ἀνθρώπου δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τόν τόπο τῆς γέννησής του, ἀλλ ̓ ἀπό τό πνεῦμα πού φέρει μέσα του. Μέ τή γέννησή Του ἄνοιξε τούς οὐρανούς κι ἔκανε τούς ἀγγέλους να ψάλλουν πάνω ἀπό τήν ἁμαρτωλή γῆ καί νά συνομιλοῦν μέ τούς ποιμένες. Ἔκανε τούς ποιμένες πρώτους προσκυνητές Του. Ἔδειξε ἔτσι πώς στη βασιλεία Του οἱ ἄνθρωποι δέ θά κληθοῦν γιά τήν ἔνδοξη καταγωγή τους, τόν πλοῦτο, τή γνώση ἤ τή θέση ἐξουσίας πού ἔχουν, ἀλλά γιά τήν ἀθώα ψυχή τους, τήν ἁγνή καρδιά τους καί τό θεοσεβή νοῦ τους. Προσέλκυσε κοντά Του τούς πιό σοφούς ἀνθρώπους ἀπό τήν Ανατολή, τούς μάγους, καί τούς ἐλευθέρωσε ἀπό τή λατρεία τῶν ἄστρων. Τούς δίδαξε νά προσκυνοῦν τόν ἀληθινό καί παντοδύναμο Θεό, τήν Αγία Τριάδα. Αποκάλυψε στον Ηρώδη και τούς προεστούς τῆς Ἱερουσαλήμ ὁλόκληρη τήν ἄβυσσο τῆς διεφθαρμένης ἀνθρώπινης φύσης πού εἶχε παραφρονήσει ἀπό τήν ἁμαρτία καί ὑποδουλωθεῖ στά πάθη. Μέ τό μαρτύριο τῶν νηπίων τῆς Βηθλεέμ ἔδειξε τό μαρτυρικό δρόμο πού θ’ ἀκολουθήσουν πολλοί ἀπό τούς πιστούς Του. Απόδειξε ὅμως κι ὅτι ἡ ἀθωότητα εἶναι πιό ισχυρή ἀπό τή βία κι ὅτι στήν πραγματικότητα ὁ Ἡρώδης δέ σκότωσε τα νήπια, ἀλλά τόν ἑαυτό του. Διώχτηκε ἀπό τήν Ἱερουσαλήμ, γιατί στήν πόλη αὐτή ἔμελλε νά πάθει καί νά δοξαστεί. Σώθηκε ἀπό τό διωγμό καί τόν κίνδυνο πηγαίνοντας στήν Αἴγυπτο, δίνοντας ἔτσι ἕνα μεγάλο μάθημα στόν Ἰσραήλ. Ἔζησε στήν Αἴγυπτο ἀνάμεσα στους Χαμίτες, γιά νά τούς ἀγγίξει μέ τή θεραπευτική παρουσία Του καί νά τούς βάλει στό δρόμο τῆς σωτηρίας. Τό ἴδιο ἔκανε μέ τίς δυό ἄλλες φυλές τῶν ἀνθρώπων, τούς Σημίτες καί τούς Ἰαφεθίτες, γιά νά δείξει ἔτσι πώς ἀγαπᾶ καί ἀγκαλιάζει ὅλους ἀνεξαίρετα τούς ἀνθρώπους. Εκτέλεσε ὅλη αὐτή τήν ἀποστολή Του μέ σιωπή, στήν ἀγκαλιά της Μητέρας Του. Ὅταν ἐκπληρώθηκε ἡ ἀποστολή αυτή γύρισε στη Ναζαρέτ, γιά νά προετοιμαστεῖ γι ἄλλη, καινούργια ἀποστολή. Οὔτε μιά μοναδική στιγμή δέν πέρασε στή γῆ χωρίς νά τή γεμίζει μέ πράξεις θαυμαστές γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Από τήν ὥρα πού τό ἀλέτρι Του μπῆκε στόν ἀγρό τοῦ κόσμου δέ σταμάτησε οὔτε γιά μιά στιγμή, τό αὐλάκι πού ἄνοιγε ἦταν σταθερό. Κι ὅλ’ αὐτά γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό κι ἡ Ἐκκλησία τόν ὑμνεῖ καί τόν δοξολογεῖ ὡς τή μόνη Αγάπη στον κόσμο, μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, τήν ὁμοούσια καί ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καί πάντα καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Αμήν!
[1] Ο Ζηγαβηνός λέει: «Ὁ Ἰησοῦς στάλθηκε στήν Αἴγυπτο ἐπειδή ἡ Αἴγυπτος κι ἡ Βαβυλώνα εἶχαν διαφθαρεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον τόπο στον κόσμο. Στέλνει λοιπόν τούς μάγους ἀπό τή Βαβυλώνα και πηγαίνει ὁ ἴδιος στήν Αἴγυπτο, ἐπειδή ἤθελε νά τίς στρέψει καί τίς δυό στο δρόμο τῆς ἀλήθειας. Κι ἔτσι διδάσκει τόσο αὐτούς ὅσο κι ἐμᾶς πώς οἱ πιστοί πρέπει ἀπό τήν ἀρχή νά ἀναμένουν βάσανα καί πειρασμούς».