257
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ Α´ 1 – 8
1 Ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. 2 Ὡς γέγραπται ἐν τοῖς προφήταις, ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου· 3 φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, Ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ, 4 ἐγένετο Ἰωάννης βαπτίζων ἐν τῇ ἐρήμῳ καὶ κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. 5 καὶ ἐξεπορεύετο πρὸς αὐτὸν πᾶσα ἡ Ἰουδαία χώρα καὶ οἱ Ἱεροσολυμῖται, καὶ ἐβαπτίζοντο πάντες ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ποταμῷ ὑπ’ αὐτοῦ ἐξομολογούμενοι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν. 6 ἦν δὲ ὁ Ἰωάννης ἐνδεδυμένος τρίχας καμήλου καὶ ζώνην δερματίνην περὶ τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ, καὶ ἐσθίων ἀκρίδας καὶ μέλι ἄγριον. 7 καὶ ἐκήρυσσε λέγων· Ἔρχεται ὁ ἰσχυρότερός μου ὀπίσω μου, οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς κύψας λῦσαι τὸν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων αὐτοῦ. 8 ἐγὼ μὲν ἐβάπτισα ὑμᾶς ἐν ὕδατι, αὐτὸς δὲ βαπτίσει ὑμᾶς ἐν Πνεύματι ἁγίῳ.
Ερμηνεία
1 Αρχὴ τοῦ χαροποιοῦ μηνύματος περὶ τῆς ἐλεύσεως εἰς τὸν κόσμον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς του Θεοῦ, ἔγινεν ὁ Ἰωάννης. 2 Καὶ ἔγινεν ὁ Ἰωάννης ἡ ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου, σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο ποὺ ἔχει προφητευθῇ καὶ εἶναι γραμμένον εἰς τοὺς προφήτας· Ἰδού, λέγει ὁ ἐπουράνιος Πατὴρ διὰ τοῦ προφήτου Μαλαχίου εἰς τὸν Μεσσίαν· ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἀπεσταλμένον μου προτήτερα καὶ ἐμπρὸς ἀπὸ σέ, ὁ ὁποῖος θὰ προετοιμάσῃ τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων, διὰ νὰ σὲ ὑποδεχθοῦν ὡς Σωτῆρα καὶ Λυτρωτὴν καὶ ἔτσι θὰ προπαρασκευάσῃ ἐμπρὸς ἀπὸ σὲ τὸν δρόμον, διὰ τοῦ ὁποίου θὰ πλησιάσῃς ὡς διδάσκαλος καὶ Σωτὴρ τοὺς ἀνθρώπους. 3 Καὶ ὁ ἀπεσταλμένος αὐτὸς εἶναι ἐκεῖνος, περὶ τοῦ ὁποίου προεῖπεν ὁ προφήτης Ἡσαΐας τὰ ἑξῆς: Φωνὴ ἀνθρώπου, ποὺ κράζει εἰς τὴν ἔρημον καὶ λέγει· Ἐτοιμάσατε τὸν δρόμον, διὰ τοῦ ὁποίου θὰ ἔλθῃ πρὸς σᾶς ὁ Κύριος· κάμετε ἴσιους καὶ ὁμαλοὺς τοὺς δρόμους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους θὰ περάσῃ. Ξερριζώσατε δηλαδὴ ἀπὸ τὰς ψυχάς σας τὰ ἀγκάθια τῶν ἁμαρτωλῶν παθῶν καὶ ρίψατε μακρὰν τοὺς λίθους τοῦ ἐγωϊσμοῦ καὶ τῆς πωρώσεως καὶ καθαρίσατε μὲ τὴν μετάνοιαν τὸ ἐσωτερικόν σας, διὰ νὰ δεχθῇ τὸν Κύριον. 4 Καὶ ἔγινεν ὁ Ἰωάννης ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου μὲ τὸ νὰ βαπτίζῃ εἰς τὴν ἔρημον καὶ μὲ τὸ νὰ κηρύττῃ βάπτισμα, ποὺ ἔπρεπε νὰ συνοδεύεται μὲ ἐσωτερικὴν μετάνοιαν, πρὸς τὸν σκοπόν του νὰ ἐπιτύχουν οἱ βαπτιζόμενοι τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν τους, τὴν ὁποίαν θὰ τοὺς ἐξησφάλιζεν ὁ μετὰ τὸν Ἰωάννην ἐρχόμενος Μεσσίας. 5 Καὶ ἐπήγαιναν πρὸς αὐτὸν οἱ κάτοικοι ὁλοκλήρου τῆς Ἰουδαίας καὶ οἱ Ἱεροσολυμῖται καὶ ἐβαπτίζοντο ὑπὸ τοῦ Ἰωάννου ὅλοι εἰς τὸν Ἰορδάνην ποταμόν, συγχρόνως δὲ ἐξωμολογοῦντο φανερὰ τὰς ἁμαρτίας των. 6 Σύμφωνος δὲ καθ’ ὅλα πρὸς τὸ κήρυγμά του ἦτο καὶ ὁ ὅλος βίος τοῦ Ἰωάννου καὶ ἡ ὅλη ἐμφάνισίς του. Ἐφόρει ὁ Ἰωάννης ἔνδυμα ὑφασμένον ἀπὸ τρίχας καμήλου καὶ εἶχε ζώνην δερματίνην γύρω ἀπὸ τὴν μέσην του καὶ ἔτρωγε ἀκρίδας, ἀπ’ ἐκείνας ποὺ ἔφερεν ὁ ἄνεμος σὰν σύννεφον ἀπὸ τὴν Ἀραβίαν εἰς τὴν ἔρημον, καὶ μέλι ποὺ μέσα εἰς σχισμὰς πετρῶν ἀποθήκευαν ἄγρια μελίσσια. 7 Καὶ ἐκήρυττε καὶ ἔλεγεν· Ἔρχεται ὕστερα ἀπὸ ἐμὲ ἐκεῖνος, ποὺ λόγῳ τοῦ ἀξιώματός του καὶ τῆς θείας φύσεως του εἶναι δυνατώτερος ἀπὸ ἐμέ, τοῦ ὁποίου ἐγὼ δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σκύψω καὶ νὰ τοῦ λύσω ὡς δοῦλος τὸ λωρίον τῶν ὑποδημάτων του. 8 Ἐγὼ μὲν σᾶς ἐβάπτισα μὲ νερόν, αὐτὸς ὅμως θὰ σᾶς βαπτίσῃ μὲ Πνεῦμα Ἅγιον, τὸ ὁποῖον θὰ καθαρίσῃ καὶ τὰς ψυχάς σας.