Αρχική » Blog » ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ (Αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ (Αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

by

κ τοῦ κατὰ Ἰωάννην

α΄ 1 – 17

(Εὐαγγέλιο τῆς νίκης κατὰ τοῦ θανάτου)

Ὄσοὶ παγώνουν ἀπὸ τ’ ἀγιάζι μαζεύονται γύρω ἀπὸ τὴ φωτιά, γιὰ νὰ νιώσουν τὴ θαλπωρή της. Ὅσοι λιμοκτονοῦν πλησιάζουν στὸ τραπέζι, γιά νὰ κορέσουν τὴν πεῖνα τους. Ἐκεῖνοι ποὺ τράβηξαν πολλὰ ὅσο κρατοῦσε ἡ μακρὰ νύχτα, χαίρονται μὲ τὴν ἀνατολὴ τοῦ ἥλιου, μὲ τὸ φώς. Αὐτοὶ ποὺ ἐξαντλήθηκαν σὲ μάχες σκληρὲς καὶ φονικές, χαίρονται πολὺ ὅταν ἀπολαμβάνουν μιὰν ἀνέλπιστη νίκη.

Ἐσύ, Κύριε, μὲ τὴν Ἀνάστασή Σοῦ, ἔγινες τὰ πάντα σὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους! Ἔνδοξε Κύριε! Μ’ ἕνα Σου δῶρο, γέμισες τ’ ἄδεια χέρια ποὺ ἁπλώνονταν πρὸς τὸν οὐρανό! Χαίρετε οὐρανοί, χαῖρε ἡ γῆ! Χαίρετε οὐρανοί, ὅπως χαίρεται ἡ μάνα ποὺ ταΐζει τὰ πεινασμένα παιδιά της. Χαῖρε γῆ, ὅπως χαίρονται τὰ παιδιὰ ὅταν δέχονται τὸ τάϊσμα ἀπὸ τὰ χέρια τῆς μάνας τους!

Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μοναδικὴ νίκη ποὺ κάνει ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα νὰ χαίρεται, ἀπὸ τὸν πρωτόπλαστο ὼς τὸν τελευταῖο ἄνθρωπο ποὺ ζεῖ στὴ γῆ. Κάθε ἄλλη νίκη στὴ γῆ ἔχει χωρίσει καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ χωρίζει τοὺς ἀνθρώπους, τὸν ἕνα ἀπὸ τὸν ἄλλο. Ὅταν ἕνας ἐπίγειος βασιλιᾶς βγαίνει νικητὴς ἀπὸ ἕναν πόλεμο ἐνάντια σὲ ἄλλο βασιλιᾶ, ὁ ἕνας χαίρεται κι ὁ ἄλλος θρηνεῖ. Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος νικάει το γείτονά του, στὸ ἕνα σπίτι ἀκούγονται τραγούδια καὶ στὸ ἄλλο θρῆνοι. Δὲν ὑπάρχει στὴ γῆ χαρούμενη νίκη ποῦ νὰ μὴ τὴν δηλητηριάζει ἡ κακία. Ἐκεῖνος ποὺ νικάει στὴ γῆ χαίρεται καὶ μὲ τὴ δική του χαρὰ καὶ μὲ τὰ δάκρυα τοῦ νικημένου ἐχθροῦ του. Οὔτε ποῦ μπορεῖ νὰ καταλάβει πῶς τὸ κακὸ καταστρέφει τὴ χαρά.

Ὅταν ὁ Ταμερλάνος νίκησε τὸ σουλτᾶνο Μπαγιατζίτ, τὸν ἔβαλε σ’ ἕνα σιδερένιο κλουβὶ κι ἔστησε γύρῳ του χορό, τὰ νικητήρια. Ἡ χαρά του ὁλοκληρώθηκε μὲ τὴν κακία του. Ἡ κακεντρέχεια τοῦ ἔτρεφε καὶ δυνάμωνε τὴν πανδαισία του.

Ἄχ, ἀδελφοί μου! Πόσο σύντομη εἶναι ἡ χαρὰ τῆς κακίας! Πόσο φαρμακερὴ τροφὴ εἶναι γιὰ τὴν εὐωχία ἡ κακία! Ὅταν ὁ βασιλιᾶς Στέφανος τοῦ Ντέκανι νίκησε το Βούλγαρο βασιλιᾶ, δὲν προχώρησε στὸ βουλγαρικὸ ἔδαφος, δὲν πῆρε αἰχμαλώτους ἀπὸ τὸ βουλγαρικὸ λαό, ἀλλὰ ἀποσύρθηκε λυπημένος σ’ ἕνα ἡσυχαστήριο γιὰ νὰ νηστέψει καὶ νὰ προσευχηθεῖ. Ὁ νικητὴς αὐτὸς ἦταν πιὸ εὐγενὴς ἀπὸ τὸν προηγούμενο. Ἀκόμα κι αὐτὴ ἡ νίκη ὅμως, ὅπως κάθε νίκη, δὲν μποροῦσε παρὰ ν’ ἀφήσει τὰ θλιβερὰ σημάδια της στὸ νικημένο. Ἀκόμα κι ἡ πιὸ ἔνδοξη καὶ πιὸ πολιτισμένη ἱστορία εἶναι σὰν τὸν ἥλιο ἐκεῖνο, ποὺ οἱ μισὲς ἀκτῖνες του εἶναι φωτεινὲς κι οἱ ἄλλες μισὲς σκοτεινές.

Μόνο ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ εἶναι σὰν τὸν ἥλιο ποὺ στέλνει φωτεινὲς καὶ λαμπερὲς ἀκτῖνες σ’ ὅλους ὅσοι βρίσκονται κάτω στὴ γῆ. Ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ γεμίζει ὅλες τίς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων μὲ χαρὰ ἀνεκλάλητη κι ἀτέρμονη. Μόνο ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ εἶναι καθαρὴ ἀπὸ μῖσος καὶ κακία.

Θὰ πεῖς πῶς εἶναι μιὰ νίκη μυστήρια; Ναί, εἶναι. Ταυτόχρονα ὅμως ἡ νίκη αὐτὴ ἀποκαλύφτηκε σ’ ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος, σὲ ζωντανοὺς καὶ νεκρούς.

Θὰ πεὶς πῶς εἶναι μιὰ μεγαλειώδης νίκη; Ναί, εἶναι. Καὶ μάλιστα περισσότερο ἀπὸ μεγαλειώδης. Δὲν εἶναι περισσότερο ἀπὸ γενναία μιὰ μητέρα ὅταν δὲν ἀρκεῖται νὰ γλιτώσει τὰ παιδιά της ἀπὸ τὸ φίδι, μὰ τρέχει μὲ γενναιότητα στὴ φωλιὰ τῶν φιδιῶν καὶ τὰ καίει ὅλα;

Θὰ πεὶς πῶς εἶναι μιὰ θεραπευτικὴ νίκη; Ναί, εἶναι, γιατί θεραπεύει καὶ σώζει στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἡ σπουδαία αὐτὴ νίκη σώζει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ κάθε κακό, τοὺς κάνει ἀναμάρτητους καὶ ἀθάνατους. Ἡ ἀθανασία χωρὶς τὴν ἀναμαρτησία θὰ σήμαινε μόνο τὴν ἐπέκταση τῆς βασιλείας τοῦ πονηροῦ καὶ τῆς κακίας. Ἡ ἀθανασία σὲ συνδυασμὸ μὲ ἀναμαρτησία ὅμως προξενεῖ χαρὰ ἀνεκλάλητη, ἀπεριόριστη μετατρέπει τὸν ἄνθρωπο σὲ ἀδελφὸ τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ.

Ποιός δὲ θὰ χαιρόταν καὶ δὲ θὰ εὐφραινόταν μὲ τὴ νίκη τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ; Δὲν ἔγινε νικητὴς γιὰ τὸν ἑαυτό Του, γιὰ δική Του χάρη, ἀλλὰ γιά μας. Ἡ νίκη Του δὲν ἔκανε τὸν ἴδιο μεγαλύτερο, ἀνώτερο, πιὸ ζωντανὸ ἢ πιὸ πλούσιο, ἀλλὰ ἐμᾶς. Τὴ νίκη Του δὲν τὴν χαρακτηρίζει ἰδιοτέλεια ἀλλὰ ἀγάπη, δὲν ἤθελε νὰ πάρει, ἀλλὰ νὰ δώσει. Οἱ ἐγκόσμιοι κατακτητὲς νέμονται τὴ νίκη. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος κατακτητὴς ποὺ τὴν παραδίδει. Ἕνας ἐγκόσμιος κατακτητής, εἴτε αὐτὸς εἶναι βασιλιᾶς εἴτε στρατηγός, δὲ δέχεται ποτὲ νὰ τοῦ πάρουν τὴ νίκη καὶ νὰ τὴ δώσουν σὲ κάποιον ἄλλον. Μόνο ὁ ἀναστημένος Χριστὸς προσφέρει μὲ τὰ δυό Του χέρια τὴ νίκη Του σε μας, στὸν καθένα μας. Ὄχι μόνο δὲν ὀργίζεται, ἀλλ’ ἀντίθετα χαίρεται ὅταν ἐμεῖς γινόμαστε νικητὲς μὲ τὴ δική Του νίκη, ὅταν δηλαδὴ γινόμαστε ἀνώτεροι, ζωτικότεροι καὶ πλουσιότεροι ἀπὸ πρίν.

Οἱ ἐγκόσμιες νῖκες φαίνονται καλύτερα ὅταν τίς κοιτάζει κανεὶς ἀπὸ ἀπόσταση. Ὅταν τίς κοιτάζεις ἀπὸ κοντὰ δείχνουν ἄσχημες, ἀποκρουστικές. Γιὰ τὴ νίκη τοῦ Χριστοῦ ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ κανεὶς ἂν φαίνονται καλύτερα ἀπὸ μακριὰ ἢ ἀπὸ κοντά. Βλέποντας ἀπὸ μακριὰ τὴ νίκη Του τὴ θαυμάζουμε, γιατί εἶναι μοναδικὴ στὴ λαμπρότητά της, στὴν ἁγνὴ καὶ σωστικὴ χάρη της. Ὀταν τὴ βλέπουμε ἀπὸ κοντά, θαυμάζουμε γιὰ τοὺς φοβεροὺς ἐχθροὺς ποὺ κατατροπώνει, γιὰ τὸ μεγάλο πλῆθος τῶν σκλάβων ποὺ ἐλευθερώνει.

Σήμερα εἶναι ἡ μεγάλη μέρα, ἡ μοναδική, ποὺ γιορτάζουμε τὴ νίκη τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ σήμερα ἁρμόζει νὰ κοιτάξουμε τὴ νίκη Του ἀπὸ πολὺ κοντά, τόσο γιὰ νὰ βελτιώσουμε τίς γνώσεις μας ὅσο καὶ γιὰ νὰ εὐφρανθοῦμε περισσότερο.

Ἄς προσεγγίσουμε λοιπὸν τὸν ἀναστημένο Χριστὸ κι ἂς ἀναρωτηθοῦμε:

Πρῶτο: Ποιόν νίκησε μὲ τὴν Ἀνάστασή Του;

Δεύτερο: Ποιούς ἐλευθέρωσε μὲ τὴ νίκη Του;

Μὲ τὴν Ἀνάστασή Του ὁ Κύριος κατατρόπωσε τοὺς δυὸ πιὸ μανιασμένους ἐχθροὺς τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς καὶ ἀξίας: το θάνατο καὶ τὴν ἁμαρτία. Οἱ δυὸ αὐτοὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπινου γένους γεννήθηκαν ὅταν ὁ πρῶτος ἄνθρωπος χωρίστηκε ἀπὸ τὸ Θεό, μὲ τὸ νὰ ποδοπατήσει τὴν ἐντολὴ τῆς ὑπακοῆς στὸ Δημιουργό του. Στὸν παράδεισο ὁ ἄνθρωπος δὲ γνώριζε οὔτε ἁμαρτία οὔτε θάνατο, οὔτε φόβο οὔτε ντροπή. Ὁ ἄνθρωπος ἦταν προσκολλημένος στὸ Θεὸ καὶ δὲν ἤξερε τί σημαίνει θάνατος, ζοῦσε μὲ ἀπόλυτη ὑπακοὴ στὸ Θεὸ καὶ δὲν ἤξερε τί σημαίνει ἁμαρτία. Ἐκεῖ ποὺ δὲν ὑπάρχει θάνατος, δὲν ὑπάρχει καὶ φόβος. Ἐκεῖ ποὺ εἶναι ἄγνωστη ἡ ἁμαρτία, δὲν ὑπάρχει καὶ ντροπή, ποὺ γεννιέται ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.

Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος ἁμάρτησε, ἐπειδὴ παραβίασε τὴ σωστικὴ ἐντολὴ τῆς ὑπακοῆς, μαζὶ μὲ τὴν ἁμαρτία ἦρθε κι ὁ φόβος, ἦρθε κι ἡ ντροπή. Ὁ ἄνθρωπος ἔνιωσε πῶς βρίσκεται μακριὰ πολὺ ἀπὸ τὸ Θεό, τὸ δρεπάνι τοῦ θανάτου τοῦ ‘δωσε τὸ πρῶτο προμήνυμα. Γι’ αὐτὸ κι ὅταν ὁ Θεὸς κάλεσε τὸν Ἀδὰμ καὶ τὸν ρώτησε, «’Ἀδάμ, ποῦ εἴ;», ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Τῆς φωνῆς σου ἤκουσα περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ καὶ ἐφοβήθῃν, ὅτι γυμνὸς εἶμι, καὶ ἐκρύβῃν» (Γέν. γ’ 9-10). Ἄκουσα τὴ φωνή σου τὴν ὥρα ποὺ περπατοῦσες στὸν παράδεισο καὶ φοβήθηκα, γιατί ἤμουν γυμνός. Ἔτσι κρύφτηκα.

Ὡς τότε ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ἐνίσχυε τὸν Ἀδάμ, τὸν χαροποιοῦσε, τὸν ζωογονοῦσε. Μετὰ τὴ διάπραξη τῆς ἁμαρτίας ὅμως ἡ ἴδια αὐτὴ φωνὴ τὸν φόβιζε, τὸν νέκρωνε. Ὡς τότε ὁ Ἀδὰμ γνώριζε πῶς ἦταν ντυμένος μὲ τὴν ἀθάνατη ἀμφίεση τῶν ἀγγέλων. Μετὰ ὅμως κατάλαβε πῶς ἡ ἁμαρτία τὸν γύμνωσε, τὸν λεηλάτησε, τὸν ὑποβίβασε στὸ ἐπίπεδο τῶν ζώων, τὸν κόντυνε στὶς διαστάσεις τῶν πυγμαίων.

Βλέπετε, ἀδελφοί μου, πόσο φοβερὴ εἶναι ἀκόμα κι ἡ παραμικρότερη ἁμαρτία τῆς παρακοῆς στὸ Θεό! Μετὰ τὴν ἁμαρτία του ὁ Ἀδὰμ φοβήθηκε το Θεὸ καὶ κρύφτηκε ἀνάμεσα στὰ δέντρα τοῦ παραδείσου, «ἐν μέσῳ τοῦ ξύλου τοῦ παραδείσου». Λειτούργησε ὅπως ἡ σπιτίσια γάτα ποὺ ὅταν γίνεται ἄγρια φεύγει στὰ βουνά, ἀρχίζει νὰ κρύβεται ἀπὸ τὸ νοικοκύρη της καὶ ν’ ἀποφεύγει τὸ χέρι ποῦ ὡς τότε τὴν τάϊζε. Ὁ Ἀδάμ, ποῦ ὡς τότε εἶχε ἀπόλυτη ἐξουσία, ἄρχισε ν’ ἀναζητᾷ προστασία ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῶα, μακριὰ ἀπό το Δημιουργό του. Ἀπὸ τὴ μιὰ ἁμαρτία ἄρχισε μὲ ταχύτητα ἀστραπῆς νὰ προκύπτει ἡ δεύτερη, ἡ τρίτη, ἢ ἑκατοστή, ἡ χιλιοστή… Τελικὰ ὁ ἄνθρωπος ἔγινε κτηνώδης, σὰν τὰ ζῶα, γήινος, τόσο σωματικὰ ὅσο καὶ ψυχικά. Τὸ ἁμαρτωλὸ μονοπάτι ποὺ βάδισε ὁ Ἀδὰμ τὸν ὁδήγησε στὴ γῆ, μέσα στὴ γῆ. Γι’ αὐτὸ κι ὁ Θεός του εἶπε: «γῆ εἰ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» (Γέν. γ19). Αὐτὸ δὲν ἐξέφραζε μόνο τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν μετέπειτα γήινη πορεία τοῦ ἀνθρώπου ποὺ μόλις ξεκίνησε, μὰ ἡ ἐξέλιξή της ἦταν πολὺ γρήγορη.

Οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ, ἡ μιὰ γενιὰ μετὰ τὴν ἄλλη, γίνονταν ὅλο καὶ πιὸ ὑλικοί, πιὸ προσκολλημένοι στὰ γήινα. Ντρέπονταν ποὺ ἁμάρταναν καὶ πέθαιναν μὲ φόβο καὶ τρόμο. Οἱ ἄνθρωποι κρύβονταν ἀπό το Θεὸ στὰ δέντρα καὶ στοὺς βράχους, στὸ χρυσὸ καὶ τὴ σκόνη. Ὅσο περισσότερο ἐκεῖνοι κρύβονταν ὅμως, τόσο ἀπομακρύνονταν ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ Θεό, τόσο περισσότερο τὸν ξεχνοῦσαν. Ἡ φύση ποὺ κάποτε ἔστεκε κάτω ἀπὸ τὰ πόδια τοῦ ἀνθρώπου, τώρα σιγὰ σιγὰ ὑψωνόταν, ἔφτασε πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλι του, καὶ στὸ τέλος ἔκρυψε τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ, πῆρε αὐτὴ τὴ θέση Του. Ὁ ἄνθρωπος ἄρχισε νὰ φτιάχνει θεὸ ἀπὸ τὴ φύση. Ἄκουγε τὴ φύση, συμπεριφερόταν ὅπως ἐκείνη ὅριζε, προσευχόταν σ’ αὐτὴν καὶ τῆς πρόσφερε θυσίες.

Ἡ θεοποίηση τῆς φύσης ὅμως δὲν ἦταν ἱκανὴ οὔτε τὴν ἴδια νὰ σώσει, μὰ οὔτε καὶ τὸν ἄνθρωπο νὰ γλιτώσει ἀπὸ τὸ θάνατο καὶ τὴ φθορά. Τὸ δύσβατο μονοπάτι ποὺ βάδιζε ἡ ἀνθρωπότητα ἦταν ὁ δρόμος τῆς ἁμαρτίας. Καὶ τὸ καταστροφικὸ αὐτὸ μονοπάτι ὁδηγοῦσε σίγουρα σὲ μιὰ σκοτεινὴ πολιτεία, μόνο σ’ αὐτήν: στὴν πολιτεία τῶν νεκρῶν. Οἱ βασιλιᾶδες τῆς γῆς ἐξουσίαζαν τοὺς ἀνθρώπους. Ἡ ἁμαρτία κι ὁ θάνατος τοὺς ἐξουσίαζαν ὅλους, βασιλιᾶδες κι ἁπλοῦς ἀνθρώπους. Ὅσο περνοῦσε ὁ καιρὸς τόσο πλεόναζε ἡ ἁμαρτία, ὅπως ἡ χιονόμπαλα μεγαλώνει καθὼς κατηφορίζει ἀπό το λόφο.

Ἡ ἀνθρωπότητα εἶχε φτάσει σὲ ἔσχατη ἀπελπισία ὅταν ἐμφανίστηκε ὁ οὐράνιος Ἥρωας γιὰ νὰ τὴ σώσει.

Ὁ Ἥρωας αὐτὸς ἦταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς. Αἰώνια ἀναμάρτητος καὶ αἰώνια ἀθάνατος, πέρασε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο τῆς ἀνθρωπότητας καὶ σκόρπισε παντοῦ τὰ ἄνθη τῆς ἀθανασίας. Ἡ ἀνάσα Του σκόρπιζε ζωὴ κι ἔδιωχνε μακριὰ τὴ βρωμιὰ τῆς ἁμαρτίας, ὁ λόγος Του ἀνάσταινε τοὺς νεκρούς. Μὲ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος φορτώθηκε τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν του. Μὲ τὴν ἴδια αὐτὴ ἀγάπη Του φόρεσε τὴ θνητὴ ἀνθρώπινη σάρκα. Ἦταν τόσο βαριὰ ὅμως ἡ ἀνθρώπινη ἁμαρτία, τόσο φοβερή, ποὺ ἀπὸ τὸ βάρος της ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ κατέβηκε στὸν τάφο.

Εὐλογημένος καὶ τρισευλογημένος ὁ τάφος ἀπ’ ὅπου ξεπήδησε ὁ ποταμὸς τῆς ἀθανασίας γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους! Ὁ Ἥρωας κατέβηκε στὸν “Ἀδη, ὅπου γκρέμισε τὸ θρόνο τοῦ σατανᾶ καὶ κατέστρεψε ὅλες τίς σκευωρίες καὶ τίς συνωμοσίες τοῦ ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπινου γένους. ‘Ἀπὸ τὸν τάφο Του ὁ Ἥρωας ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στοὺς οὐρανοὺς κι ἄνοιξε ἕναν καινούργιο δρόμο στὴν πολιτεία τῶν ζωντανῶν. Ἀφάνισε μὲ τὴ δύναμή Του την κόλαση καὶ δόξασε τὸ σῶμα του, ἀνασταίνοντάς το «ἐκ νεκρῶν». Κι ολ’ αὐτὰ μὲ τὴν ἀνυπέρβλητη δύναμή Του, ποὺ εἶναι ἀδιαίρετη ἀπὸ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἁπλὸς καὶ ταπεινὸς σὰν ἀρνὶ ὁ Κύριος βάδισε πρὸς τὸ πάθος καί το θάνατο. Δυνατὸς ὡς Θεὸς ὑπόμεινε τὸ πάθος καὶ νίκησε τὸ θάνατο. Ἡ Ἀνάστασή Τοῦ εἶναι πραγματικὸ γεγονός. Καὶ ταυτόχρονα εἶναι ἡ προφητεία καὶ ἡ προτύπωση τῆς δικῆς μας ἀνάστασης. «Σαλπίσει γάρ, καὶ οἱ νεκροὶ ἐγερθήσονται ἄφθαρτοι, καὶ ἡμεῖς ἀλλαγησόμεθα» (Α΄ Κορ. ιε’ 52).

Ἴσως ρωτήσουν μερικοί: Πῶς μπορεῖ νὰ ἰσχυριστεῖ κανεὶς ὅτι ὁ Χριστὸς νίκησε τὸ θάνατο, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι ἐξακολουθοῦν νὰ πεθαίνουν;

Ἐκεῖνοι ποὺ ἔρχονται στὸν κόσμο ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας τους, θ’ ἀναχωρήσουν ἀπ’ αὐτὸν μὲ τὸ θάνατο, θὰ μποῦν στὸν τάφο. Ὁ κανόνας αὐτὸς εἶναι. Γιά μας ὅμως ποὺ πεθαίνουμε ἐν Χριστῷ ὁ θάνατος δὲν εἶναι σκοτεινὴ ἄβυσσος, ἀλλὰ γέννηση σὲ μιὰ καινούργια ζωή, εἶναι ἐπιστροφὴ στὴν πατρίδα μας. Ὁ τάφος γιὰ μᾶς δὲν εἶναι πιὰ σκοτάδι αἰώνιο ἀλλὰ πύλη, ὅπου μᾶς ἀναμένουν οἱ πανένδοξοι ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ. Γιὰ ὅλους ἐκείνους ποὺ ἡ ψυχή τους εἶναι γεμάτη ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν ὡραῖο καὶ στοργικὸ Κύριο, ὁ τάφος δὲν εἶναι παρὰ τὸ τελευταῖο ἐμπόδιο πρὸς τὴν παρουσία Του. Καὶ τὸ ἐμπόδιο αὐτὸ εἶναι τόσο ἀδύναμο, ὅσο ὁ ἱστὸς μιᾶς ἀράχνης. Γι’ αὐτὸ κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφωνεῖ: «Ἔμοὶ τὸ ζῇν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλιπ. Ἅ’21).

Πῶς μποροῦμε νὰ ποῦμε πῶς ὁ Χριστὸς δὲ νίκησε το θάνατο, ὅταν ὁ θάνατος δὲν ἀντέχει τὴν παρουσία Του; Ὁ τάφος δὲν εἶναι πιὰ βαθιὰ ἄβυσσος, γιατί γέμισε μὲ τὴν παρουσία Του. Δὲν εἶναι πιὰ σκοτεινὸς ὁ τάφος, γιατί ὁ Χριστὸς τὸν φώτισε. Δὲν φοβίζει πιὰ ὁ τάφος, δὲν τρομάζει, γιατί δὲ σηματοδοτεῖ τὸ τέρμα, μὰ τὴν ἀρχή. Δὲ συνιστᾷ τὴν αἰώνια πατρίδα μας, ἀλλὰ μόνο τὴν πύλη πρὸς τὴν πατρίδα αὐτή. Ἡ διαφορὰ ἀνάμεσα στὸ θάνατο πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ μετὰ ἀπ’ αὐτήν, εἶναι ὅπως ἡ διαφορὰ ἀνάμεσα σὲ μιὰ καταστροφικὴ πυρκαγιὰ καὶ στὴ φλόγα τοῦ καντηλιοῦ. Ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ εἶναι θεμελιώδης. Μὲ τὴν Ἀνάστασή Τοῦ, «κατεπόθῃ ὁ θάνατος εἰς Νίκος» (Α ́κόρ. ιε’ 54).

Ὑπάρχουν κι ἄλλοι ποὺ θὰ ρωτήσουν: Πῶς μποροῦμε νὰ ἰσχυριστοῦμε πῶς ὁ ἀναστημένος Χριστὸς νίκησε τὴν ἁμαρτία, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι ἐξακολουθοῦν ν’ ἁμαρτάνουν;

Ὁ Κύριος νίκησε πραγματικὰ τὴν ἁμαρτία. Τὴ νίκησε μὲ τὴν ἄσπορο σύλληψη καὶ γέννησή Του. Στὴ συνέχεια μὲ τὴν ἁγνὴ καὶ ἀναμάρτητη ζωή του στὴ γῆ. Μετὰ μὲ τὸ πάθος του στὸ σταυρό, μ’ ὅλο ποὺ ἦταν δίκαιος. Καὶ στὸ τέλος τὴ νίκη Του τὴ σφράγισε μὲ τὴν ἔνδοξη Ἀνάστασή Του.

Ὁ Κύριος ἔγινε τὸ φάρμακο, τὸ πιὸ κατάλληλο κι ἀλάθευτο φάρμακο ἐνάντια στὴν ἁμαρτία. Ἐκεῖνος ποὺ δηλητηριάστηκε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, μόνο ἀπὸ τὸ Χριστὸ μπορεῖ νὰ θεραπευτεῖ. Ἐκεῖνος ποὺ δὲ θέλει ν’ ἁμαρτάνει, μόνο μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Χριστοῦ μπορεῖ νὰ ἱκανοποιήσει τὴν ἐπιθυμία του. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι βρῆκαν τὸ φάρμακο γιὰ τὴν εὐλογιὰ εἶπαν: Τὴ νικήσαμε τὴν ἀρρώστια αὐτή. Τὸ ἴδιο εἶπαν ὅταν βρῆκαν τὸ φάρμακο γιὰ τὴν ἀμυγδαλίτιδα, γιὰ τὸν πονόδοντο, γιὰ τὴν οὐρικὴ ἀρθρίτιδα καὶ γι’ ἄλλες παρόμοιες ἀρρώστιες. Τίς νικήσαμε, θριαμβολογοῦσαν. Αὐτὸ σημαίνει πῶς ἡ εὕρεση φαρμάκου γιὰ κάποια ἀρρώστια, εἶναι νίκη κατά τῆς ἀρρώστιας.

Ὁ Χριστὸς εἶναι μακρὰν ὁ μέγιστος Ἰατρὸς στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία, γιατί μᾶς ἔδωσε τὸ φάρμακο γιὰ τὴ μεγαλύτερη ἁμαρτία. Κι ἡ ἁμαρτία εἶναι ἐκείνη ἀπὸ τὴν ὁποία γεννιοῦνται ὅλα τ’ ἄλλα πάθη τοῦ ἀνθρώπου, τόσο τὰ σωματικὰ ὅσο καὶ τὰ ψυχικά. Τὸ φάρμακο εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ἀναστημένος καὶ ζωντανὸς Κύριος. Εἶναι τὸ μοναδικὸ καὶ ἀποτελεσματικὸ φάρμακο ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας. Ἄν ἀκόμα καὶ σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἁμαρτάνουν κι ἡ ἁμαρτία τους ὁδηγεῖ στὴν καταστροφή, αὐτὸ δὲ σημαίνει πῶς ὁ Χριστὸς δὲ νίκησε τὴν ἁμαρτία, ἀλλ’ ὅτι οἱ ἄνθρωποι δὲν πῆραν τὸ μοναδικὸ φάρμακο κατὰ τῆς ἀρρώστιας αὐτῆς. Σημαίνει πῶς αὐτοὶ δὲ γνωρίζουν ἀρκετὰ τὸ Χριστὸ ὡς φάρμακο ἢ κι ἂν ἀκόμα τὸν γνωρίζουν, δὲν τὸν χρησιμοποιοῦν γιά τον ἄλφα ἤ τον βῆτα λόγο.

Ἡ ἱστορία μαρτυρεῖ μὲ χιλιάδες καὶ μυριάδες φωνές, πῶς ἐκεῖνοι ποὺ χρησιμοποιοῦν τὸ φάρμακο αὐτὸ γιὰ τὴν ψυχή τους θεραπεύονται, γίνονται ὑγιεῖς. Γνωρίζοντας τὴν ἀδυναμία τῆς ὕπαρξής μας ὁ Κύριος πρότεινε τὸ φάρμακο αὐτὸ στοὺς πιστούς. Πρόσφερε τὸν ἑαυτό Του σ’ αὐτούς, γιὰ νὰ τὸν λάβουν μὲ τὴν ὑλικὴ μορφὴ τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου. Καὶ τό ‘κανε αὐτὸ Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾷ κάθε ἄνθρωπο μὲ τὴν ἀμέτρητη ἀγάπη Του, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ διευκολύνει τὴν προσέγγισή του στὸ ζωοποιὸ φάρμακο κατὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ κάθε φθορᾶς ποὺ προέρχεται ἀπ’ αὐτήν. «Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένει καγώ ἐν αὐτῷ» (Ἰωάν. στ’56).

Ἐκεῖνοι ποὺ τρέφουν τὴν ἁμαρτία μὲ τὴν ἁμαρτία, χάνουν σταδιακὰ τὴ ζωή τους. Τὴν φθείρει ἡ ἁμαρτία. Ἐκεῖνοι ὅμως ποὺ τρέφονται ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦ ζῶντος Κυρίου, δρέπουν ζωή. Κι ἡ ζωὴ μέσα τους αὐξάνει συνέχεια, ἐνῶ ὁ θάνατος ἀπομακρύνεται. Κι ὅσο αὐξάνει ἡ ζωή, τόσο μαραίνεται ἡ ἁμαρτία. Τὴν ἀνούσια καὶ σκοτεινὴ γλυκύτητα τῆς ἁμαρτίας σ’ αὐτοὺς ἀντικαθιστὰ ἡ χαροποιὸς καὶ ζωοποιὸς γλυκύτητα τοῦ Νικητῆ Χριστοῦ.

Εὐλογημένοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δοκίμασαν καὶ γεύτηκαν τὸ μυστήριο αὐτὸ στὴ ζωή τους. Αὐτοὶ θὰ κληθοῦν υἱοὶ φωτὸς καὶ τέκνα τῆς χάριτος. Ὅταν ἀναχωρήσουν ἀπὸ τὴ ζωὴ αὐτὴ θὰ εἶναι σὰ νὰ φεύγουν ἀπὸ νοσοκομεῖο, γιατί δὲ θὰ εἶναι πιὰ ἄρρωστοι.

Ἄς ἀναρωτηθοῦμε τώρα: Ποιόν ἐλευθέρωσε μὲ τὴ νίκη Του ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καί το θάνατο καὶ ἀναστημένος Κύριος; Μήπως το λαὸ ἑνὸς ἔθνους ἢ μιᾶς φυλῆς; Μήπως τοὺς ἀνθρώπους κάποιας συγκεκριμένης κοινωνικῆς τάξης; “Ὄχι, σὲ καμιὰ περίπτωση. Τέτοια ἐλευθερία θὰ ἦταν βασικὰ ἀποτέλεσμα τῆς φονικῆς νίκης ἔγκόσμιων κατακτητῶν. Ὁ Κύριος δὲν όνομάστηκε «Φιλοεβραῖος», «Φιλέλληνας», «Φιλόπτωχος» ἢ «Φιλοαριστοκράτης». Ἦταν ὁ φίλος τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Τὴ νίκη Του τὴν ἤθελε γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, χωρὶς καμιὰ διάκριση στὶς διαφορὲς καὶ τίς ἰδιαιτερότητες, ὅπως κάνουν οἱ ἄνθρωποι μεταξύ τους. Τὴ νίκη Του τὴν κέρδισε γιὰ τὸ καλὸ καὶ τὴ βοήθεια ὅλων τῶν πλασμάτων τοῦ Θεοῦ, ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Καὶ τὴν πρόσφερε σ’ ὅλους αὐτούς.

Σ’ ὅλους ἐκείνους ποὺ δέχονται τὴ νίκη αὐτὴ καὶ τὴν κάνουν δική τους, ὑποσχέθηκε αἰώνια ζωή, τοὺς ἔκανε συγκληρονόμους τῆς οὐράνιας βασιλείας Του. Δὲν ἐπιβάλλει σὲ κανέναν τὴ νίκη Του, μ’ ὅλο ποὺ κόστισε τοσο πολύ. Ἀφήνει ἐλεύθερους τοὺς ἀνθρώπους νὰ τὴν κάνουν δική τους ἢ νὰ τὴν ἀρνηθοῦν. Ὅπως ὁ πρῶτος ἄνθρωπος στὸν παράδεισο διάλεξε τὴν πτώση, το θάνατο καὶ τὴν ἁμαρτία στὰ χέρια τοῦ σατανᾶ, ἔτσι καὶ τώρα εἶναι ἐλεύθερος νὰ διαλέξει ζωὴ καὶ σωτηρία στὰ χέρια τοῦ Νικητῆ Θεοῦ. Ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ εἶναι βάλσαμο, ζωοποιὸ βάλσαμο γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ὅλους ἐκείνους ποὺ ἔχουν προσβληθεῖ ἀπὸ τὴ λέπρα τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου.

Τὸ βάλσαμο αὐτὸ κάνει τοὺς ἄρρωστους ὑγιεῖς, τοὺς ὑγιεῖς ἀκόμα ὑγιέστερους.

Τὸ βάλσαμο αὐτὸ ἀνασταίνει τοὺς νεκροὺς καὶ δίνει πληρέστερη ζωὴ στοὺς ζωντανούς.

Τὸ βάλσαμο αὐτὸ κάνει τὸν ἄνθρωπο σοφό, τὸν ἐξευγενίζει, τὸν θεοποιεῖ. Αὐξάνει τὴ δύναμή του καὶ τὴν κάνει ἑκατονταπλάσια, ἀναβιβάζει τὴν ἀξία τοῦ πάνω ἀπ’ ὅλη τὴ φύση, τὸν φτάνει ἴσαμε τὴ λαμπρότητα καὶ τὸ κάλλος τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἀρχαγγέλων τοῦ Θεοῦ.

Ἀγαπημένο καὶ ζωοποιὸ βάλσαμο! Ποιό χέρι δὲ θ’ ἁπλωνόταν νὰ σὲ πάρει; Ποιά καρδιὰ δὲ θὰ σὲ ἔβαζε στὶς πληγές της; Ποιός λάρυγγας δὲ θὰ ὑμνοῦσε τὰ μεγαλεῖα σου; Ποιά πένα δὲ θὰ κατέγραφε τὰ θαυμάσια κατορθώματά σου; Ποιό ἀβάκιο δὲ θ’ ἀπαριθμοῦσε ὅλες τίς θεραπεῖες ἄρρωστων ἀνθρώπων καὶ τίς νεκραναστάσεις ποὺ ἔχεις κάνει ὼς σήμερα; Πόσα δάκρυα εὐγνωμοσύνης δὲ θὰ χύνονταν γιὰ σένα;

Ἐλᾶτε λοιπόν, ἀδελφοί μου, ὅλοι ἐσεῖς ποὺ φοβᾶστε το θάνατο. Ἐλᾶτε πιὸ κοντά, προσεγγίστε τὸ Νικητὴ Χριστό, τὸν ἀναστημένο. Ἐκεῖνος θὰ σᾶς ἐλευθερώσει ἀπό το θάνατο κι ἀπό το φόβο τοῦ θανάτου.

Ἐλᾶτε ὅλοι ἐσεῖς ποὺ ζεῖτε μὲ τὴ ντροπὴ τῶν κρυφῶν καὶ φανερῶν ἁμαρτιῶν σας. Πλησιάστε στὴ ζωντανὴ πηγὴ ποὺ ξεπλένει καὶ καθαρίζει, ἐκείνη ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει καὶ τὸ πιὸ μαῦρο δοχεῖο λευκότερο ἀπὸ τὸ χιόνι.

Ἐλᾶτε ὅλοι ἐσεῖς ποὺ ἀναζητᾶτε ὑγεία, δύναμη, ὀμορφιὰ καὶ χαρά. Ὁ ἀναστημένος Χριστὸς εἶναι ἡ πλούσια πηγὴ ὅλων αὐτῶν. Σᾶς ἀναμένει μὲ ἀγάπη καὶ προσμονή, δὲ θέλει νὰ χαθεῖ κανένας.

Προσκυνῆστε τὸν Κύριο σωματικὰ καὶ ψυχικά. Ἔνωθεῖτε μαζὶ Τοῦ «κατὰ νοὺν καὶ κατὰ διάνοιαν». Ἀγκαλιάστε τον μὲ ὅλη σας τὴν καρδιά. Μὴ προσκυνᾶτε τὸν κατακτητή, ἀλλὰ τὸν Ἐλευθερωτή. Μὴ συνδέεστε μὲ τὸν καταστροφέα, ἀλλὰ μέ το Σωτῆρα. Μὴν ἀγκαλιάζετε τὸν ξένο, ἀλλὰ τὸ στενὸ συγγενῆ σας, τὸν ἀγαπημένο σας φίλο.

Ὁ ἀναστημένος Κύριος εἶναι τὸ θαῦμα τῶν θαυμάτων! Ὁ Κύριος ὅμως ἔχει τὴν ἴδια φύση μὲ σένα, τὴν ἴδια πρωταρχικὴ φύση ποὺ εἶχε κι ὁ Ἀδὰμ στὸν παράδεισο.

Ἡ ἀνθρώπινη φύση δὲ δημιουργήθηκε γιὰ νὰ δουλωθεῖ στὴν ἄλογη φύση ποὺ τὴν περιβάλλει, ἀλλὰ νὰ κυβερνήσει τὴ φύση μὲ τὴ δύναμή της. Ἡ ἀληθινὴ φύση τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἀνάξια καὶ τιποτένια, ἄρρωστη, θνητή κι ἁμαρτωλή. Εἶναι ὑγιής, ἔνδοξη, ἀθάνατη κι ἀναμάρτητη.

Ὁ ἀναστημένος Κύριος διέρρηξε τὸ παραπέτασμα ποὺ χώριζε τὸν ἀληθινὸ Θεὸ ἀπὸ τὸν ἀληθινὸ ἄνθρωπο. Μᾶς ἀποκάλυψε στὸν Ἑαυτό Του τὴ μεγαλοσύνη καὶ τὸ κάλλος καὶ τοῦ Ἑνὸς καὶ τοῦ ἄλλου. Κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίσει τὸν ἀληθινὸ Θεό, παρὰ μόνο μέσῳ τοῦ ἀναστημένου Κυρίου Ἰησοῦ. Ἀλλὰ καὶ κανένας ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίσει τὸν ἀληθινὸ ἄνθρωπο, παρὰ μόνο μέσῳ τοῦ ἀναστημένου Ἰησου.

Ὁ Χριστὸς Ἀνέστῃ, ἀδελφοί μου!

Μὲ τὴν Ἀνάστασή Του ὁ Χριστὸς κυριάρχησε στὴν ἁμαρτία καὶ τὸ θάνατο, κατέστρεψε τὸ σκοτεινὸ βασίλειο τοῦ σατανᾶ, ἐλευθέρωσε τὴ δουλωμένη ἀνθρώπινη φύση καὶ φανέρωσε τὰ μεγαλύτερα μυστήρια σχετικὰ μέ το Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο. Σ’ Ἐκεῖνον πρέπει ὁ ὕμνος κι ἡ δόξα, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὴν ὁμοούσια καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

You may also like

WP Radio
WP Radio
OFFLINE LIVE
elGreek
-
00:00
00:00
Update Required Flash plugin
-
00:00
00:00