860
«Λύτρωσαι ἡμᾶς ἀπό πάσης ἀνάγκης καί θλίψεως Σέ γάρ ἔχομεν ἁμαρτωλοί προστασίαν, σέ κεκτήμεθα ἐν πειρασμοῖς σωτηρίαν»
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Ἀτενίζοντας τὴν εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἔτσι ὅπως ἡ ἐκκλησιαστικὴ παράδοση ἐξιστορεῖ καὶ φιλοτεχνεῖ, αἰσθανόμαστε πὼς εἴμαστε παρόντες, ὄχι ἁπλὰ σὲ μία ἐξόδιο ἀκολουθία, ἀλλὰ σὲ μία μεγάλη Ἑορτὴ καὶ Πανήγυρη. Δυνάμεις ἀγγελικές, ὁ χορὸς τῶν ἐνδόξων Ἀποστόλων, Πατέρες ἀποστολικοί, Ὑμνογράφοι ἐκκλησιαστικοί, πιστοί, μὰ καὶ δύσπιστοι, πλαισιώνουν τὸ σεπτὸ σκήνωμα τῆς Παναγίας Παρθένου. Καὶ στὸ κέντρο τῆς ἱερᾶς εἰκόνος ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, κρατώντας στὰ χέρια του τὴν ψυχὴ τῆς Μητρός Του. Ναί, βρισκόμαστε ἐνώπιον μίας σπουδαίας Ἑορτῆς, τῆς Ἑορτῆς τῆς «ἑνότητος».
Τὸ ἀνθρώπινο γένος μετὰ τὴν πτώση, μετὰ τὴν ἀπομάκρυνσή του ἀπὸ τὸν Δημιουργό του, ἀπώλεσε πολλὰ ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ δωρήματα ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ προσέφερε. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ, ἦταν καὶ ἐκεῖνο τῆς «ἑνότητος».
Στὴν κεκρυμμένη λαχτάρα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους γιά τήν ἐπανένωσίν του μέ τόν Δημιουργόν, ὁ Θεὸς ἀνταποκρίθηκε στέλνοντας τὸν Υἱό του τὸν μονογενὴ στὸν κόσμο, νὰ προσλάβει τὴν ἀνθρώπινη φύση, νὰ γίνει ἄνθρωπος ἀληθινός. Στὸ σχέδιο τῆς Θείας οἰκονομίας ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ γίνεται ἕνας νέος Ἀδάμ, ποὺ ἀποκαθιστᾶ τὴν σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό καί καταδεικνύει τόν ἀληθινόν ἄνθρωπον.
Ἡ Παναγία ἑνώνει τὸν οὐρανὸ μὲ τὴ γή. Ἡ Παναγία ἑνώνει τὰ παλαιὰ μὲ τὰ καινούργια. Ἡ Παναγία ἑνώνει τὸν ἄνδρα καὶ τὴν γυναίκα. Ἡ Παναγία ἑνώνει τὴν ζωὴ καὶ τὸν θάνατο. Ὁ «ἔσχατος ἐχθρός» τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο εἶναι ὁ θάνατος. Ὅμως ὁ Ἀναστάς ἐκ τῶν νεκρῶν, ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς καταργεῖ τὸν θάνατο καὶ ἀπαλλάσσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τούτη τὴν δουλεία. Ἀναρωτιώνται ὅμως οἱ ἄνθρωποι: Μὰ γιατί ὁ θάνατος παραμένει νὰ ὑπάρχει στὴ ζωή μας; Γιατί στερούμαστε πρόσωπα ἀγαπημένα; Γιατί νὰ παλεύουμε μὲ ἀσθένειες καὶ δοκιμασίες;
Στὰ ἐρωτήματα αὐτὰ ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου ἔρχεται νὰ δώσει ἱκανὲς ἀπαντήσεις, ἔρχεται νὰ παρηγορήσει καὶ νὰ ξεκουράσει. Ἡ Παναγία μας παρ’ ὅλο ποὺ κατέστη «σκεῦος ἀμίαντο», «καθαρὴ καὶ ἄσπιλος», ξένη ἀπὸ κάθε πτώση καὶ ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, μετά τήν ἐπέλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γνώρισε καὶ ἐκείνη τὸν θάνατο. Στὴν εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως βλέπουμε αὐτὴ τὴ τραγικὴ στιγμὴ τοῦ χωρισμοῦ τῆς παναγίας ψυχῆς της ἀπὸ τὸ ἄμωμο σῶμα της. Ὅμως ἀκριβῶς ἐδῶ ἔγκειται καὶ ἡ κατάργηση τοῦ θανάτου.
Ἡ ψυχὴ τῆς κεκοιμημένης Μαρίας δὲν φυλακίζεται στὸν Ἅδη, δὲν παραδίδεται στὸν θάνατο ὁριστικά, ἀλλὰ παραλαμβάνεται ἀπὸ τὸν Υἱὸ καὶ Θεό της, ἐναποτίθεται στὴν ἀγκάλη Του, στὰ χέρια ἐκείνα ποὺ κρατοῦν καὶ ἀσφαλίζουν καὶ σώζουν τὸν ἄνθρωπο. Μὰ καὶ τὸ σῶμα τῆς Παναγίας μας, τὸ ὁποῖο ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους σὲ μνῆμα ἐνταφιάζεται, δὲν ἐγκαταλείπεται στὴ φθορὰ καὶ στὴ σήψη, ἀλλὰ ἀνίσταται ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ παραλαμβάνεται κι αὐτὸ εἰς τὸν οὐρανό. Ἔτσι ἡ Παναγία μὲ τὴν σεπτή Της Κοίμηση καὶ τὴν ἁγία της Μετάσταση ἀποκαλύπτει στοὺς ἀνθρώπους ὅτι ὁ θάνατος πλέον εἶναι ἕνα πέρασμα ἀπὸ τὰ παρόντα στὰ μέλλοντα, ἀπὸ τὰ ὀδυνηρὰ στὰ εὐφρόσυνα, ἀπὸ τὰ φθαρτὰ στὰ ἄφθαρτα, ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα στὰ παντοτινά. Ἡ ψυχὴ κάθε κεκοιμημένου, στὰ χέρια τοῦ Χριστοῦ παραδίδεται, καὶ τὸ σῶμα του, στὴ γῆ ἀποτίθεται μὲ τὴν προσδοκία τῆς ἐγέρσεως. Γι΄αὐτὸ ὁ θάνατος στὴ σκέψη τῶν χριστιανῶν ὡς ὕπνος νοεῖται, ὡς κοίμηση καὶ ἀνάπαυση λογίζεται, ἀφοῦ «ἀνάστασιν νεκρῶν» προσδοκοῦμε «καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».
Στὶς μέρες μας πολὺς λόγος γίνεται καὶ πολλὰ ἐγχειρήματα ἀποτολμοῦνται στὸ πλαίσιο τῆς ἑνότητας μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Εἶναι σίγουρα σημαντικὸ οἱ ἄνθρωποι νὰ συναισθανθοῦμε πὼς ἡ ζωὴ μας γίνεται μία κόλαση ἀληθινή, ὅταν παραμένουμε κεχωρισμένοι ἀπὸ τὸν Θεό, ἀπὸ τὸν συνάνθρωπο καὶ ἀπὸ τὴν κτίση. Εἶναι σπουδαῖο νὰ θελήσουμε ἀληθινὰ τὴν ἕνωση μὲ τὸν Δημιουργὸ καὶ μεταξύ μας. Ὅμως ἂς μὴ ξεγελαστοῦμε πιστεύοντας ὅτι ἡ ἑνότητα μπορεῖ νὰ εἶναι ἐπίτευγμα τῶν δικῶν μας ἐνεργειῶν καὶ πράξεων. Ἡ ἑνότητα εἶναι ποιότητα θεϊκή· εἶναι γεγονὸς ἐκκλησιαστικό· εἶναι γέννημα τῆς ἀληθείας· εἶναι ἀπότοκος τοῦ δόγματος· εἶναι ἄρνηση τοῦ ψεύδους· εἶναι ἀποδοχὴ τοῦ μαρτυρίου· εἶναι δώρημα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Σ’ αὐτὴν τὴν ἑνότητα καταφάσκουμε, αὐτὴ ζητοῦμε, γι’ αὐτὴν προσευχόμαστε. Ὅλες οἱ ἄλλες, οἱ κοσμικὲς καὶ οἱ ἀνθρώπινες, εἶναι ἐπίπλαστες καὶ περιστασιακὲς καὶ δυστυχῶς ὁδηγοῦν σὲ βαθύτερους χωρισμούς, σὲ μεγάλα δεινὰ καὶ σὲ ἀνείπωτες θλίψεις.
Στά βάσανα καί τούς πειρασμούς τῆς ζωῆς δέν εἴμαστε μόνοι. Ἔχουμε ἰσχυρή καί φοβερά προστασία, τήν ἀγαπημένη καί λατρευτή μας Παναγία. Πάντοτε μέ πίστη σ΄ Αὐτήν νά καταφεύγωμε. Πάντοτε μ΄ ἐλπίδα νά τήν παρακαλοῦμε. Πάντα μέ ὑπομονή νά περιμένουμε τό γλυκό της χαμόγελο ὡς ἐπιβεβαίωση τῆς ἀνταποκρίσεώς της στό αἴτημά μας.
Ἀδελφοί μου καί τέκνα ἀγαπητά,
Κατά τή φετινή ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Παναγίας μας, τήν ὁποία ἐπιτελοῦμε μέσα σ΄ ἕνα ζοφερό τοπίο ἀπό τήν πολυμέτωπη ἠθική κρίση, πού μαστίζει ἔθνη καί λαούς, ἄς ἀνοίξουμε τήν ψυχή μας καί ἄς παρακαλέσουμε τήν Παναγία μας μέ ὅση δύναμη ἔχουμε, μέ αὐτά τά λόγια τοῦ ἱεροῦ ὑμνογράφου: «Λύτρωσαι ἡμᾶς ἀπό πάσης ἀνάγκης καί θλίψεως Σέ γάρ ἔχομεν ἁμαρτωλοί προστασίαν, σέ κεκτήμεθα ἐν πειρασμοῖς σωτηρίαν».
Διάπυρος πρὸς τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ Μητέρα τοῦ Φωτός.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο ΜΑΡΩΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ
ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ